0
Your Καλαθι
Ανάμεσα στον μύθο και την πολιτική
Περιγραφή
Ο Jean-Pierre Vernant, επίτιμος καθηγητής στο College de France, εισηγήθηκε ένα νέο τρόπο αντίληψης των αρχαίων μύθων. Στον παρόντα τόμο, ο συγγραφέας μας καλεί σε μία «διαδρομή» ανάμεσα στον μύθο και την πολιτική, κατά την οποία περιγράφει τα στάδια διαμόρφωσής του και την πορεία που ακολούθησε ως στοχαστής και ως άτομο πολιτικά στρατευμένο απέναντι στα γεγονότα της εποχής του. Αντί, όμως, να μας παρουσιάζει μια πνευματική βιογραφία δύο όψεων, ο Jean-Pierre Vernant μας δείχνει πως «τόσο στην πορεία του ως στοχαστή όσο και στις επιλογές του ως πολιτικά στρατευμένου ατόμου, οι δύο αντιτιθέμενοι πόλοι του μύθου και της πολιτικής δεν έπαψαν ποτέ να συνδέονται».
ΚΡΙΤΙΚΗ
Γεννημένος πριν από 89 χρόνια, ο Ζαν-Πιερ Βερνάν σπούδασε φιλοσοφία και, μετά τον πόλεμο, αφοσιώθηκε στην έρευνα, κάνοντας μια δεκάχρονη μαθητεία στο πλάι του μεγάλου ελληνιστή Λουί Ζερνέ, διευθυντή σπουδών στο τμήμα Θρησκευτικών Σπουδών της Ecole Pratique des Hautes Etudes, και του Ινιάς Μεγιερσόν, θεμελιωτή της ιστορικής ψυχολογίας. Μέσα από αυτήν τη διαδρομή, διαμορφώθηκε ως μελετητής του αρχαιοελληνικού μύθου και της αρχαιοελληνικής θρησκείας, της πόλεως και των τρόπων με τους οποίους αυτή οργανώθηκε και οργάνωσε τον πολιτισμό των Ελλήνων. Αλλά αυτή η πλευρά είναι η μία όψη του Βερνάν. Μια όψη για την οποία μιλούσαν ήδη εξαιρετικά εύγλωττα τα προηγούμενα βιβλία του. Αλλά αν ο «μύθος» ήταν ο ένας πόλος, ο άλλος ήταν η πολιτική. Και στο, από κάποιες τουλάχιστον απόψεις, αυτοβιογραφικό αυτό βιβλίο, ο Βερνάν ελληνιστής παρουσιάζει και σε ένα άλλο κοινό, νεότερο ή πιο απόμακρο, τον Βερνάν μαχητή της Αντίστασης, τον Βερνάν κομουνιστή, τον Βερνάν που υπήρξε πάντα, μονίμως, στρατευμένος στις μεγάλες υποθέσεις της ελευθερίας.
Φοιτητής στη Σορβόνη, εντάχθηκε στο αντιφασιστικό κίνημα της δεκαετίας του '30· πολέμησε στον πόλεμο του '39 και, στη διάρκεια της Κατοχής, υπήρξε σημαντικό στέλεχος της Αντίστασης, από τους λίγους ένοπλους στη Γαλλία (ήταν στρατιωτικός αρχηγός των ένοπλων ομάδων της περιοχής Οτ-Γκαρόν). Μέλος του Κομουνιστικού Κόμματος, αλλά πάντα ανυπάκουος στην κομματική πειθαρχία, καταδίκασε δημοσίως τις επίσημες κομματικές θέσεις για τον πόλεμο της Αλγερίας, υπέγραψε το περίφημο Μανιφέστο των 121 ενάντια στα βασανιστήρια που διέπραττε ο γαλλικός στρατός στην Αλγερία και υπέρ του δικαιώματος της ανυποταξίας (1959) και εναντιώθηκε στην κομματική ερμηνεία για τα γεγονότα του Μάη του '68. Παρέδωσε τελικά την κομματική του ταυτότητα, διαμαρτυρόμενος για την τοποθέτηση του απόντος από την Αντίσταση Ζορζ Μαρσέ στη θέση του γενικού γραμματέα. Αλλά η στράτευσή του δεν σταμάτησε ποτέ και η πολιτική παρέμεινε και παραμένει ο «άλλος» πόλος γύρω από τον οποίο κινείται το εκκρεμές της ζωής του.
Δύο πόλοι; Η παρομοίωση είναι ίσως ατυχής, αφού ο «μύθος» και η «πολιτική» δεν αποτελούν δύο σημεία στα οποία μπορείς να πηγαινοέρχεσαι κατά βούλησιν, δεν είναι δύο δραστηριότητες που ασκείς ενώ αυτές παραμένουν περιχαρακωμένες η καθεμιά στο πεδίο της. Και ίσως αυτό είναι τελικά και το θέμα αυτού του βιβλίου: να δείξει, μέσα από το (παρά)δείγμα μιας συγκεκριμένης, συμπτωματικής, ζωής, ότι η μελέτη της αρχαίας Ελλάδας δεν είναι ποτέ αθώα, δεν μπορεί να είναι ποτέ ένας «τόπος» απομόνωσης από τη ζωή που μας περιτριγυρίζει, δεν μπορεί ποτέ ν' αποτελέσει μια «ουτοπία». Η πολιτική, η ζωή της πόλης και οι μεγάλες πολιτικές συγκρούσεις διαρκώς επεμβαίνουν στον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε την ελληνική αρχαιότητα. Και η λογική της πόλεως, η λογική των μύθων της και της μυθικής της σκέψης, η λογική της πολιτικής της, δεν μπορεί να μη σφραγίζουν και να μην αλλάζουν διαρκώς τον τρόπο με τον οποίο ζούμε τη δική μας τωρινή στράτευση στα μεγάλα αινίγματα του πολιτικού μας παρόντος.
Τυπικό παράδειγμα αυτών των διαρκών αλληλεπιδράσεων και αλληλεξαρτήσεων, το πρώτο κιόλας βιβλίο του Βερνάν, «Η καταγωγή της ελληνικής σκέψης», μια πρώτη απόπειρα προσέγγισης των τρόπων με τους οποίους η κοινωνική οργάνωση της πόλεως επέδρασε πάνω στη σταδιακή απομάκρυνση από τη μυθική σκέψη και στη γέννηση του τρόπου σκέψης και διανοητικής οργάνωσης του κόσμου που ονομάζουμε φιλοσοφία. Για τον Βερνάν, όσο κι αν αυτό δεν δηλώνεται πουθενά στο βιβλίο, ο στόχος δεν ήταν μόνον ιστορικός· πρόθεσή του ήταν να δείξει πως, εφόσον η ανακάλυψη του ορθού λόγου είναι ταυτόσημη με την ανακάλυψη του πολιτικού διαλόγου, η Σοβιετική Ενωση ήταν μια χώρα «θρησκευτική», στο βαθμό που είχε καταργήσει τη δημόσια συζήτηση.
Αυτός ο «θρησκευτικού» τύπου μαρξισμός δεν ήταν η μόνη από τις σύγχρονες θεωρίες (οι οποίες ευαγγελίζονται την κατοχή του κλειδιού για όλες τις πόρτες) που βρήκε στο πρόσωπο του Βερνάν έναν σκληρότατο επικριτή. Το περίφημο άρθρο του «Ο Οιδίποδας χωρίς σύμπλεγμα» αποτέλεσε την οριστική διανοητική καταβαράθρωση για όσους προσπαθούν, ερήμην της πολυσημίας, της αμφισημίας και της πολυπλοκότητας των ελληνικών μύθων, να τους ερμηνεύσουν με μία αποδεκατισμένη και υποβιβασμένη στο επίπεδο της μηδενικής απλούστευσης ψυχαναλυτική θεωρία.
Κι όμως, αυτό δεν τον εμπόδισε να βασίσει τη δουλειά της πρώτης ερευνητικής ομάδας που συγκέντρωσε γύρω του σε μία υπόθεση εργασίας καθαρά μαρξιστική: το κατά πόσον ο μαρξισμός έχει ισχύ στην ερμηνεία των αρχαίων πολιτισμών, του ελληνικού, του ρωμαϊκού, του κινέζικου, του ασσυρο-βαβυλωνιακού, του ινδικού. Κατά πόσον, δηλαδή, οι αναλύσεις του Μαρξ για το σύγχρονο καπιταλισμό μπορούσαν να έχουν νόημα στους αρχαίους κόσμους. Οπως αυτό δεν εμπόδισε τον Βερνάν να διαπιστώσει πως κάποια ψυχαναλυτικά διανοητικά εργαλεία έχουν σαφώς αξία στη μελέτη του τραγικού μύθου. Ασφαλώς ο Οιδίποδας, ως δραματικό πρόσωπο, δεν έχει απολύτως κανένα «οιδιπόδειο σύμπλεγμα», όπως δεν έχει «οιδιπόδειο» κανένα πρόσωπο κατασκευασμένο από μιαν αφήγηση. Πολύ περισσότερο τα πρόσωπα της τραγωδίας, που δεν έχουν ψυχολογικού τύπου χαρακτήρα. Αυτό όμως που προσφέρεται στην ψυχαναλυτική ερμηνεία είναι η ίδια η τραγωδία, μέσα από τη δομή της: εφόσον δηλαδή η τραγωδία συνίσταται πάντα σε μια ψυχαναλυτικού τύπου αναζήτηση.
Αλλά ο Βερνάν είναι, κυρίως, ο εισηγητής των ανθρωπολογικών και στρουκτουραλιστικών θεωριών στη μελέτη της ελληνικής αρχαιότητας. Ο πνευματικός τόπος τον οποίο ορίζουν τα έργα του είναι το σημείο συνάντησης της ιστορικής ψυχολογίας του Μεγιερσόν, της έρευνας πάνω στη μυθική καταγωγή του ελληνικού δικαίου (Ζερνέ) και της αναζήτησης των δομών της μυθικής σκέψης (Λεβί-Στρος). Αλλά όπως δεν ήταν υπάκουος μαθητής του ορθόδοξου μαρξισμού, έτσι δεν υπήρξε ποτέ πειθαρχημένος συνοδοιπόρος του μεγάλου στρουκτουραλιστικού κύματος που συνεπήρε τη μεταπολεμική Γαλλία. Αυτό δεν σημαίνει πως ο Βερνάν είναι ταγμένος να φέρνει αντιρρήσεις, έστω αντιρρήσεις συνειδήσεως. Ισως απλώς να σημαίνει πως το πεδίο της εργασίας του, η Ελλάδα, τον υποχρέωνε, όπως υποχρεώνει κάθε ιδιοφυή μελετητή της, σε συνεχείς ανατροπές των δεδομένων σχημάτων.
Οπως όμως μια σειρά από μαρξιστικής έμπνευσης ερωτήματα, γύρω από τον πόλεμο, τη γη, το θάνατο, τη μαντεία στην αρχαιότητα, οδήγησαν τον Βερνάν στη διατύπωση θέσεων που ανατρέπουν ριζικά τις παραδεδομένες, μαρξιστικές ή μη, αντιλήψεις ιστορικών και φιλολόγων για το τι σήμαιναν, πώς γίνονταν αντιληπτά και πώς οργανώνονταν όλες αυτές οι θεμελιώδεις δρατηριότητες στην Ελλάδα, έτσι και μια σειρά από ανθρωπολογικής κατεύθυνσης έρευνες του Βερνάν, γύρω από το μύθο, τη θυσία, το γάμο, την τραγωδία, και γύρω από κάποιες κεντρικές και συνάμα περιθωριακές θεότητες, όπως η Αρτεμις και ο Διόνυσος, ανέτρεψαν πλήρως τον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίναμε, μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, τον ελληνικό κόσμο.
Στη μεγάλη ανάλυση του μύθου του Προμηθέα, όπως αυτός αποτυπώνεται στον Ησίοδο, η θυσία εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της εξέγερσης του Τιτάνα που προσπαθεί να εμποδίσει το σχεδιαζόμενο από τον Δία αφανισμό των θνητών. Είναι η στιγμή που πρέπει πια να χωριστούν οι άνθρωποι από τους θεούς, όχι για να περάσουν στην κατάσταση των ζώων αλλά για να εγκαινιάσουν την κατάσταση του πολιτισμού. Και ταυτόχρονα, είναι η στιγμή που πρέπει να ξεκαθαριστούν τα χαρακτηριστικά των θεών. Η θυσία, αυτός ο μόνος πολιτισμένος τρόπος που διαθέτουν οι Ελληνες για να καταναλώσουν κρέας, είναι το μέσον για να ξεπεράσουν οι άνθρωποι την κατάσταση της αγριότητας του κυνηγιού ή της ωμοφαγίας, και να οργανωθούν σε κοινότητα, δηλαδή σε πόλιν. Το κρέας του ζώου, που θυσιάζεται τελετουργικά, μοιράζεται σε ίσες μερίδες μεταξύ των συμμετεχόντων. Αλλά, η θυσία ορίζει επίσης και τον τρόπο επικοινωνίας με τους θεούς: οι θεοί θα πάρουν κι αυτοί το δικό τους μέρος: το λίπος και τα κόκαλα που θα καούν πάνω στο βωμό. Η κοινότητα των ανθρώπων έχει πλέον οριστεί ως διαφορετική από αυτήν των θεών, αλλά ταυτόχρονα η ανθρώπινη κατάσταση έχει οριστεί ως μια κατάσταση διαρκούς, οργανωμένης επαφής με το θείο.
Η προμηθεϊκή θυσία δεν ορίζει μόνον πώς θα τρέφονται στο εξής οι άνθρωποι για να παραμείνουν στην ανθρώπινη κατάσταση. Ορίζει και πώς θα αναπαράγονται, πώς θα ζουν στο εξής την εκπολιτισμένη σεξουαλικότητα. Ο Τιτάνας δεν κατάφερε ώς το τέλος να ξεγελάσει τον Δία και τώρα οι άνθρωποι καλούνται να πληρώσουν: η κατασκευή της Πανδώρας από τους θεούς, της πρώτης γυναίκας, ή μάλλον της πρώτης «νύφης», και το χάρισμα αυτού του «καλού κακού» στους ανθρώπους, σημαίνει την εισαγωγή της γυναίκας και του γάμου ως μόνου πολιτισμένου και πολιτικού τρόπου αναπαραγωγής των ανθρώπων, αυτών των πλασμάτων που ο Δίας τοποθέτησε οριστικά ανάμεσα στα ζώα και τους θεούς.
Ομως, αυτός ο θεμελιακός μύθος είναι «θρησκεία», «ποίηση» ή «πολιτική οργάνωση»; Ισως η απάντηση σ' αυτό το ερώτημα ν' αποτελεί τη σημαντικότερη προσφορά του Βερνάν. Για μας σήμερα είναι πολύ δύσκολο ν' απαντήσουμε αν οι Ελληνες πίστευαν στους μύθους τους και στους θεούς τους, γιατί η ελληνική θρησκεία, μια θρησκεία χωρίς ιερό βιβλίο, χωρίς ιερατείο, χωρίς δόγμα και χωρίς αιρέσεις, εκφραζόταν, στο επίπεδο της «πίστης», μέσα από ποιητικά κείμενα, μέσα από τους ποιητές. Και ο ποιητής, είτε πρόκειται για τον αοιδό της αρχαϊκής εποχής είτε για το λυρικό ποιητή ή ακόμα και τον τραγικό ποιητή, είναι η συλλογική μνήμη της κοινωνίας. Στα ποιήματά τους είναι συγκεντρωμένη η γνώση που αποτελεί το τσιμέντο της κοινωνικής συνοχής. Κι αν θεωρούμε πια κοινό τόπο το γεγονός ότι η φιλοσοφία αποτελεί θυγατέρα του μεγάλου ιστορικού φαινομένου που ήταν η Πόλις, είναι επίσης αναμφισβήτητο πως η ελληνική θρησκεία (και τα δύο συμπληρωματικά της συστατικά, ο μύθος και η λατρεία) ήταν μια θρησκεία βαθιά πολιτική.
Ανάμεσα στο Μύθο και την Πολιτική είναι βέβαιο πως δεν υπάρχουν περιθώρια επιλογής.
ΕΛΕΝΑ ΠΑΤΡΙΚΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 05/12/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις