0
Your Καλαθι
Τα σπασμένα χέρια της Αφροδίτης της Μήλου
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Το παρόν μυθιστόρημα συμπληρώνει μια τριλογία με τα δύο προηγούμενα (Απ' τα κόκαλα βγαλμένη και Ο θησαυρός του Ξέρξη), παρακολουθώντας τα αποκομμένα και χαμένα Χέρια του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου, που ανήκε σ' έναν μεγαλο-μεγάλο θείο του συγγραφέα για ένα σύντομο χρονικό διάστημα πριν να το αρπάξουν οι Γάλλοι, προκαλώντας άνισες ιστορικές και προσωπικές συνέπειες. [...]
Η μυθοπλασία της διαδρομής των Χεριών ανά τον κόσμο συμβολίζει, σύμφωνα με τον συγγραφέα, τον αποσπασματικό χαρακτήρα του έρωτα στην εποχή μας, με τις έντονες εξάρσεις του και τις εξίσου απότομες διακοπές, δίνοντάς του έναν βίαιο κι ακρωτηριασμένο χαρακτήρα. [...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Κατά μία άποψη η Αφροδίτη της Μήλου γοητεύει ανά τους αιώνες, όχι λόγω του κλασικού κάλλους του αγάλματος αλλά χάρη στις καταστροφές που υπέστη προπαντός εξαιτίας της ακρωτηριασμένης του κατάστασης. Σύμφωνα με τους οπαδούς αυτής της μάλλον ανορθόδοξης θέσης, η Αφροδίτη με τα σπασμένα χέρια, κομματιασμένη και συναρμολογημένη, δεν εκπροσωπεί το σωματικό ιδεώδες αλλά τη μορφή της μητέρας που όλοι κουβαλάμε εντός μας και η οποία επιζεί των φαντασιακών μας επιθέσεων. Οπως κι αν έχει, ο Ν. Βαλαωρίτης αφήνει την Αφροδίτη και τις πολλαπλές αναπαραστάσεις της ως τη «συρταρωτή» του Νταλί στους εικαστικούς και στους ψυχαναλυτές των ποικίλων σχολών και τάσεων και ασχολείται μόνο με τα σπασμένα χέρια της, στη δράση των οποίων ωστόσο δίνει και φροϋδικές ως και πλέον προωθημένες λακανικές ερμηνείες. Με αυτά ως κυρίαρχο θέμα και διάσπαρτο εκ πρώτης όψεως υλικό, συγγράφει ένα παιγνιώδες μυθιστόρημα, το οποίο και «μεταμοντέρνο» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, αφού διακωμωδεί «την ηθογραφία των πόλεων» που, σύμφωνα με τον συγγραφέα, έχει κατακυριεύσει στις ημέρες μας τη νεοελληνική πεζογραφία, αλλά και «σουρεαλιστικό» ως προς τη διάρθρωσή του.
Σε ποια ακριβώς κατάσταση αναδύθηκε η Αφροδίτη από τη γη της Μήλου υπό την σκαπάνη του χωρικού Γεώργιου Κεντρωτά μπροστά στα έκθαμβα βλέμματα του Ολιβιέ Βουτιέ, αξιωματικού της γαλλικής κορβέτας «Εσταφέτ», αγκυροβολημένης στο λιμάνι του νησιού, θα παραμείνει άγνωστο, λόγω και των πολλαπλών μαρτυριών, απαραίτητου στοιχείου για τη γένεση του μύθου. Πολλοί υποστηρίζουν πως έσωζε τουλάχιστον το αριστερό χέρι της, εκείνο που κρατούσε το Μήλον της Εριδος. Το σίγουρο είναι πως δόθηκε μάχη για χάρη της. Ως φαίνεται, ο πρόκριτος της Μήλου Ιάκωβος Ταταράκης, που ενεργούσε για λογαριασμό του δραγουμάνου του οθωμανικού στόλου Νικολάου Μουρούζη, τρίτου γιου του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Αλέξανδρου, κυρίως όμως συγγενή του συγγραφέα, είχε αρχίσει ήδη να φορτώνει τα κομμάτια του αγάλματος σε γαλαξιδιώτικο καράβι, όταν επενέβη ο γραμματέας της γαλλικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, κάποιος Μάρκελλος, απεσταλμένος του ίδιου του πρέσβη μαρκησίου ντε Ριβιέρ, και κατόρθωσε να το υφαρπάξει και να το στείλει πεσκέσι στον Λουδοβίκο, για το Λούβρο που είχε αδειάσει με τους ναπολεόντειους πολέμους.
Εκείνο όμως που ενδιαφέρει τον αναγνώστη του μυθιστορήματος είναι πως όλοι όσοι πρωταγωνίστησαν στην αρπαγή του αγάλματος, κόμητες και λόρδοι, φιλέλληνες και αρχαιοκάπηλοι αλλά και ζωγράφοι και σχεδιαστές που ακολουθούσαν τους πρέσβεις των μεγάλων και πάντα προστάτιδων δυνάμεων, διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο και στις τύχες των χεριών της Αφροδίτης, που τελικά, όπως αποκαλύπτεται στο ύστατο κεφάλαιο του βιβλίου, αλιεύτηκαν από ψαράδες της νήσου Μαδουρής παρά τη Λευκάδα. Ιδιοκτησία της οικογένειας Βαλαωρίτη, το νησί από τότε που ο μονόχειρ Μόσχος, γιος του ευρυτάνα οπλαρχηγού Χρήστου Βαλαώρα, κατέφυγε σε αυτό. Ο Δ.Χ. Σκλαβενίτης στο πρόσφατο μελέτημά του Νάνος Βαλαωρίτης. Χρονολόγιο - Βιβλιογραφία - Ανθολόγιο (από το 1933 ως το 1999), δυστυχώς δεν προσδιορίζει αν η Μαδουρή αποτελεί τμήμα των παραχωρηθέντων, από τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία στην οικογένεια, κτημάτων. Πάντως το κιβώτιο με τα χέρια παρέμεινε στο νησί, και δη στο υπόγειο της έπαυλης του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, όπου και το ανακάλυψε ο απόγονός του. Οπως συμβαίνει στα παραμύθια συνήθως με δαχτυλίδια, τα σπασμένα χέρια καθώς περνούν από χέρι σε χέρι φέρνουν στον εκάστοτε κάτοχό τους κακοτυχία σε όλα γενικώς τα πεδία πλην του ερωτικού, σύμφωνα και με το επεξηγηματικό μότο του μυθιστορήματος. Οπότε, προς εξορκισμό, ο αφηγητής-συγγραφέας ανασυνθέτει την ιστορία τους.
Κατά το οπισθόφυλλο, πρόκειται για το τελευταίο μέρος μιας τριλογίας, όπου τα δύο προηγούμενα βιβλία (Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη και Ο θησαυρός του Ξέρξη) είχαν γραφεί μέσα στην «κουτσή» δεκαετία του '60, την ηρωική εποχή που μια συντροφιά γύρω από τον Ν. Βαλαωρίτη εξέδιδε το περιοδικό «Πάλι». Και πράγματι, τα τρία μυθιστορήματα, πέραν της μορφικής τους συγγένειας, εκφράζουν και το ίδιο ανατρεπτικό πνεύμα. Το πιθανότερο γιατί τότε, όπως και σήμερα, ο συγγραφέας βιώνει εκ του σύνεγγυς την ελληνική πραγματικότητα ιδίως το λογοτεχνικό σινάφι που δείχνει να τον ενοχλεί. Ωστόσο το πρόσφατο βιβλίο, όπως και τα δύο προηγούμενα, συνιστά ένα αυτοτελές πολύτροπο και πολυπρόσωπο αφήγημα, κατά τη γνώμη μας άκρως διασκεδαστικό.
Σπονδυλωτό το μυθιστόρημα και η πρώτη ιστορία τοποθετείται στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα, την επαύριον της αναχώρησης από τη Μήλο της Αφροδίτης και ενώ το άγαλμα βρίσκεται ακόμη εν πλω. Οταν ο αφηγητής, κάτω από τις πλέον απίθανες συνθήκες, αποκτά τα σπασμένα χέρια και στο σπίτι όπου κρύβει το κιβώτιο λαμβάνει χώρα ερωτική πανδαισία πολλών μετεχόντων, ως ένα πρώτο σημάδι της μαγικής δύναμης των χεριών. Και στα επόμενα κεφάλαια παρεμβάλλονται ερωτικά παιχνίδια, κατ' εξαίρεσιν μάλιστα σε μερικές ιστορίες αποτελούν το κυρίως θέμα, όπως στον μακρύ μονόλογο της κοκόνας Μαρώς ενόσω πράττει τα δέοντα στον εραστή της ονόματι Ναθαναήλ· «φωστήρας του Εθνους», συγγραφέας, συνακόλουθα και ολίγον νωθρός, ουδεμία σχέση με τον συνονόματό του, τον βάναυσο Ναθαναήλ του Εμπειρίκου. Παρεμπιπτόντως, δεν αποκλείεται τα ερωτικά εδάφια του μυθιστορήματος, αν και περιγράφουν ξέφρενες και ευφρόσυνες καταστάσεις που θυμίζουν Μεγάλο Ανατολικό, να μην αρέσουν σε όσους είχαν βρει βαρετό και το ωκεάνιο μυθιστόρημα του Εμπειρίκου.
Ως αντίβαρο ωστόσο, υπάρχουν οι τρομερές και αλλόκοτες περιπέτειες των χεριών, καθώς το κιβώτιο βρίσκεται στο Γαλαξίδι κατά την πυρπόλησή του, στην Πόλη, όταν αποκεφαλίζεται ο Νικόλαος Μουρούζης, και στη συνέχεια σε πολλούς άλλους τόπους, σημαντικούς για τον Ελληνισμό. Ο συγγραφέας βάζει «τη μηχανή του χρόνου» να τρέχει μπρος - πίσω παλινδρομώντας στην Ιστορία ενώ ο αφηγητής και η γυναίκα αδιάκοπα μεταμορφώνονται και συναπαντιούνται με πλείστους όσους ήρωες, αγωνιστές και συγγραφείς. Αν και όσο προχωρεί η οδύσσεια των χεριών αποκαλύπτεται πως η Ιστορία δεν είναι παρά η πρόφαση, καθώς το ενδιαφέρον εστιάζεται στα ελληνικά λογοτεχνικά πράγματα, στον τοπικό στενό ορίζοντα και στον μιμητισμό, τοποθετημένα προς αντιδιαστολή στον ευρύτερο χώρο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αυτά θέλει ο συγγραφέας παντοιοτρόπως να σατιρίσει και όταν αναφέρεται σε επεισόδια της ελληνικής Επανάστασης και όταν στήνει μια ψυχαναλυτική συνεδρία ή μια διάλεξη στη Σχολή Μωραΐτη. Πρωταρχικό στοιχείο για τη διακωμώδηση τα λογοπαίγνια και η στρέβλωση των ονομάτων με παραπλανητικούς αναγραμματισμούς. Οπότε απομένει στον αναγνώστη ανάλογα και με το γνωστικό πεδίο του να κάνει τις προβολές σε υπαρκτά πρόσωπα. Ευτυχώς σε λιγοστές μόνο περιπτώσεις ο συγγραφέας εγκαταλείπει τους υπαινιγμούς επιτιθέμενος απροκάλυπτα. Αυτή την εκτεταμένη παρωδία άλλοι θα την βρουν διασκεδαστική και μερικοί εμπαθή.
Και αυτό το μυθιστόρημα του Ν. Βαλαωρίτη εμφανίζεται ως ένα αφηγηματικό αμάλγαμα· επικές, ψυχαναλυτικές και παραμυθικές διηγήσεις με υπερρεαλιστικά περάσματα, θεατρικοί διάλογοι και μονόλογοι, αποσπάσματα ποιημάτων εναλλάσσονται και αλληλοκαλύπτονται. Και αυτό το μυθιστόρημα μένει ανοιχτό στο τέλος· τα χέρια χαμένα και ο έρωτας εσαεί ανολοκλήρωτος.
ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 05-01-2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις