Οδύνη

Αυτοβιογραφικό χρονικό
57208
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:339
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1995
ISBN:9789607478160


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Ένα ανέκδοτο, ώς σήμερα στην Eλλάδα, πεζό κείμενο του Nικηφόρου Bρεττάκου, γεμάτο αυτοβιογραφικά στοιχεία. Aνάμεσα στην εξομολόγηση και το δοκίμιο, είναι κείμενο που ανοίγει συρτάρια μνήμης και όπου οι προσωπικές περιπέτειες του ποιητή γίνονται αφορμή για την εξερεύνηση της παγκόσμιας ανθρώπινης οδύνης.






ΚΡΙΤΙΚΗ



Η Οδύνη αποτελεί τον επώδυνο καρπό του διακαούς πόθου του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου να βγάλει, από τα βάθη της ύπαρξής του, στην επιφάνεια και να εκθέσει, σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του αλλά, συνάμα, και της νεότερης ιστορίας μας, πολύτιμα κοιτάσματα πείρας, μνήμης, σκέψεων και σκληρών παθημάτων, από τα οποία κατάφερε να αποσπάσει τα απαραίτητα, για έναν ευαίσθητο ψυχισμό σαν τον δικό του, διδάγματα καθημερινής και οικουμενικής σοφίας. Την ιδέα για τη συγγραφή αυτού του «ανένταχτου» σε ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος βιβλίου, ο Βρεττάκος θα πρέπει να τη συνέλαβε -όπως μας πληροφορεί ο θαυμάσια και με τιθασευμένη συγκίνηση προλογίζων την έκδοση, γιος του, Κώστας Βρεττάκος -γύρω στα 1965, λίγο πριν από τα γεγονότα της αποστασίας· στην ηλικία των 54 ετών, σε μια περίοδο βιολογικής και πνευματικής -υπαρξιακών διαστάσεων- κρίσης, έχοντας διανύσει μια «μοναχική πορεία, που είχε χαράξει από το 1940». Οταν αισθάνεται βαθύτατα πιεσμένος από την ανάγκη να εκμυστηρευθεί λεπτομέρειες της ζωής του, «καταχωνιασμένες στις πιο σκοτεινές κρύπτες της μνήμης του» και, κυρίως, όταν κρίνει ότι οι συνθήκες για την πραγματοποίηση ενός επώδυνου και επικίνδυνου, σαν αυτό, εγχειρήματος έχουν μέσα του ωριμάσει: οι άνθρωποι που, παντοιοτρόπως, τον σημάδεψαν, έχουν χάσει το σάρκινο περίγραμμά τους· έχουν γίνει, οι περισσότεροι, σκιές κι έτσι είναι απρόσβλητοι από τις σκέψεις (θετικές ή αρνητικές) και τα συναισθήματα (καλά ή κακά) των επιζώντων.

Απολυμένος αμέσως μετά την πτώση του Γεωργίου Παπανδρέου και παρακινημένος από μερικούς στενούς του φίλους, το 1966 ξεκινάει το σχεδιασμό, μάλλον, της Οδύνης: το ξεκαθάρισμα και τη συγκεκριμενοποίηση των προθέσεων και των στόχων του, οι οποίοι δεν περιορίζονται στη συγγραφή ενός απλώς ωραίου βιβλίου. Αποσκοπούν στον επίπονο συνδυασμό πολλών και, συχνά, ετερόκλητων στοιχείων· στην ομοκεντροποίηση διαφορετικών βλέψεων, προκειμένου να προκύψει ένα αποτέλεσμα-κείμενο «διδακτικό» και μαζί «λογοτεχνικό» και «φιλοσοφικό»· ένα βιβλίο «οικουμενικά χρήσιμο», στις σελίδες του οποίου, «με αφορμή την ιστορική διαδρομή της ζωής του», να «πραγματευθεί την εθνική και παγκόσμια Οδύνη σε μια εποχή κατά την οποία ο κίνδυνος της πολιτικής εκτροπής είναι ορατός». Η προσπάθεια όμως που ξεκινάει το '66 διακόπτεται και η ολοκλήρωση της Οδύνης πραγματοποιείται, έπειτα από περιόδους αναστολών και αμφιταλαντεύσεων, στην Παιδούπολη Πεσταλότσι της Ελβετίας, όπου ο ποιητής φιλοξενείται και ζει αυτοεξόριστος από τον Οκτώβριο του '67 ώς τις αρχές του '70, χωρίς κανέναν οικονομικό πόρο, με τα μέλη της οικογένειάς του διασκορπισμένα στην Ευρώπη και το γιο του στην Ελλάδα, με απαγορευμένη την έξοδό του από τη χούντα· πιο συγκεκριμένα, η γραφή της Οδύνης ολοκληρώνεται τους δύο τελευταίους μήνες του '68, όπως βεβαιώνεται και από επιστολή του ποιητή προς τον προλογίζοντα την παρούσα έκδοση γιο του.

Κάπως έτσι προκύπτει η Οδύνη· ένα βιβλίο με πολλά αυτοβιογραφικά γνωρίσματα -χωρίς ωστόσο, να είναι αυτοβιογραφία- με ημερολογιακές σημειώσεις, μιας συγκεκριμένης περιόδου -χωρίς να αποτελεί ημερολόγιο- με μόνο σταθερό στοιχείο την έντονη εξομολογητική διάθεση του συγγραφέα, διάθεση που άλλοτε συμβάλλει στη δημιουργία ενός ψυχογραφικού κλίματος και άλλοτε ωθεί τον «εξομολογούμενο» στους χώρους του χρονικού και του δοκιμίου. Ανετα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αυτοβιογραφικές οι σελίδες όπου ο ποιητής ανακαλεί με πάσα λεπτομέρεια μνήμες, της παιδικής και της εφηβικής του ηλικίας, παρακινημένος από την ανεξήγητη, σχεδόν μυστικιστική έλξη αλλά και θαλπωρή που αισθάνεται κανείς ξαναζώντας σε τόπους εύοσμους κάποτε μα τώρα ρημαγμένους, με θέα τοπία θεσπέσια, μες στην αχλύ του θρύλου και της ιστορίας, ανάμεσα σε πρόσωπα που όλα μαζί συνθέτουν το ατομικό του καθενός εικονοστάσι· αυτοβιογραφικές θα μπορούσαν, επίσης, να χαρακτηριστούν οι σελίδες όπου ο ποιητής αναφέρεται στα πρώτα χρόνια που έζησε στην Αθήνα, ερχόμενος για πρώτη φορά σε επαφή με τον απρόσωπο και αδυσώπητο κόσμο της μεγάλης πόλης και με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με τη μορφή ημερολογιακών εγγραφών καταθέτει τη στρατιωτική-πολεμική εμπειρία του στο Αλβανικό Μέτωπο, από την αρχή του πολέμου ώς τις 9 Μαΐου 1941, οπότε: «Πεζοπορώντας -εγώ κι ο λοχίας- και ζητιανεύοντας από χωριό σε χωριό, φτάνουμε στην Αθήνα», ενώ, όλα όσα συμβαίνουν στη συνέχεια (Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος, διώξεις της Αριστεράς κ.λπ.), τον στιγματίζουν ανεξάλειπτα και τον θέτουν μπροστά σε ένα τεράστιο, σκοτεινό κι απειλητικό για την πνευματική του ακεραιότητα πρόβλημα: αυτό της ευθύνης του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος οφείλει, συνειδητοποιώντας τους επίβουλους, και δυσερμήνευτους μηχανισμούς της καταστροφής και της κοινωνικής αδικίας, να διατηρήσει την ανθρώπινή του υπόσταση και, με την έμφυτη τάση του προς το δίκιο, να προσπαθήσει να δει τα πράγματα «χωρίς να τα παραμορφώνει αλλά να τα παρουσιάζει όπως είναι, όχι στη μορφή τους αλλά στις ρίζες τους». Στις σελίδες αυτές είναι που η «κατάθεση» αποκτά ψυχογραφικές διαστάσεις, τείνοντας άλλοτε προς το χρονικό των τραγικών μεταπολεμικών γεγονότων και καταστάσεων, ελληνικών και παγκόσμιων, και άλλοτε προς το δοκίμιο.

Η Οδύνη θα πρέπει να υπήρξε ένα ιδιαίτερως βασανιστικό βιβλίο για τον Βρεττάκο. Γραμμένο κατά τη διάρκεια μιας οξύτατης εσωτερικής κρίσης του συγγραφέα, σε μια σκοτεινή περίοδο της ελληνικής ιστορίας και, γενικά, μέσα σε έναν κόσμο που προσπαθεί αλλού να επιβάλει διά της βίας πρόσωπα και καταστάσεις, και αλλού να επαναπροσδιορίσει το κοινωνικό και το πνευματικό του πρόσωπο (Μάης '68, Βιετνάμ, ρωσική εισβολή στην Πράγα, εξέγερση στα αμερικανικά πανεπιστήμια κ.λπ.), δεν μπορεί παρά να τον έθεσε συχνά μπροστά σε πολλά και διάφορα, πάντοτε επώδυνα διλήμματα. Και να τον έκανε, το ίδιο συχνά, να μετακίνησε τους στόχους του ή να άλλαξε πλεύση για την επίτευξή τους, προκειμένου να διατηρήσει ακέραιο το πρόσωπό του και να κληροδοτήσει όσο γίνεται εναργέστερα το «πιστεύω» του για τη μοίρα του ανθρώπου, όπως αυτό σφυρηλατήθηκε μέσα στο στρόβιλο σχεδόν ενός ολόκληρου αιώνα. Ενα πιστεύω που θα μπορούσε να συνοψιστεί στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για τη δημιουργία μιας νέας θρησκείας: της θρησκείας του ανθρώπου και, κατ' επέκτασιν, στη ρήση ότι «το αίσθημα της Αγάπης, είναι ένα κλίμα αθανασίας μέσα στον άνθρωπο. Η συνείδηση είναι το βάθος του ανθρώπου. Η αγάπη είναι το πλάτος του». Κι όλ' αυτά, διά της οδύνης· μόνον αυτή μπορεί να προσδώσει στην ανθρώπινη συνείδηση την αίσθηση της οικουμενικότητας. Ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά ότι μέσω της οδυνηρής περιπέτειας της ζωής του μπόρεσε να αφουγκραστεί την καρδιά του ανθρώπου, την καρδιά του κόσμου ολόκληρου, το ίδιο καθαρά με την καρδιά των πολύ κοντινών του ανθρώπων· ότι «μέσα σ' αυτήν την Οδύνη, έκανε τη μεγάλη σπουδή, που πουθενά αλλού δε διδάσκεται».

ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/05/2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!