Βόλος πορτραίτο της πόλης τον 19ο και 20ό αιώνα

293124
Συγγραφέας: Χαστάογλου, Βίλμα
Σελίδες:246
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2007
ISBN:9789608570382


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Το βιβλίο με πυρήνα την πολεοδομική οργάνωση του Βόλου εξετάζει πλήθος θεμάτων που σχετίζονται με την πόλη όπως η κοινωνική και οικονομική συγκρότησή της, το ιδεολογικό της υπόβαθρο, η σχέση της με τις τοπικές αρχές και το κράτος, ενώ όπου είναι απαραίτητο γίνονται συγκρίσεις με αντίστοιχα παραδείγματα άλλων πόλεων.






ΚΡΙΤΙΚΗ



Το βιβλίο της Βίλμας Χαστάογλου αποτελεί περιήγηση στην ιστορία του Βόλου μέσα από τις διαδοχικές φάσεις συγκρότησης του δομημένου περιβάλλοντός του και με συνεχείς αναφορές στις αναπτυξιακές διαδικασίες και στις συγκυρίες με τις οποίες η συγκρότηση αυτή συνυφάνθηκε. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα προσεγμένη δουλειά, αισθητικά και γλωσσικά, η οποία εντυπωσιάζει και όσον αφορά την έκταση του αρχειακού υλικού στο οποίο έχει στηριχθεί. Εκατοντάδες χάρτες, φωτογραφίες και σχέδια, προερχόμενα από ποικίλες τοπικές αλλά και διεθνείς συλλογές, εικονογραφούν παραστατικά την αφήγηση. Με το βιβλίο αυτό εγκαινιάζεται μια νέα περίοδος εκδοτικής πρωτοβουλίας από το Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας και Τεκμηρίωσης Βόλου (ΔΗ.Κ.Ι.).

Στην αρχή του 19ου αιώνα ο Βόλος αποτελούσε απλώς την έδρα μιας τουρκικής φρουράς και τόπο ζωής μερικών δεκάδων οικογενειών. Το κάστρο στη συνοικία «Παλιά», που βρίσκεται στη δυτική είσοδο της πόλης, ήταν ταυτόχρονα η έδρα της φρουράς και ο χώρος διαβίωσης των κατοίκων. Λόγος ύπαρξης της φρουράς ήταν ο έλεγχος του φυσικού λιμανιού του Παγασητικού κόλπου, από όπου τα προϊόντα του θεσσαλικού κάμπου διοχετεύονταν στην Κωνσταντινούπολη. Μερικές δεκαετίες πριν από την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο νέο ελληνικό κράτος το 1881, και στο πλαίσιο των νεωτεριστικών μεταρρυθμίσεων της Πύλης, αρχίζει να αναπτύσσεται εμπορική και στη συνέχεια μεταποιητική δραστηριότητα. Η δραστηριότητα αυτή εγκαθίσταται σε απόσταση ασφαλείας από το κάστρο κατά μήκος του θαλάσσιου μετώπου του σημερινού κέντρου. Πηλιορείτες ήταν κατά κύριο λόγο εκείνοι που ανέπτυξαν τις νέες αυτές δραστηριότητες και οι οποίοι σταδιακά εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην περιοχή.



Παράδειγμα δυναμισμού



Οι νέες δραστηριότητες αναπτύχθηκαν πολύ δυναμικότερα μετά την απελευθέρωση, καθώς αφενός εξέλιπαν πολλοί προηγούμενοι περιορισμοί και απαγορεύσεις και, αφετέρου, πραγματοποιήθηκε σειρά έργων οδικής και σιδηροδρομικής υποδομής κυρίως επί Χ. Τρικούπη. Η δυναμική ανάπτυξη της πόλης στη νέα της κατεύθυνση σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε σε απόλυτη ρήξη με την τουρκοβυζαντινή ρυμοτομία, αλλά και με την πηλιορείτικη αρχιτεκτονική, χρησιμοποιώντας μια απολύτως ορθογώνια χάραξη κατάλληλη για την εξυπηρέτηση της λιμενοβιομηχανικής δραστηριότητας. Η πόλη γίνεται παράδειγμα βιομηχανικού δυναμισμού, σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα.

Η συνέχεια επιφυλάσσει για την ανάπτυξη του Βόλου θετικές και κυρίως αρνητικές συγκυρίες, οι οποίες συναρτώνται πολύ περισσότερο με εθνικές περιπέτειες και φυσικές καταστροφές και λιγότερο με την τοπική αναπτυξιακή δυναμική. Η συρρίκνωση του εθνικού χώρου, μετά την αρνητική για την ελληνική πλευρά έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας, μείωσε τη γεωγραφική σημασία της θέσης του Βόλου μεταξύ Σμύρνης και Ιταλίας. Παράλληλα, ωστόσο, η εγκατάσταση στο νέο προάστιο της Νέας Ιωνίας σημαντικού αριθμού μικρασιατών προσφύγων έδωσε μεγάλη ώθηση στη βιομηχανική και εν γένει στην επιχειρηματική δραστηριότητα, έστω και σε συνθήκες διεθνούς ύφεσης.



Η δεκαετία του 1950



Η πιο αρνητική συγκυρία εμφανίζεται κατά τη δεκαετία του 1950, όταν σειρά καταστρεπτικών σεισμών και πλημμυρών εξουθενώνουν οικονομικά την πόλη με την καταστροφή σημαντικού τμήματος του κτιριακού της αποθέματος και την ανάσχεση της αναπτυξιακής της δυναμικής που εκφράστηκε και από την περιορισμένη πληθυσμιακή ανάπτυξη κατά τις δύο επόμενες δεκαετίες.

Η οικονομική εξουθένωση της τοπικής κοινωνίας και η αδυναμία της να πρωτοστατήσει στην ανασυγκρότηση της περιοχής συνδυάστηκαν με την επιβολή ενός αυταρχικού τύπου ανοικοδόμησης (οργανωμένου από τον στρατό), στο πλαίσιο του οποίου κυριάρχησαν πρότυπα οικιστικής ανάπτυξης που ουσιαστικά παραγνώρισαν τη βιομηχανική και αστική παράδοση του Βόλου. Ειδικότερα, προωθήθηκε η ανοικοδόμηση μέσω αυτοστέγασης, την οποία διευκόλυνε η ευρεία δανειοδότηση ιδιοκατοίκων και ενοικιαστών, που οδήγησε στην ενδυνάμωση της μικροϊδιοκτησίας γης και στην κυριαρχία των συνυφασμένων με τα συμφέροντά της πρόχειρων στεγαστικών λύσεων. Η περιορισμένη πληθυσμιακή αύξηση κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες οδήγησε στην καθυστερημένη εμφάνιση της αντιπαροχής. Ωστόσο, την καταστροφή του οικιστικού πλούτου, η οποία επιτελέστηκε με την ανάπτυξη της αντιπαροχής σε άλλες πόλεις και ιδιαίτερα στην Αθήνα, πρόλαβαν οι φυσικές καταστροφές. Η αντιπαροχή απλώς αποτελείωσε το έργο της φύσης, με αποτέλεσμα πλέον μόνο το 10% των κτιρίων της πόλης να έχει κατασκευασθεί προ του 1945.

Οι πρόχειρες και μικρόπνοες λύσεις είχαν ως βασικό συστατικό στοιχείο την περιορισμένη προσοχή στον δημόσιο χώρο της πόλης από την πλευρά του κεντρικού κράτους, η οποία εκφράστηκε και ως παραγνώριση τόσο της βιομηχανικής παρουσίας όσο και του κατεστραμμένου οικιστικού πλούτου της πόλης, σε μια περίοδο που η τοπική κοινωνία δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να συνεχίσει να τον αναδεικνύει. Το πρόβλημα επέτεινε και η πάγια έλλειψη δημόσιου χώρου μέσα στην πόλη, την οποία παρήγαγε αρχικά ο τρόπος συγκρότησης του καθεστώτος ιδιοκτησίας γης κατά την απελευθέρωση και επέτεινε στη συνέχεια η απουσία σχετικής παρέμβασης και επένδυσης σε συνδυασμό με την πριμοδότηση της μικροϊδιοκτησίας μέσω της ευνοϊκής μεταχείρισης της αυτοστέγασης.

Ετσι, μέσα σε μια διαδρομή ενός αιώνα, ο Βόλος, παρά την έντονη (και ιδιόμορφη για τα δεδομένα της ευρύτερης γεωγραφικής του θέσης) παρουσία του νεωτεριστικού βιομηχανικού στοιχείου, δεν οδηγήθηκε τελικά στις μορφές χωρικού και οικιστικού εξορθολογισμού που χαρακτήρισαν τις βιομηχανικές πόλεις της Κεντροδυτικής Ευρώπης. Τα ίχνη ενός τέτοιου εξορθολογισμού, που φαίνονται καθαρά στον αρχικό σχεδιασμό του, έσβησαν βαθμιαία υπό το βάρος ιστορικών συγκυριών, φυσικών καταστροφών και εθνικών πολιτικών που τον ώθησαν εν τέλει προς τον εθνικό μέσον όρο της απουσίας αναπτυξιακού προσανατολισμού και εξειδίκευσης σε επίπεδο πόλεων και τον κατέστησαν, όπως λέει και η συγγραφέας, αποτέλεσμα και όχι ζητούμενο της συνεχούς διαδικασίας ανανέωσης.

Σήμερα ο Βόλος, όπως και πολλές άλλες πόλεις, βρίσκεται σε αναζήτηση αναπτυξιακού προσανατολισμού. Η περιορισμένη μεγέθυνση των μεταπολεμικών δεκαετιών, και ιδιαίτερα η περιορισμένη οικιστική πίεση την οποία συνεπάγεται, είχε τουλάχιστον ως θετική επίπτωση τη διαφύλαξη βιομηχανικών κελυφών και άλλων μορφών κτιριακού πλούτου χρησιμοποιήσιμου στο πλαίσιο νέων αναπτυξιακών στρατηγικών. Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας αναπτύχθηκε στη λογική επανάχρησης βιομηχανικών κτιρίων, δημιουργώντας μια τάση που και άλλοι δημόσιοι και ιδιωτικοί οργανισμοί ακολουθούν όλο και περισσότερο με ευεργετικές συνέπειες για την εικόνα της πόλης μέσα από τη διαμόρφωση μιας ευδιάκριτης ταυτότητας.

Το βιβλίο της Βίλμας Χαστάογλου, παρά τον ακαδημαϊκό του χαρακτήρα, διαβάζεται ευχάριστα από όποιον ενδιαφέρεται για την ιστορία και την ανάπτυξη του Βόλου, ενώ θα αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο και για όποιον ενδιαφέρεται γενικότερα για τη συγκρότηση του αστικού χώρου στο νέο ελληνικό κράτος και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.

Από το Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας και Τεκμηρίωσης Βόλου κυκλοφορεί και ο τόμος Τα μνημεία της Μαγνησίας, πρακτικά του Συνεδρίου «Ανάδειξη του διαχρονικού μνημειακού πλούτου του Βόλου και της ευρύτερης περιοχής» (2001).



Θωμάς Μαλούτας (καθηγητής Αστικής Γεωγραφίας)

ΤΟ ΒΗΜΑ, 04-05-2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!