0
Your Καλαθι
Το ναυτάκι
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
Μια νύχτα, το ναυτάκι ονειρεύτηκε ότι πετούσε. Το όνειρο ήταν
τόσο ωραίο και τόσο ζωντανό που, όταν το ναυτάκι ξύπνησε, τα
μαλλιά του ήταν ανακατεμένα από τον αέρα...
Ηταν ένα μικρό παραπονεμένο ναυτάκι. Κυβερνούσε ένα μικρούτσικο σκαρί. Μόνο αυτό και κανείς άλλος στο καϊκάκι του, όπου πλάγιασε μια νύχτα και στο όνειρό του είδε ότι πετούσε. Ονειρο ολοζώντανο, γιατί τα μαλλιά του σαν να τα είχε αναδέψει ο πελαγίσιος άνεμος. Ονειρο που το ξεσήκωσε το ναυτάκι. «Θέλω να πετάξω», είπε στη μικρή γοργόνα. «Καλημέρα. Ξέρεις πώς μπορώ να τα καταφέρω;». Μα η μικρή γοργόνα του είπε: «...Δεν ξέρω πολλά από πέταγμα. Εγώ ασχολούμαι με το κολύμπι. Ρώτα καλύτερα κάποιον που πετάει». «Χα και χα!» έκανε το ναυτάκι. «Αυτοί που πετάνε δεν στέκονται να κουβεντιάσουν. Είναι ψαροπερήφανοι». «Ψωροπερήφανοι...», διόρθωσε η γοργόνα...
Κάποιος, κάποιος να του πει, κάποιος να εξηγήσει στο ναυτάκι πώς γίνεται και υψώνεσαι στις απλωσιές του ουρανού, ένα με τα πουλιά και τα φύλλα που πετούν και τις ψιχάλες. Ρώτησε, και ποιον δεν ρώτησε. Κι επέμενε.
Τελικώς το έκανε το ωραίο ταξίδι που ονειρεύτηκε το ναυτάκι. Ανέβηκε ψηλότερα από τις βουνοκορφές. Μέχρι τ' αστέρια έφτασε. Κι ας μην είχε φτερά. Είχε αποκτήσει φίλο. Εναν γλάρο. Εκεί, στην απεραντοσύνη, δεν χτύπησε παλαμάκια από τη χαρά του, βλέπετε τα χέρια του είχαν αγκαλιάσει το λαιμό του γλάρου.
Πολύ ωραίο το «Ναυτάκι». Χαρούμενο και χαριτωμένο, ένα παιχνίδισμα φαντασίας και πραγματικότητας, λόγου και υπονοούμενων. Και η εικονογράφηση, παρομοίως. Γεμίζει γλύκα την καρδιά και αισιοδοξία.
ΕΛΕΝΗ ΣΑΡΑΝΤΙΤΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/12/2002
τόσο ωραίο και τόσο ζωντανό που, όταν το ναυτάκι ξύπνησε, τα
μαλλιά του ήταν ανακατεμένα από τον αέρα...
Ηταν ένα μικρό παραπονεμένο ναυτάκι. Κυβερνούσε ένα μικρούτσικο σκαρί. Μόνο αυτό και κανείς άλλος στο καϊκάκι του, όπου πλάγιασε μια νύχτα και στο όνειρό του είδε ότι πετούσε. Ονειρο ολοζώντανο, γιατί τα μαλλιά του σαν να τα είχε αναδέψει ο πελαγίσιος άνεμος. Ονειρο που το ξεσήκωσε το ναυτάκι. «Θέλω να πετάξω», είπε στη μικρή γοργόνα. «Καλημέρα. Ξέρεις πώς μπορώ να τα καταφέρω;». Μα η μικρή γοργόνα του είπε: «...Δεν ξέρω πολλά από πέταγμα. Εγώ ασχολούμαι με το κολύμπι. Ρώτα καλύτερα κάποιον που πετάει». «Χα και χα!» έκανε το ναυτάκι. «Αυτοί που πετάνε δεν στέκονται να κουβεντιάσουν. Είναι ψαροπερήφανοι». «Ψωροπερήφανοι...», διόρθωσε η γοργόνα...
Κάποιος, κάποιος να του πει, κάποιος να εξηγήσει στο ναυτάκι πώς γίνεται και υψώνεσαι στις απλωσιές του ουρανού, ένα με τα πουλιά και τα φύλλα που πετούν και τις ψιχάλες. Ρώτησε, και ποιον δεν ρώτησε. Κι επέμενε.
Τελικώς το έκανε το ωραίο ταξίδι που ονειρεύτηκε το ναυτάκι. Ανέβηκε ψηλότερα από τις βουνοκορφές. Μέχρι τ' αστέρια έφτασε. Κι ας μην είχε φτερά. Είχε αποκτήσει φίλο. Εναν γλάρο. Εκεί, στην απεραντοσύνη, δεν χτύπησε παλαμάκια από τη χαρά του, βλέπετε τα χέρια του είχαν αγκαλιάσει το λαιμό του γλάρου.
Πολύ ωραίο το «Ναυτάκι». Χαρούμενο και χαριτωμένο, ένα παιχνίδισμα φαντασίας και πραγματικότητας, λόγου και υπονοούμενων. Και η εικονογράφηση, παρομοίως. Γεμίζει γλύκα την καρδιά και αισιοδοξία.
ΕΛΕΝΗ ΣΑΡΑΝΤΙΤΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/12/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις