0
Your Καλαθι
Κριτική θεωρία: Παράδοση και προοπτικές
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Από το Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, η «κριτική θεωρία» ή «σχολή της Φρανκφούρτης» δεν σταμάτησε να δίνει γόνιμα ερεθίσματα για τη συγκρότηση μιας κοινωνικής θεωρίας, ικανής να δώσει μια αξιόπιστη περιγραφή του δεδομένου και την προοπτική μιας δυνατής απελευθερωτικής αλλαγής του. Τα κείμενα του τόμου αυτού αποτελούν μια πρώτη, συνολική όσο και πλουραλιστική, ελληνική συμβολή στη θεωρητική συζήτηση γύρω από αυτό το σημαντικό θεωρητικό-επιστημονικό εγχείρημα, συζήτηση η οποία συνεχίζεται αμείωτη διεθνώς. Οι ενότητες του τόμου ανασυγκροτούν την ανάπτυξη της κριτικής θεωρίας από το πρώιμο έργο του Χορκχάιμερ στον Αντόρνο και ύστερα στην επικοινωνιακή θεωρία του Χάμπερμας, παρακολουθώντας συγχρόνως τις μετατοπίσεις στον θεμελιωτικό προβληματισμό της. Όλα τα κείμενα του τόμου διαπερνώνται από την ίδια αγωνία για το μέλλον της "κριτικής θεωρίας", από την ίδια ώθηση για επανεξέταση της παράδοσης ενόψει των νέων θεωρητικών και πρακτικών καθηκόντων που θέτει η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μια ιδιαίτερη «παράδοση» της ελληνικής αγοράς του βιβλίου θέλει τους συλλογικούς τόμους να συναντούν μικρή ζήτηση από μέρους του κοινού. Πόσο μάλλον όταν ένας τέτοιος τόμος περιλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά κείμενα Ελλήνων συγγραφέων. Αυτός είναι ίσως ένας από τους λόγους που οι εκδότες δεν είναι συνήθως ιδιαίτερα πρόθυμοι να μπουν σε τέτοιες «δύσκολες» εκδοτικές περιπέτειες. Αντιθέτως, οι συλλογικές εργασίες είναι πολύ διαδεδομένες σε χώρες του εξωτερικού (ακόμα και στους εμπορικούς εκδοτικούς οίκους), καθώς αποτελούν ένα σημαντικότατο μέσο για την ανάπτυξη της έρευνας στους τομείς των ανθρωπιστικών επιστημών, λειτουργώντας ως οδοδείκτες στις σύγχρονες συζητήσεις, αποκρυσταλλώνοντας επιχειρήματα, ερμηνείες και νέα επιτεύγματα του πνεύματος και προωθώντας με αυτό τον τρόπο την κριτική σκέψη. Ως τέτοιο μέσο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και το πρόσφατο εκδοτικό εγχείρημα των εκδόσεων «Νήσος», «Κριτική θεωρία: Παράδοση και προοπτικές», που επιμελήθηκε ο επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Κωνσταντίνος Καβουλάκος. Πρόκειται για έναν συλλογικό τόμο που αποτελεί αδιαμφισβήτητη μαρτυρία του επιπέδου στο οποίο έχει φτάσει η έρευνα σχετικά με αυτή τη σημαντική ευρωπαϊκή φιλοσοφική και κοινωνικοεπιστημονική παράδοση στη χώρα μας.
Ο τόμος χωρίζεται σε τέσσερα συμμετρικά μεταξύ τους μέρη. Τα τρία πρώτα ρίχνουν το βάρος τους στην ανασυγκρότηση φιλοσοφικών θεματικών της παράδοσης της κριτικής θεωρίας, ενώ το τέταρτο αφορά ρητά τις προοπτικές μιας σημερινής κριτικής θεωρίας. Καθεμία δε από τις τρεις «ιστορικές» ενότητες αναφέρεται και σε μία από τις κεντρικές μορφές της παράδοσης αυτής, κατά σειρά στον Χορκχάιμερ, τον Αντόρνο και τον Χάμπερμας. Καθώς είναι αδύνατη, λόγω στενότητας χώρου, η αναλυτική αναφορά και η επιμέρους αξιολόγηση της επιχειρηματολογίας κάθε κειμένου ξεχωριστά, θα περιοριστούμε σε μια σύντομη περιγραφή των βασικών ιδεών κάθε ενότητας.
Νιτσεϊκή παράδοση
Η πρώτη ενότητα, με κείμενα των Γ. Κουζέλη, Γκ. Μαγγίνη και Α. Μιχαλάκη, περιστρέφεται γύρω από το έργο (ιδιαίτερα το πρώιμο) του «ιδρυτή» της σχολής Μαξ Χορκχάιμερ, τονίζοντας τη σημασία της προβληματικής περί της υποκειμενικότητας, που έπαιξε καίριο ρόλο για τη συγκρότηση αυτής της ιδιαίτερης εκδοχής μη δογματικού μαρξισμού. Αναδεικνύεται επίσης η σημασία της ενσωμάτωσης στοιχείων της νιτσεϊκής παράδοσης στην κριτική της αστικής ηθικής και ιδεολογίας σε ένα θεωρητικό μοντέλο που παρέμεινε ωστόσο στο μαρξικό πλαίσιο της «εμμενούς κριτικής», δηλαδή της κατάδειξης της απόστασης μεταξύ της πραγματικότητας και των ιδεωδών της ίδιας της αστικής κοινωνίας. Παράλληλα με την ανασυγκρότηση αυτού του μοντέλου τονίζεται ωστόσο και ένα ορισμένο έλλειμμα θεμελίωσης των αξιών της κριτικής.
Η δεύτερη ενότητα αναφέρεται στο μοντέλο της αρνητικής διαλεκτικής του Αντόρνο, που έγινε κυρίαρχο στο χώρο της κριτικής θεωρίας μετά την έκδοση του φημισμένου έργου των Χορκχάιμερ και Αντόρνο «Διαλεκτική του Διαφωτισμού» (1947). Τρία κείμενα των Φ. Τερζάκη, Φ. Βάκη και Γ. Σαγκριώτη αναπτύσσουν αυτήν τη μετατόπιση της φιλοσοφικής προβληματικής. Παρουσιάζεται κατ' αρχάς η αξιοποίηση από τον Αντόρνο ιδεών του Βάλτερ Μπένγιαμιν προκειμένου να αναδειχθεί το μιμητικό στοιχείο της γλώσσας που καταπιέζεται από την ταυτοποιητική ορθολογικότητα, στοιχείο το οποίο διασώζεται και στην τέχνη. Επίσης διερευνώνται τα θεμέλια της αρνητικής διαλεκτικής του Αντόρνο. Κατά πρώτο λόγο, μέσα από μια αναδρομή στην προσπάθειά του να υπερβεί τον «καταναγκασμό της ταυτότητας» και της «συστηματικότητας» που χαρακτηρίζει τη νεωτερική φιλοσοφική παράδοση, συγκροτώντας μια μετακριτική της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας του Καντ και του Χέγκελ. Κατά δεύτερο, μέσα από μια ενδιαφέρουσα σύγκριση των εννοιών της διαλεκτικής που χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα ο Χορκχάιμερ και ο Αντόρνο.
Η τρίτη ενότητα περιστρέφεται γύρω από το «επικοινωνιακό παράδειγμα» που ο Χάμπερμας ανέπτυξε σε ευθεία αντιπαράθεση προς τους δασκάλους του Χορκχάιμερ και Αντόρνο. Κατά την άποψή του, η παλαιά κριτική θεωρία αυτοεγκλωβίστηκε σε μια υπερβολικά ριζοσπαστική κριτική της ίδιας της εννοιακής σκέψης ως μέσου επίτευξης «ταυτότητας» και άρα ως εργαλείου άσκησης κυριαρχίας πάνω στη φύση και την κοινωνία. Τρία κείμενα ανασυγκροτούν σημαντικές πλευρές της προσπάθειάς του να υπερβεί αυτό το αδιέξοδο μέσω μιας γενικής θεωρίας της επικοινωνίας. Αναδεικνύεται το γεγονός ότι στο εσωτερικό αυτής της θεώρησης επανεμφανίζονται διλήμματα της παραδοσιακής φιλοσοφίας, κυρίως εξαιτίας της χρήσης ισχυρών εξιδανικεύσεων εντός μιας φορμαλιστικής θεωρίας που απομακρύνεται από το πεδίο της συγκεκριμένης ιστορικότητας. Αυτή η τάση εμφανίζεται και στην ίδια τη θεωρία του Χάμπερμας για την ιστορία, όπου τη θέση της αιτιακής εξήγησης παίρνει η διερεύνηση απρόσωπων δομών στο πλαίσιο μιας εξελικτικής θεώρησης.
Η τελευταία ενότητα περιλαμβάνει τρία κείμενα, των Α. Βέλμερ (το μόνο μεταφρασμένο του τόμου), Κ. Καβουλάκου και Κ. Ψυχοπαίδη. Αναπτύσσονται πλούσιοι προβληματισμοί σχετικά με τις προοπτικές της κριτικής θεωρίας σήμερα, οι οποίοι εκφράζουν τρεις κατευθύνσεις: 1. Την υπεράσπιση του χαμπερμασιανού εγχειρήματος μιας κριτικής θεωρίας της νεωτερικής δημοκρατίας ως της μόνης εναλλακτικής λύσης απέναντι στα αδιέξοδα της παλαιάς κριτικής θεωρίας, 2. Την προσπάθεια μιας εποικοδομητικής κριτικής της επικοινωνιακής θεωρίας του Χάμπερμας μέσω στοιχείων από την παράδοση της παλαιάς κριτικής θεωρίας και, 3. Τη συνολική ανακατασκευή της κριτικής θεωρίας με τη μορφή μιας υλιστικής θεωρίας των αξιών.
Η συνολική αίσθηση που αναδίδει αυτή η συλλογική προσπάθεια επιβεβαιώνει την παρατήρηση που κάνει ο επιμελητής στην εισαγωγή του, ότι «στην πραγματικότητα όλα τα κείμενα του τόμου διαπερνώνται από την ίδια αγωνία για το μέλλον» της κριτικής θεωρίας (σελ. 11). Πράγματι, αυτή η αγωνία κάνει τον τόμο να υπερβαίνει το στενό πλαίσιο του ακαδημαϊκού και επιστημονικού λόγου και να παρουσιάζει ενδιαφέρον και για ένα ευρύτερο κοινό. Ενα από τα ισχυρά σημεία του βιβλίου, που συνδέεται στενά με το προηγούμενο, είναι το γεγονός ότι τα περισσότερα κείμενά του φαίνεται να συγκλίνουν από διαφορετικές πλευρές σε μια κοινή εκτίμηση σχετικά με την ανάγκη μιας ανανέωσης της κριτικής θεωρίας σήμερα και σε μια αντίστοιχη στράτευση για τη συγκρότηση μιας ριζοσπαστικότερης εκδοχής της. Στο πλαίσιο της κριτικής θεωρίας που αρνείται τη θετικιστική «αξιολογική ουδετερότητα», αυτή η στάση όχι μόνο δεν αντιστρατεύεται την επιστημονικότητα, αλλά αντιθέτως είναι η μόνη που την εξασφαλίζει. Σε αντίθεση, ωστόσο, με ό,τι συνέβαινε συχνά μέχρι τώρα στη χώρα μας, ο εν λόγω τόμος κατορθώνει να εξισορροπήσει την διανοητική τιμιότητα με την ηθικοπολιτική «προκατανόηση». Η έκδοση αυτού του ενδιαφέροντος συλλογικού τόμου δημιουργεί ελπίδες για την εδραίωση και διεύρυνση της σχετικής συζήτησης στη χώρα μας. Διεύρυνση που ελπίζουμε να συμπεριλάβει και ένα άνοιγμα προς άλλες σύγχρονες παραδόσεις της κριτικής σκέψης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/10/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις