0
Your Καλαθι
Οι οικισμοί αγγειοπλαστών της Σίφνου (Δεμένο)
Ένα παράδειγμα ανώνυμης αρχιτεκτονικής ως έκφραση του περιβάλλοντος, του τρόπου ζωής, της οικονομίας και της οικιστικής μορφής
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το καλοκαίρι του 1975 βρέθηκα στη Σίφνο φιλοξενούμενος σε ένα κελί της Χρυσοπηγής. Ο ιδιοκτήτης μιας μικρής ταβέρνας, όπου κατέλυσα ένα μεσημέρι μαζί με τον φίλο και συνάδελφό μου Θόδωρο Παπαδάκη, όταν πληροφορήθηκε πως είμαι αρχιτέκτονας, μου μίλησε για έναν παλιό του φίλο, έναν παθιασμένο με την αρχιτεκτονική του νησιού γερμανό αρχιτέκτονα. Και για την επιβεβαίωση των λόγων του μου πρότεινε δύο πανομοιότυπα βιβλία - επενδυμένα πρόχειρα αλλά φροντισμένα με μια πράσινη ζελατίνα - που είχε φυλαγμένα σε ένα συρτάρι του. Εμεινα κατάπληκτος με αυτό που κρατούσα στα χέρια μου: ήταν το βιβλίο του αρχιτέκτονα Φρίντριχ Χριστόφ Βάγκνερ με εκατοντάδες σκίτσα και φωτογραφίες, ακριβή σχέδια με αποτυπώσεις κτιρίων, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες και τυπολογικές μελέτες για τα οικοδομήματα των αγγειοπλαστών του νησιού.
Δυστυχώς, το εκπληκτικό αυτό έργο ήταν στη γερμανική γλώσσα και έτσι δεν είχα τη δυνατότητα να το μελετήσω σε βάθος. Είκοσι πέντε όμως χρόνια αργότερα επιδίωξα και κατάφερα να πληροφορηθώ ποιος ήταν ο Φρίντριχ Βάγκνερ, ο συγγραφέας που για έξι συνεχόμενα χρόνια γύριζε απ' άκρη σ' άκρη όλο το νησί σκιτσάροντας, φωτογραφίζοντας και μελετώντας. Σήμερα, με την ιδιότητα μου ως υπουργού Αιγαίου, πραγματοποίησα την επιθυμία που μου γεννήθηκε από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε το βιβλίο στα χέρια μου: την έκδοσή του στην ελληνική γλώσσα και την παράδοση με αυτόν τον τρόπο στο ελληνικό κοινό ενός ανεκτίμητου θησαυρού για την κατανόηση και τη διάσωση της λαϊκής αρχιτεκτονικής παράδοσης.
Ο Βάγκνερ γνώρισε τη Σίφνο στη δεκαετία του 1960, σε μια περίοδο δηλαδή κατά την οποία το νησί βρισκόταν σε ένα μεταίχμιο. Είχε ξεκινήσει η οικονομική και δημογραφική μεταπολεμική αιμορραγία αλλά ο τόπος διατηρούσε αναλλοίωτη την αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία, ανέγγιχτος ακόμη από την τουριστική και παραθεριστική ανάπτυξη που σήμερα κυριαρχεί. Ο μεγάλος αριθμός μεμονωμένων εργαστηρίων αλλά και ολόκληρων οικισμών αγγειοπλαστών (τσιγκαλαριών) μαρτυρούσε μια αξιοσημείωτη παράδοση χειροτεχνίας και έναν σημαντικό αγροτικό - χειροτεχνικό πολιτισμό που έφθινε, αλλά διατηρούσε ακόμη διακριτούς τους παράγοντες και τις συνθήκες που τον διαμόρφωσαν. Ο ιδιόμορφος αυτός πολιτιστικός πλούτος κίνησε το ενδιαφέρον του Φρίντριχ Βάγκνερ. Στόχος του ήταν η μελέτη της λαϊκής «ανώνυμης» αρχιτεκτονικής μέσα από τη θεώρηση των παραγόντων που τη διαμόρφωσαν: του περιβάλλοντος, του διαθέσιμου κατασκευαστικού υλικού, των κοινωνικών δεδομένων, της ιστορικά επικρατούσας οικιστικής παράδοσης, της χειροτεχνικής επιδεξιότητας των δημιουργών και της μορφής της τοπικής οικονομίας.
Ο συγγραφέας ξεκινά περιγράφοντας τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που συντέλεσαν στην ανάπτυξη των αγγειοπλαστικών οικισμών στη Σίφνο: το ευνοϊκό για τις εξωτερικές εργασίες κλίμα, τα αποθέματα αργίλου, τη δυνατότητα εγκατάστασης των εργαστηρίων κοντά στη θάλασσα. Στο επόμενο κεφάλαιο ο μελετητής προχωράει στην ανάλυση των κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων της σιφνιακής κοινωνίας και εστιάζει στον ιδιαίτερο τρόπο ζωής των αγγειοπλαστών. Διαπιστώνει ότι η ανώνυμη αρχιτεκτονική των τσιγκαλαριών «σε κάθε εποχή αποτελεί για την αντίστοιχη κοινωνία την έγκυρη έκφραση των εμπειριών της ζωής». Κάθε σημαντική εξέλιξη των κοινωνικών, οικονομικών ή παραγωγικών δεδομένων εκφράζεται άμεσα στις μεταβολές - προσαρμογές του δομημένου περιβάλλοντος. Το εκτενέστερο κεφάλαιο του βιβλίου αναφέρεται στην οικιστική μορφή των τσιγκαλαριών της Σίφνου. Αυτή προσεγγίζεται εξετάζοντας κατ' αρχάς το εθιμικό πλαίσιο οικοδόμησης, τα προσφερόμενα οικοδομικά υλικά και τις επικρατούσες κατασκευαστικές επιλογές. Οι δομικές μορφές των αγγειοπλαστείων ανήκουν σε μια παλιά αρχιτεκτονική παράδοση: τη δόμηση με μεμονωμένα κυβόσχημα κτίσματα ποικίλης επιφάνειας και ύψους, στα οποία μπορούν να προσκολληθούν νέα σε όλες τις πλευρές τους ανάλογα με τις εκάστοτε λειτουργικές ανάγκες.
Ο συγγραφέας εστιάζει στην κατανόηση της δομής των κατασκευών. Περιγράφει την οργάνωση και την πορεία των εργασιών στην αγγειοπλαστική τέχνη καθώς και τους αντίστοιχους εξοπλισμούς και τις διαρρυθμίσεις των εργαστηρίων. Παντού κυριαρχεί το «ανθρώπινο μέτρο»: οι εσωτερικοί χώροι είναι ανάλογοι προς τις σωματικές διαστάσεις και ο εξοπλισμός σε αποστάσεις προσιτές για τα μέλη του σώματος. Ο δομημένος χώρος είναι εύκολα εποπτεύσιμος, το σύνολο των κανόνων που τον διέπουν ξεκάθαρο. Μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου αναδεικνύεται η ομορφιά των απλών και λιτών κτισμάτων στους οικισμούς και στην ύπαιθρο. Οι οικισμοί των αγγειοπλαστών εμπεριέχουν όλες τις αρετές της ανώνυμης λαϊκής νησιώτικης αρχιτεκτονικής. Αποτελούν κάτι περισσότερο από λαϊκά οικοδομικά έργα που στοχεύουν στην κάλυψη αυτονόητων αναγκών. Πρόκειται για μια συγκεκριμένη και διακριτή τοπική αρχιτεκτονική έκφραση, ο σχεδιασμός της οποίας έχει γίνει με δημιουργική ευαισθησία, σε πλήρη αντιστοιχία με τα τοπογραφικά δεδομένα, και έχει ενταχθεί πλήρως στη γενική εικόνα του τοπίου.
Στο παράρτημα που καλύπτει τη μισή περίπου έκταση του βιβλίου ο συγγραφέας-αρχιτέκτονας καταγράφει με επιστημονικό τρόπο τα υπάρχοντα εργαστήρια αγγειοπλαστικής, σύγχρονα και παλιά, άρτια και κατεστραμμένα, σε κάθε σημείο της Σίφνου. Με λεπτομερείς σχεδιαστικές και φωτογραφικές αποτυπώσεις ταξινομεί την εξελικτική πορεία των εργαστηρίων και των καμινιών συσχετίζοντάς τα παράλληλα με ανάλογα αρχιτεκτονικά σύνολα αγγειοπλαστών στην υπόλοιπη Ελλάδα, όπως αυτά στις Μαργαρίτες της Κρήτης και αλλού.
Για τη μακροχρόνια και κοπιώδη ενασχόληση με το νησί της Σίφνου και το σύνολο του έργου που μας παραδίδει, πιστεύω ότι όλοι εμείς που ασχολούμαστε με την προστασία της ελληνικής αρχιτεκτονικής και του περιβάλλοντός της οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον καθηγητή Φρίντριχ Βάγκνερ. Ξέχωρα θα ήθελα να ευχαριστήσω και προσωπικά τον κ. Βάγκνερ, γιατί η γνωριμία με αυτό το βιβλίο αποτέλεσε για μένα ιστορικό σταθμό και συγχρόνως πνευματικό οδηγό. Το έργο του υπήρξε πυξίδα για τη στοιχειοθέτηση ενός δικού μου πονήματος με τίτλο Μια άγνωστη αρχιτεκτονική - Οι Μάντρες της Λήμνου. Βέβαια, συγκριτική αξιολόγηση των δύο προσπαθειών δεν είναι δυνατή ούτε ως προς το μέγεθος ούτε ως προς τη σπουδαιότητά τους.
Νίκος Σηφουνάκης (αρχιτέκτονας), ΤΟ ΒΗΜΑ , 07-04-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις