0
Your Καλαθι
Πορεία και Σταθμοί του Ελληνικού Θέατρου Σκιών
Ο Καραγκιόζης, πότε ως Θερσίτης, Άισωπος και Διογένης, πότε ως παντόμιμος, Πτωχοπρόδρομος και Τσοπανάκος, ακολουθεί ξυπόλητος τη
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Ο τίτλος του παρόντος βιβλίου "Πορεία και σταθμοί του Ελληνικού Θεάτρου Σκιών" είναι κυριολεκτικός. Η "πορεία" του μελετά την ιστορική, αισθητική και φιλοσοφική του διάσταση· οι "σταθμοί" τις δομικές του αλλαγές, που εν μέρει υπαγορεύονται από την λαϊκή αίσθηση στο διάβα των αιώνων.
Τα γενικότερα συμπεράσματα που απορρέουν από τη μελέτη αυτή είναι η μοναδικότητα και μακροβιότητα που χαρακτηρίζουν το ελληνικό θέατρο σκιών. Κι αυτό, γιατί δεν υπεισήλθαν δομικά ξένα στοιχεία στο καλλιτεχνικό του οικοδόμημα.
Η δισδιάστατη απεικόνιση κρατάει τη σκούφια της από τη μινωική εποχή και κορυφώνεται στην περίοδο των ερυθρόμορφων και μελανόμορφων αγγείων. Η θρησκευτική διάσταση της σκιάς μεγαλύνεται στα ελευσίνια μυστήρια και η φιλοσοφική της οντότητα στο πλατωνικό σπήλαιο και τις πυθαγόρειες συνάξεις.
Τέλος οι "μίμοι" της ελληνιστικής εποχής, με τον ελλειπτικό τους διάλογο και την καθημερινή "ματιά" τους, αντάμα με τα λαϊκά θεάματα του Βυζαντίου (μίμοι και παντόμιμοι), πρόσθεσαν τις ομόρροπες συνιστώσες τους στο δυναμοπολύγωνο του "Καραγκιόζη".
Γενικότερα, αποτολμάται μια περιληπτική αναφορά και σύγκριση με τα υπάρχοντα παγκοσμίως θέατρα σκιών και δη με το οθωμανικό λόγω ιστορικών συγκυριών.
Το δεύτερο και μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται αποκλειστικά στο νεοελληνικό θέατρο σκιών, στο "Greek σινεμά", όπως το αποκαλούσαν στην Αμερική και στην Ευρώπη. Κράμα δύο σχολών και αντιλήψεων, του "Καραγκιόζ μπερντέ" που θεατροποιεί την καθημερινότητα και του "ηπειρώτικου θεάτρου σκιών" που την εξιδανικεύει. Με ποδηγέτες δύο ογκόλιθους του προφορικού πολιτισμού, το Δημήτρη Σαρντούνη (Μίμαρο) και τον Αντώνη Παπούλια (Μόλλα), ο "Καραγκιόζης" πέρασε το Ρουβίκωνα.
Στη συνέχεια αναλύεται διεξοδικά η δυναμική του ως καλλιτεχνικό είδος, η αισθητική του ως εικαστικό αποτέλεσμα και η υποκριτική δυνατότητα του καραγκιοζοπαίχτη ως θεατρική αποκορύφωση (ένα άτομο που κάνει όλες τις φωνές και αυτοσχεδιάζει σ' όλη τη διάρκεια της παράστασης προσεγγίζει τα όρια του θαύματος).
Το τελευταίο και κορυφαίο κεφάλαιο της όλης μελέτης περιλαμβάνει τρεις αυθεντικές παραστάσεις, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Αυτές είναι:
α. Η θρυλική ηρωική παράσταση "Ο Κατσαντώνης" του Αντώνη Μόλλα, που πρωτοπαίχτηκε το 1908 και έλαβε την τελική της μορφή το 1912
β. Η κλασική κωμωδία "Ο Καραγκιόζης φούρναρης" του Γιώργου Χαρίδημου
γ. Το παραμυθόδραμα "Ο Διγενής κι ο δράκοντας", του Μιχάλη Χατζάκη. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Τα γενικότερα συμπεράσματα που απορρέουν από τη μελέτη αυτή είναι η μοναδικότητα και μακροβιότητα που χαρακτηρίζουν το ελληνικό θέατρο σκιών. Κι αυτό, γιατί δεν υπεισήλθαν δομικά ξένα στοιχεία στο καλλιτεχνικό του οικοδόμημα.
Η δισδιάστατη απεικόνιση κρατάει τη σκούφια της από τη μινωική εποχή και κορυφώνεται στην περίοδο των ερυθρόμορφων και μελανόμορφων αγγείων. Η θρησκευτική διάσταση της σκιάς μεγαλύνεται στα ελευσίνια μυστήρια και η φιλοσοφική της οντότητα στο πλατωνικό σπήλαιο και τις πυθαγόρειες συνάξεις.
Τέλος οι "μίμοι" της ελληνιστικής εποχής, με τον ελλειπτικό τους διάλογο και την καθημερινή "ματιά" τους, αντάμα με τα λαϊκά θεάματα του Βυζαντίου (μίμοι και παντόμιμοι), πρόσθεσαν τις ομόρροπες συνιστώσες τους στο δυναμοπολύγωνο του "Καραγκιόζη".
Γενικότερα, αποτολμάται μια περιληπτική αναφορά και σύγκριση με τα υπάρχοντα παγκοσμίως θέατρα σκιών και δη με το οθωμανικό λόγω ιστορικών συγκυριών.
Το δεύτερο και μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται αποκλειστικά στο νεοελληνικό θέατρο σκιών, στο "Greek σινεμά", όπως το αποκαλούσαν στην Αμερική και στην Ευρώπη. Κράμα δύο σχολών και αντιλήψεων, του "Καραγκιόζ μπερντέ" που θεατροποιεί την καθημερινότητα και του "ηπειρώτικου θεάτρου σκιών" που την εξιδανικεύει. Με ποδηγέτες δύο ογκόλιθους του προφορικού πολιτισμού, το Δημήτρη Σαρντούνη (Μίμαρο) και τον Αντώνη Παπούλια (Μόλλα), ο "Καραγκιόζης" πέρασε το Ρουβίκωνα.
Στη συνέχεια αναλύεται διεξοδικά η δυναμική του ως καλλιτεχνικό είδος, η αισθητική του ως εικαστικό αποτέλεσμα και η υποκριτική δυνατότητα του καραγκιοζοπαίχτη ως θεατρική αποκορύφωση (ένα άτομο που κάνει όλες τις φωνές και αυτοσχεδιάζει σ' όλη τη διάρκεια της παράστασης προσεγγίζει τα όρια του θαύματος).
Το τελευταίο και κορυφαίο κεφάλαιο της όλης μελέτης περιλαμβάνει τρεις αυθεντικές παραστάσεις, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Αυτές είναι:
α. Η θρυλική ηρωική παράσταση "Ο Κατσαντώνης" του Αντώνη Μόλλα, που πρωτοπαίχτηκε το 1908 και έλαβε την τελική της μορφή το 1912
β. Η κλασική κωμωδία "Ο Καραγκιόζης φούρναρης" του Γιώργου Χαρίδημου
γ. Το παραμυθόδραμα "Ο Διγενής κι ο δράκοντας", του Μιχάλη Χατζάκη. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις