0
Your Καλαθι
Η κουλτούρα της τρομοκρατίας
Περιγραφή
«Το κεντρικό -και όχι πολύ εντυπωσιακό- συμπέρασμα που αναδεικνύεται από τα ντοκουμέντα και τα ιστορικά αρχεία είναι ότι η διεθνής πολιτική και η πολιτική ασφάλειας των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στη δομή της εξουσίας στην εγχώρια κοινωνία, έχουν ως πρωταρχικό στόχο τη διαφύλαξη αυτού που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε "πέμπτη ελευθερία", της οποίας το ωμό, αλλά πραγματικά ακριβές νόημα δεν είναι άλλο από τη ελευθερία καταλήστευσης, εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, την ελευθερία ανάληψης οποιασδήποτε δράσης ώστε το υπάρχον προνόμιο, να προστατεύεται και να προάγεται. Αυτή η καθοδηγητική αρχή παραβλέφθηκε, όταν ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ ανάγγειλε τις Τέσσερις Ελευθερίες τις οποίες θα στήριζαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στη σύγκρουση με το φασισμό: ελευθερία θρησκευτικής λατρείας, ελευθερία από την ένδεια και την ελευθερία από το φόβο».
Τι βρίσκεται πίσω από την υπόθεση Ιράν-Κόντρας; Τι σηματοδοτεί η αποκάλυψή της για την αμερικανική πολιτική; Ποιές δυνάμεις διαμορφώνουν μια εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βασισμένη στη ληστεία και την εκμετάλλευση και πώς συμμορφώνονται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αποκρύπτοντας τα γεγονότα αυτής της «κουλτούρας της τρομοκρατίας;»
Σ' αυτό το βιβλίο, ο Νόαμ Τσόμσκι εξετάζει τα παραπάνω και άλλα παρόμοια ερωτήματα, παρέχοντας μια καυστική κριτική της πολιτικής κουλτούρας των ΗΠΑ. Αλλά το μήνυμά του είναι μήνυμα ελπίδας: Μια υπενθύμιση ότι η αντίσταση είναι δυνατή και ότι «οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί στην κρατική βία δεν είναι ανούσια επιτεύγματα αυτών που έχουν καταβάλει προσπάθειες και έχουν πάρει την πρωτοβουλία να δεσμευτούν σ' ένα σοβαρό έργο για την ελευθερία, τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη, σε μια κοινωνία που προσφέρει περιορισμένα μέσα για τέτοια εγχειρήματα».
ΠΡΟΛΟΓΟΣ του βιβλίου
Αυτό το δοκίμιο για την πνευματική και πολιτική παράδοση (κουλτούρα) που εννοεί την τρομοκρατία βασίζεται σε ένα «υστερόγραφο», γραμμένο τον Δεκέμβριο του 1986, για αρκετές ξένες εκδόσεις του βιβλίου μου Turning the Tide. Αρχικά είχα την πρόθεση να δουλέψω το ίδιο υλικό προσθέτοντας όλα τα νεότερα στοιχεία, για μια καινούργια έκδοση σας Ηνωμένες Πολιτείες, πραγματευόμενος τις ακροάσεις για την υπόθεση Ιράν-Κόντρας, αλλά στην πορεία του ξαναγραψίματος το έργο πήρε μάλλον διαφορετικό χαρακτήρα, έτσι το έγραψα για μια ξεχωριστή έκδοση. Ωστόσο, θεωρώ γενικά ως υπόβαθρο την ανάλυση στο Turning the Tide και την περαιτέρω επεξεργασία στο Οn Power and Ideology, χωρίς ειδική αναφορά.
Το προηγούμενο υλικό πραγματευόταν αρκετά θέματα: Τα δεινά της Κεντρικής Αμερικής -τις αρχές στις οποίες στηρίζεται ο σχεδιασμός της πολιτικής των ΗΠΑ, όπως αποκαλύπτεται από ντοκουμέντα-, την εφαρμογή αυτών των αρχών στην επέμβαση στον Τρίτο Κόσμο, κυρίως όσον αφορά την Κεντρική Αμερική και την Καραϊβική, την εφαρμογή των ίδιων αρχών σε υποθέσεις εθνικής ασφάλειας και στις αλληλεπενέργειες μεταξύ βιομηχανικών δυνάμεων, καθώς και μερικά σχετικά γνωρίσματα της κοινωνίας στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Το κεντρικό -και όχι πολύ εντυπωσιακό- συμπέρασμα που αναδεικνύεται από τα ντοκουμέντα και τα ιστορικά αρχεία είναι ότι η διεθνής πολιτική και η πολιτική ασφάλειας των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στη δομή της εξουσίας στην εγχώρια κοινωνία, έχουν ως πρωταρχικό στόχο τη διαφύλαξη αυτού που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «πέμπτη ελευθερία», της οποίας το ωμό, αλλά πραγματικά ακριβές νόημα δεν είναι άλλο από την ελευθερία καταλήστευσης, εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, την ελευθερία ανάληψης οποιασδήποτε δράσης ώστε το υπάρχον προνόμιο να προστατεύεται και να προάγεται. Αυτή η καθοδηγητική αρχή παραβλέφθηκε, όταν ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ ανάγγειλε τις Τέσσερις Ελευθερίες τις οποίες θα στήριζαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στη σύγκρουση με το φασισμό: ελευθερία λόγου, ελευθερία θρησκευτικής λατρείας, ελευθερία από την ένδεια και ελευθερία από το φόβο.
Τα εσωτερικά ντοκουμέντα που αφορούν το σχεδιασμό των ΗΠΑ και -ακόμη πιο σημαντικό- το ξετύλιγμα των ίδιων των ιστορικών γεγονότων παρέχουν ευρείες μαρτυρίες για να εκτιμήσουμε τη σημασία που αποδίδεται στις Τέσσερις Ελευθερίες, στο δόγμα και στην πράξη, και για να αποδείξουμε την υποταγή τους στην Πέμπτη Ελευθερία, την καθοριστική αρχή η οποία εξηγεί σημαντικό μέρος αυτών που κάνει η κυβέρνηση των ΗΠΑ στον κόσμο. Όταν γίνεται αντιληπτό ότι οι Τέσσερις Ελευθερίες είναι ασυμβίβαστες με την Πέμπτη, κάτι που συμβαίνει τακτικά, αυτές παραμερίζονται, αποδίδοντάς τους ελάχιστη σημασία ή ενδιαφέρον.
Για να εφαρμόσει προγράμματα τα οποία σχεδιάζονται και εφαρμόζονται με αυτούς τους όρους, το κράτος πρέπει να υφάνει έναν πολύπλοκο ιστό αυταπατών και εξαπάτησης, με τη συνεργασία των ιδεολογικών θεσμών οι οποίοι υπηρετούν γενικά τα συμφέροντά του, κάτι που δεν μας εκπλήσσει καθόλου με δεδομένη την κατανομή του εγχώριου πλούτου και της εγχώριας εξουσίας, καθώς και τις φυσιολογικές λειτουργίες της «ελεύθερης αγοράς των ιδεών» που λειτουργεί εντός αυτών των εξαναγκασμών. Πρέπει να παρουσιάζουν τα γεγονότα της τρέχουσας ιστορίας υπό τον κατάλληλο φωτισμό, πραγματοποιώντας ασκήσεις «ιστορικής αναμόρφωσης», για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο τον οποίο επινόησαν Αμερικανοί ιστορικοί οι οποίοι πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στον πρόεδρο Ουίλσον στη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου πολέμου: «Να εξηγήσουμε τα ζητήματα του πολέμου έτσι ώστε να κερδίσουμε καλύτερα τον πόλεμο», όποια και αν είναι στην πραγματικότητα τα γεγονότα. Είναι συνηθισμένη άποψη ότι η ευθύνη των σοβαρών ακαδημαϊκών ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων, όπως και των πολιτικών ηγετών, είναι να εξαπατούν το κοινό για το δικό του καλό. Ο σεβάσμιος ιστορικός Τόμας Μπέιλι εξηγούσε το 1948: «Επειδή οι μάζες είναι διαβόητα κοντόθωρες και γενικά δεν μπορούν να δουν τον κίνδυνο παρά μόνο όταν τις αρπάξει από το λαιμό, οι πολιτικοί μας είναι υποχρεωμένοι να τις εξαπατούν, έχοντας γνώση των ίδιων των μακροπρόθεσμων συμφερόντων τους». Αυτή την άποψη ασπάστηκε πρόσφατα ο διευθυντής του Κέντρου Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Σάμιουελ Χάντιγκτον, που έγραψε το 1981 ότι «μπορεί κανείς να είναι υποχρεωμένος να πλασάρει [την επέμβαση ή άλλη στρατιωτική δράση] με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργεί την ψευδή εντύπωση ότι μάχεται εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες από την εποχή του Δόγματος Τρούμαν». Ακριβής εκτίμηση, που εφαρμόζεται καταλληλότατα στην Κεντρική Αμερική σήμερα. Και ο ακαδημαϊκός κόσμος πρέπει να στρατευτεί στην υπόθεση. Απευθυνόμενος ως πρόεδρος στην Ένωση Αμερικανών Ιστορικών, το 1949, ο Κόνγερς Ριντ εξηγούσε:
Πρέπει σαφώς να υιοθετησούμε αγωνιστική στάση, αν θέλουμε να επιβιώσουμε... Η πειθαρχία είναι η ουσιαστική προϋπόθεση κάθε αποτελεσματικού στρατού είτε αυτός βαδίζει υπό την Αστερόεσσα είτε κάτω από Σφυροδρέπανο... Ο ολοκληρωτικός πόλεμος, θερμός ή ψυχρός, επιστρατεύει τους πάντες και απαιτεί από τους πάντες να επωμιστούν το μερίδιό τους. Ο ιστορικός δεν είναι πιο ελεύθερος από αυτή την υποχρέωση από ό,τι ο φυσικός... Αυτό ηχεί ως συνηγορία υπέρ μιας μορφής κοινωνικού ελέγχου έναντι κάποιου άλλου. Με λίγα λόγια, είναι.
Γενικά, είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ότι ο εγχώριος πληθυσμός θα παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αδρανής, με περιορισμένες ικανότητες να αναπτύσσει ανεξάρτητους τρόπους σκέψης και αντίληψης, καθώς και να διατυπώνει εναλλακτικές πολιτικές -έστω εναλλακτικές θεσμικές διευθετήσεις- και να πιέζει αποτελεσματικά για αυτές τις εναλλακτικές πολιτικές, που μπορεί να θεωρούνταν προτιμότερες, αν αμφισβητούνταν το πλαίσιο της ιδεολογίας.
Τα μεταγενέστερα γεγονότα απεικονίζουν πολύ καλά τις θέσεις που αναπτύσσονται στο προγενέστερο υλικό στο οποίο αναφέρθηκα παραπάνω. Θα κάνω μια ανασκόπηση μερικών παραδειγμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται τα «σκάνδαλα» που ξέσπασαν στα τέλη του 1986 και οι συνέπειές τους, καθώς και των νέων απαιτήσεων που δημιούργησαν αυτές οι εξελίξεις για το ιδεολογικό σύστημα. Τα σκάνδαλα προκάλεσαν πολλά σχόλια και σκέψεις για τους πολιτικούς θεσμούς μας και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν. Πολλά από αυτά, πιστεύω, είναι αποτέλεσμα παραπλάνησης, για λόγους που θα προσπαθήσω να εξηγήσω στη συνέχεια. Το κύριο μέλημά μου θα είναι να εκτιμήσω τι μπορούμε να μάθουμε για τους εαυτούς μας, ιδιαίτερα για τον κυρίαρχο πνευματικό πολιτισμό και τις αξίες που τον καθοδηγούν, από την έρευνα των πρόσφατων γεγονότων και της αντίδρασης σε αυτά σε μια κρίσιμη στιγμή της αμερικανικής ζωής.
Η αφοσίωση στην Πέμπτη Ελευθερία δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί νέα μορφή κοινωνικής παθολογίας. Ούτε φυσικά ήταν επινόηση των «λευκών ορδών», που με «ενισχυμένο το επιθετικό πνεύμα τους από έναν υπεροπτικό, μεσσιανικό χριστιανισμό» και «παρακινούμενες από το μύθο της πλούσιας λείας, ...εξόρμησαν από τις δυτικοευρωπαϊκές κοιτίδες τους για να εξερευνήσουν, να επιτεθούν, να λεηλατήσουν, να κατακτήσουν, να κυβερνήσουν και να εκμεταλλευτούν τον υπόλοιπο κόσμο» κατά τους έξι, σχεδόν, αιώνες στη διάρκεια των οποίων «η Δυτική Ευρώπη και η διασπορά της αναστατώνουν την ειρήνη του κόσμου» - όπως αντιλαμβάνεται, όχι χωρίς λόγο, την προώθηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού ένας διεισδυτικός Αφρικανός σχολιαστής. Όμως, αυτός ο προορισμός του ισχυρού αποκτά συνεχώς νέες μορφές και νέες μεταμφιέσεις, καθώς ο πολιτισμός που τον στηρίζει περνάει από ποικίλα στάδια ηθικής δειλίας και πνευματικής διαφθοράς.
Ως οι τελευταίοι κληρονόμοι μιας αποτρόπαιης παράδοσης, θα έπρεπε τουλάχιστον να έχουμε την ακεραιότητα να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη χωρίς υπεκφυγές. Και όταν δεν μας αρέσει αυτό που βλέπουμε, όπως είναι το πιο σίγουρο ότι θα συμβεί, αν έχουμε την τιμιότητα να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα, έχουμε μια πολύ πιο σοβαρή ηθική ευθύνη, που θα πρέπει να είναι αρκετά σαφής.
Τι βρίσκεται πίσω από την υπόθεση Ιράν-Κόντρας; Τι σηματοδοτεί η αποκάλυψή της για την αμερικανική πολιτική; Ποιές δυνάμεις διαμορφώνουν μια εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βασισμένη στη ληστεία και την εκμετάλλευση και πώς συμμορφώνονται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αποκρύπτοντας τα γεγονότα αυτής της «κουλτούρας της τρομοκρατίας;»
Σ' αυτό το βιβλίο, ο Νόαμ Τσόμσκι εξετάζει τα παραπάνω και άλλα παρόμοια ερωτήματα, παρέχοντας μια καυστική κριτική της πολιτικής κουλτούρας των ΗΠΑ. Αλλά το μήνυμά του είναι μήνυμα ελπίδας: Μια υπενθύμιση ότι η αντίσταση είναι δυνατή και ότι «οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί στην κρατική βία δεν είναι ανούσια επιτεύγματα αυτών που έχουν καταβάλει προσπάθειες και έχουν πάρει την πρωτοβουλία να δεσμευτούν σ' ένα σοβαρό έργο για την ελευθερία, τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη, σε μια κοινωνία που προσφέρει περιορισμένα μέσα για τέτοια εγχειρήματα».
ΠΡΟΛΟΓΟΣ του βιβλίου
Αυτό το δοκίμιο για την πνευματική και πολιτική παράδοση (κουλτούρα) που εννοεί την τρομοκρατία βασίζεται σε ένα «υστερόγραφο», γραμμένο τον Δεκέμβριο του 1986, για αρκετές ξένες εκδόσεις του βιβλίου μου Turning the Tide. Αρχικά είχα την πρόθεση να δουλέψω το ίδιο υλικό προσθέτοντας όλα τα νεότερα στοιχεία, για μια καινούργια έκδοση σας Ηνωμένες Πολιτείες, πραγματευόμενος τις ακροάσεις για την υπόθεση Ιράν-Κόντρας, αλλά στην πορεία του ξαναγραψίματος το έργο πήρε μάλλον διαφορετικό χαρακτήρα, έτσι το έγραψα για μια ξεχωριστή έκδοση. Ωστόσο, θεωρώ γενικά ως υπόβαθρο την ανάλυση στο Turning the Tide και την περαιτέρω επεξεργασία στο Οn Power and Ideology, χωρίς ειδική αναφορά.
Το προηγούμενο υλικό πραγματευόταν αρκετά θέματα: Τα δεινά της Κεντρικής Αμερικής -τις αρχές στις οποίες στηρίζεται ο σχεδιασμός της πολιτικής των ΗΠΑ, όπως αποκαλύπτεται από ντοκουμέντα-, την εφαρμογή αυτών των αρχών στην επέμβαση στον Τρίτο Κόσμο, κυρίως όσον αφορά την Κεντρική Αμερική και την Καραϊβική, την εφαρμογή των ίδιων αρχών σε υποθέσεις εθνικής ασφάλειας και στις αλληλεπενέργειες μεταξύ βιομηχανικών δυνάμεων, καθώς και μερικά σχετικά γνωρίσματα της κοινωνίας στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Το κεντρικό -και όχι πολύ εντυπωσιακό- συμπέρασμα που αναδεικνύεται από τα ντοκουμέντα και τα ιστορικά αρχεία είναι ότι η διεθνής πολιτική και η πολιτική ασφάλειας των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στη δομή της εξουσίας στην εγχώρια κοινωνία, έχουν ως πρωταρχικό στόχο τη διαφύλαξη αυτού που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «πέμπτη ελευθερία», της οποίας το ωμό, αλλά πραγματικά ακριβές νόημα δεν είναι άλλο από την ελευθερία καταλήστευσης, εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, την ελευθερία ανάληψης οποιασδήποτε δράσης ώστε το υπάρχον προνόμιο να προστατεύεται και να προάγεται. Αυτή η καθοδηγητική αρχή παραβλέφθηκε, όταν ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ ανάγγειλε τις Τέσσερις Ελευθερίες τις οποίες θα στήριζαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στη σύγκρουση με το φασισμό: ελευθερία λόγου, ελευθερία θρησκευτικής λατρείας, ελευθερία από την ένδεια και ελευθερία από το φόβο.
Τα εσωτερικά ντοκουμέντα που αφορούν το σχεδιασμό των ΗΠΑ και -ακόμη πιο σημαντικό- το ξετύλιγμα των ίδιων των ιστορικών γεγονότων παρέχουν ευρείες μαρτυρίες για να εκτιμήσουμε τη σημασία που αποδίδεται στις Τέσσερις Ελευθερίες, στο δόγμα και στην πράξη, και για να αποδείξουμε την υποταγή τους στην Πέμπτη Ελευθερία, την καθοριστική αρχή η οποία εξηγεί σημαντικό μέρος αυτών που κάνει η κυβέρνηση των ΗΠΑ στον κόσμο. Όταν γίνεται αντιληπτό ότι οι Τέσσερις Ελευθερίες είναι ασυμβίβαστες με την Πέμπτη, κάτι που συμβαίνει τακτικά, αυτές παραμερίζονται, αποδίδοντάς τους ελάχιστη σημασία ή ενδιαφέρον.
Για να εφαρμόσει προγράμματα τα οποία σχεδιάζονται και εφαρμόζονται με αυτούς τους όρους, το κράτος πρέπει να υφάνει έναν πολύπλοκο ιστό αυταπατών και εξαπάτησης, με τη συνεργασία των ιδεολογικών θεσμών οι οποίοι υπηρετούν γενικά τα συμφέροντά του, κάτι που δεν μας εκπλήσσει καθόλου με δεδομένη την κατανομή του εγχώριου πλούτου και της εγχώριας εξουσίας, καθώς και τις φυσιολογικές λειτουργίες της «ελεύθερης αγοράς των ιδεών» που λειτουργεί εντός αυτών των εξαναγκασμών. Πρέπει να παρουσιάζουν τα γεγονότα της τρέχουσας ιστορίας υπό τον κατάλληλο φωτισμό, πραγματοποιώντας ασκήσεις «ιστορικής αναμόρφωσης», για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο τον οποίο επινόησαν Αμερικανοί ιστορικοί οι οποίοι πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στον πρόεδρο Ουίλσον στη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου πολέμου: «Να εξηγήσουμε τα ζητήματα του πολέμου έτσι ώστε να κερδίσουμε καλύτερα τον πόλεμο», όποια και αν είναι στην πραγματικότητα τα γεγονότα. Είναι συνηθισμένη άποψη ότι η ευθύνη των σοβαρών ακαδημαϊκών ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων, όπως και των πολιτικών ηγετών, είναι να εξαπατούν το κοινό για το δικό του καλό. Ο σεβάσμιος ιστορικός Τόμας Μπέιλι εξηγούσε το 1948: «Επειδή οι μάζες είναι διαβόητα κοντόθωρες και γενικά δεν μπορούν να δουν τον κίνδυνο παρά μόνο όταν τις αρπάξει από το λαιμό, οι πολιτικοί μας είναι υποχρεωμένοι να τις εξαπατούν, έχοντας γνώση των ίδιων των μακροπρόθεσμων συμφερόντων τους». Αυτή την άποψη ασπάστηκε πρόσφατα ο διευθυντής του Κέντρου Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Σάμιουελ Χάντιγκτον, που έγραψε το 1981 ότι «μπορεί κανείς να είναι υποχρεωμένος να πλασάρει [την επέμβαση ή άλλη στρατιωτική δράση] με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργεί την ψευδή εντύπωση ότι μάχεται εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες από την εποχή του Δόγματος Τρούμαν». Ακριβής εκτίμηση, που εφαρμόζεται καταλληλότατα στην Κεντρική Αμερική σήμερα. Και ο ακαδημαϊκός κόσμος πρέπει να στρατευτεί στην υπόθεση. Απευθυνόμενος ως πρόεδρος στην Ένωση Αμερικανών Ιστορικών, το 1949, ο Κόνγερς Ριντ εξηγούσε:
Πρέπει σαφώς να υιοθετησούμε αγωνιστική στάση, αν θέλουμε να επιβιώσουμε... Η πειθαρχία είναι η ουσιαστική προϋπόθεση κάθε αποτελεσματικού στρατού είτε αυτός βαδίζει υπό την Αστερόεσσα είτε κάτω από Σφυροδρέπανο... Ο ολοκληρωτικός πόλεμος, θερμός ή ψυχρός, επιστρατεύει τους πάντες και απαιτεί από τους πάντες να επωμιστούν το μερίδιό τους. Ο ιστορικός δεν είναι πιο ελεύθερος από αυτή την υποχρέωση από ό,τι ο φυσικός... Αυτό ηχεί ως συνηγορία υπέρ μιας μορφής κοινωνικού ελέγχου έναντι κάποιου άλλου. Με λίγα λόγια, είναι.
Γενικά, είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ότι ο εγχώριος πληθυσμός θα παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αδρανής, με περιορισμένες ικανότητες να αναπτύσσει ανεξάρτητους τρόπους σκέψης και αντίληψης, καθώς και να διατυπώνει εναλλακτικές πολιτικές -έστω εναλλακτικές θεσμικές διευθετήσεις- και να πιέζει αποτελεσματικά για αυτές τις εναλλακτικές πολιτικές, που μπορεί να θεωρούνταν προτιμότερες, αν αμφισβητούνταν το πλαίσιο της ιδεολογίας.
Τα μεταγενέστερα γεγονότα απεικονίζουν πολύ καλά τις θέσεις που αναπτύσσονται στο προγενέστερο υλικό στο οποίο αναφέρθηκα παραπάνω. Θα κάνω μια ανασκόπηση μερικών παραδειγμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται τα «σκάνδαλα» που ξέσπασαν στα τέλη του 1986 και οι συνέπειές τους, καθώς και των νέων απαιτήσεων που δημιούργησαν αυτές οι εξελίξεις για το ιδεολογικό σύστημα. Τα σκάνδαλα προκάλεσαν πολλά σχόλια και σκέψεις για τους πολιτικούς θεσμούς μας και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν. Πολλά από αυτά, πιστεύω, είναι αποτέλεσμα παραπλάνησης, για λόγους που θα προσπαθήσω να εξηγήσω στη συνέχεια. Το κύριο μέλημά μου θα είναι να εκτιμήσω τι μπορούμε να μάθουμε για τους εαυτούς μας, ιδιαίτερα για τον κυρίαρχο πνευματικό πολιτισμό και τις αξίες που τον καθοδηγούν, από την έρευνα των πρόσφατων γεγονότων και της αντίδρασης σε αυτά σε μια κρίσιμη στιγμή της αμερικανικής ζωής.
Η αφοσίωση στην Πέμπτη Ελευθερία δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί νέα μορφή κοινωνικής παθολογίας. Ούτε φυσικά ήταν επινόηση των «λευκών ορδών», που με «ενισχυμένο το επιθετικό πνεύμα τους από έναν υπεροπτικό, μεσσιανικό χριστιανισμό» και «παρακινούμενες από το μύθο της πλούσιας λείας, ...εξόρμησαν από τις δυτικοευρωπαϊκές κοιτίδες τους για να εξερευνήσουν, να επιτεθούν, να λεηλατήσουν, να κατακτήσουν, να κυβερνήσουν και να εκμεταλλευτούν τον υπόλοιπο κόσμο» κατά τους έξι, σχεδόν, αιώνες στη διάρκεια των οποίων «η Δυτική Ευρώπη και η διασπορά της αναστατώνουν την ειρήνη του κόσμου» - όπως αντιλαμβάνεται, όχι χωρίς λόγο, την προώθηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού ένας διεισδυτικός Αφρικανός σχολιαστής. Όμως, αυτός ο προορισμός του ισχυρού αποκτά συνεχώς νέες μορφές και νέες μεταμφιέσεις, καθώς ο πολιτισμός που τον στηρίζει περνάει από ποικίλα στάδια ηθικής δειλίας και πνευματικής διαφθοράς.
Ως οι τελευταίοι κληρονόμοι μιας αποτρόπαιης παράδοσης, θα έπρεπε τουλάχιστον να έχουμε την ακεραιότητα να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη χωρίς υπεκφυγές. Και όταν δεν μας αρέσει αυτό που βλέπουμε, όπως είναι το πιο σίγουρο ότι θα συμβεί, αν έχουμε την τιμιότητα να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα, έχουμε μια πολύ πιο σοβαρή ηθική ευθύνη, που θα πρέπει να είναι αρκετά σαφής.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις