0
Your Καλαθι
Διαχρονία και συνέργεια
Μια πολιτική πολιτισμού
Περιγραφή
Ο πολιτισμός είναι ταυτοχρόνως το πιο ευαίσθητο, το πιο επικίνδυνο και το πιο πρόσφορο πεδίο άσκησης πολιτικής. Γιατί οτιδήποτε γίνεται στο πεδίο αυτός συνδέεται, από την ίδια τη φύση του πράγματος, με την αισθητική και την ιδεολογία, τις νοοτροπίες και τα στερεότυπα, τη σχέση της με την Ιστορία. Όλα αυτά είναι ούτως ή άλλως βαθύτατα πολιτικά, καθώς συνδέονται τελικώς με κοινωνικές σχέσεις. Ο λόγος περί πολιτισμού είναι συνεπώς λόγος εξόχως πολιτικός, ακόμα και όταν είναι ανύποπτος.
ΚΡΙΤΙΚΗ
«ΤΟ ΝΑ διατυπώνει κανείς το αυτονόητο, είναι επαναστατικό». Η φράση αυτή του Αντόνιο Γκράμσι, την οποία μνημονεύει ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε ένα σημείο του βιβλίου του, συνοψίζει σε αδρές γραμμές την «πολιτική πολιτισμού» που οραματίζεται ο μακεδόνας πολιτικός και νυν αρμόδιος υπουργός της κυβέρνησης. Τα όρια, εσωτερικά και εξωτερικά, καθώς και οι ποικίλες πτυχές και εκφάνσεις μιας πολιτικής πολιτισμού, προσδιορίζονται στις 294 σελίδες της συλλογής άρθρων, παρεμβάσεων και ομιλιών «Διαχρονία και Συνέργεια», το εξώφυλλο της οποίας κοσμεί μια αφαιρετική εικαστική σύνθεση του ζωγράφου Γιάννη Μόραλη.
Ομολογουμένως, η ευχερής μετάβαση από το συγκεκριμένο στην αφαίρεση, από την τρέχουσα πραγματικότητα τη βοή του δήμου και της αγοράς σε μια πολιτική με κανόνες, ιεραρχήσεις και στόχους αποτελεί ένα από τα πλεονεκτήματα του βιβλίου και συνιστά προσφορά στον ευαίσθητο αναγνώστη, ο οποίος προβληματίζεται για τη θέση του πολιτισμού στο ζοφερό και δυσοίωνο τοπίο του επερχόμενου millennium. Υπουργός Πολιτισμού από το φθινόπωρο του 1996, ο κ. Βενιζέλος έδωσε το στίγμα των αντιλήψεών του από τις 20 Δεκεμβρίου της χρονιάς εκείνης, στην ομιλία του στη Βουλή κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του έτους 1997. Όραμα, μια πολιτική που να συνδυάζει τη «διαχρονία» με τη «συνέργεια». Η διαχρονία του ελληνικού πολιτισμού «δεν περιορίζεται στη μουσειακή αποτίμηση του βάρους της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, αλλά εκτείνεται μέχρι τη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία». Η συνέργεια είναι «η σύγκλιση όλων των δημιουργικών εμπνευσμένων πολιτιστικών δυνάμεων αυτού του τόπου σε μια ενιαία κοίτη».
Η προγραμματική αυτή σύλληψη είναι απλή, αλλά συνάμα και πολυπρισματική. Η «διαχρονία» εκφράζει την ελληνική κουλτούρα στην πλήρη (και μαχητική) ιστορική ανάπτυξή της σχηματικά θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ένα πολιτιστικό τόξο χρόνου από τον Όμηρο ως τον Ελύτη. Η «συνέργεια» απευθύνεται στις ανάγκες ενεργητικής διαχείρισης των πλούσιων και ποικίλων πολιτιστικών κοιτασμάτων της χώρας. Πολιτισμός και διαχείριση (ή, με κάποιες σημασιολογικές αποχρώσεις, κουλτούρα και μάνατζμεντ) αποτελούσαν κατά παράδοση έννοιες αντιθετικές, αλλά η ανυπόμονη και διεθνοποιημένη «εποχή της πληροφορίας», στην οποία κυματοδρομούμε από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '90, έχει νεωτερικές αντιλήψεις (και, εδώ που τα λέμε, αυξημένες απαιτήσεις).
Η προ τριετίας ομιλία του κ. Βενιζέλου στην Ολομέλεια της Βουλής κωδικοποιεί σε δραστικό λόγο τη σημασία μιας πολιτικής πολιτισμού για την Ελλάδα. Ο πολιτισμός δεν είναι απλώς «η ιδιοσυστασία του ελληνισμού» σε τρεις χιλιάδες και πλέον χρόνια ιστορίας αλλά αποτελεί στη σύγχρονη εποχή το «συγκριτικό μας πλεονέκτημα» στην κοινωνία των εθνών. Ο συγγραφέας αποκαλεί τον πολιτισμό «ζωτικό εθνικό πόρο». Ομολογουμένως, η, σε διεθνή κλίμακα, απίσχνανση των πολιτικών ιδεολογιών (λίγο πριν ή λίγο μετά το περιώνυμο «τέλος της Ιστορίας» το 1989) καθιστά πλέον τον πολιτισμό ισχυρό προσδιοριστικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητας. Τα παραδείγματα δεν είναι λίγα: από την εικόνα του αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον να παίζει σαξόφωνο (ζωντανή ενσάρκωση της κυριαρχίας της αμερικανικής μαζικής κουλτούρας) ως την απόπειρα της κυβέρνησης του Τόνι Μπλερ να υποβάλει σε «λίφτινγκ» τη Βρετανία, που εν μια νυκτί μετετράπη από «Γηραιά Αλβιώνα» σε «cool Britannia» (οι αγγλικοί όροι δεν χρήζουν επεξηγήσεως).
Αν ο ελληνικός πολιτισμός από τον Ηνίοχο των Δελφών ως τις βραβευμένες διεθνώς ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου αποτελεί εθνικό κεφάλαιο, αξιοποιήσιμο εκτός συνόρων, ο Ευάγγελος Βενιζέλος πραγματοποιεί ως αρμόδιος υπουργός το (αυτονόητο) βήμα προς τη διατύπωση μιας «εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής», της οποίας διατυπώνει τα δέκα κρίσιμα σημεία, επισημαίνοντας ότι έχει «ιδιαίτερη βέβαια σημασία για την Ελλάδα η προβολή της πολιτιστικής ταυτότητας και δυναμικής του ελληνισμού ως φαινομένου που υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια του ελληνικού κράτους». Όλα αυτά στον αντίποδα του «πνευματικού επαρχιωτισμού, του φολκλορισμού και της δίκην επαιτείας αναζήτησης του φιλελληνισμού που πολλές φορές διακρίνει τη δραστηριότητά μας στο εξωτερικό».
Αξίζει να σημειωθεί ότι το βιβλίο αναζητά πλείστες εκδοχές του πολιτισμού που διασυνδέονται με την πολιτική. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η διερεύνηση της θέσης (αλλά και της δυναμικής) του πολιτισμού στις κοινωνίες του αποκλεισμού ή, αν θέλετε, στις «κοινωνίες των 2/3». Ο συγγραφέας επιχειρηματολογεί πειστικά για τη λειτουργία του πολιτισμού ως στοιχείου υποστηρικτικού της κοινωνικής συνοχής «στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας». Η συζήτηση αυτή εκ των πραγμάτων εμπλέκεται με τις αντιλήψεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς για τον πολιτισμό και, από αυτή την άποψη, χρήζει προσεκτικής ανάγνωσης η ομιλία του κ. Βενιζέλου σε σχετικό συμπόσιο του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος στη Βιέννη στις αρχές του καλοκαιριού του 1998, που δημοσιεύεται στο βιβλίο. Αναπόφευκτα η μνεία του πολιτισμού στη Γηραιά Ηπειρο ξεκινά από τη λειτουργία του στην εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά, αλλά καταλήγει γρήγορα στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες: «Είναι ανάγκη», σημειώνει σχετικά ο έλληνας υπουργός Πολιτισμού, «να αποβάλει η ευρωπαϊκή πολιτιστική πολιτική τον αρνητικό και "αμυντικό" χαρακτήρα και να προσδιορισθεί θετικά, όχι σε μια αντιαμερικανική αλλά σε μια πανευρωπαϊκή βάση».
Τέλος, η επικαιρικότητα του βιβλίου επιβάλλει και την επισκόπηση της θέσης του πολιτισμού στην ανταγωνιστική οικονομία της ελεύθερης αγοράς. Θα πρέπει τα πολιτιστικά προϊόντα να εξισωθούν με τα καρότα και τις ντομάτες και να αφεθούν στην τύχη τους; Η απάντηση του υπουργού Πολιτισμού είναι αρνητική, ενώ παραδειγματική είναι η θέση του στο ζήτημα της ενιαίας τιμής βιβλίου. Παρά ταύτα, ο κ. Βενιζέλος εμφανίζεται επιφυλακτικός απέναντι στο ενδεχόμενο μιας γενικευμένης κρατικής παρέμβασης. «Πολιτική πολιτισμού», επισημαίνει, «δεν είναι, και δεν μπορεί να είναι, μια πολιτική επιχορηγήσεων». Πού βρίσκεται η ισορροπία; Ο κ. Βενιζέλος αποδίδει στο κράτος ρόλο «εγγυητή του πλουραλισμού» το κράτος «εγγυάται τον πολιτιστικό φιλελευθερισμό, ο οποίος κινδυνεύει από τις δυνάμεις της αγοράς με την επιχειρηματική έννοια του όρου». Συνάμα το κράτος «λειτουργεί ως ένα είδος εγγυητή της αισθητικής ποιότητας» μέσω και των βραβείων. Κοντολογίς, το κράτος επιτελεί θεσμικό ρόλο, δημιουργεί το πλαίσιο, αντίληψη που αντανακλά τη νομική παιδεία τού νυν υπουργού Πολιτισμού (ο οποίος είναι, ως γνωστόν, διαπρεπής συνταγματολόγος).
Από το θέατρο και τον κινηματογράφο ως την αρχαιολογία, τα μέσα ενημέρωσης και τη σύγχρονη θέση της διανόησης, το βιβλίο θίγει τα περισσότερα ζητήματα που σχετίζονται σήμερα με τη διαχείριση του πολιτισμού συμπεριλαμβανομένης και της δημοσιονομικής πενίας του αρμόδιου υπουργείου. Ο κ. Βενιζέλος δεν έχει αμφιβολίες: «Ο πολιτισμός», γράφει, «είναι ταυτοχρόνως το πιο ευαίσθητο, το πιο επικίνδυνο και το πιο πρόσφορο πεδίο άσκησης πολιτικής. Γιατί οτιδήποτε γίνεται στο πεδίο αυτό συνδέεται, από την ίδια τη φύση του πράγματος, με την αισθητική και την ιδεολογία, τις νοοτροπίες και τα στερεότυπα, την αυτοσυνειδησία της κοινωνίας: την πολυμορφία και τις αντοχές της, τη σχέση της με την Ιστορία και τις ποικίλες χρήσεις της, τη σχέση της με τους "άλλους"». Εν τούτοις, η προβληματική αυτή οδηγεί τον συγγραφέα σε γνώριμο (ή μάλλον στο εναρκτήριο) σημείο: «Ο λόγος περί πολιτισμού είναι εξόχως πολιτικός».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-01-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις