0
Your Καλαθι
Το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004 και η λύση του Κυπριακού
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Το βιβλίο αυτό γράφτηκε με αφορμή το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, που εκτιμάται ως ένα από τα πιο σημαντικά πολιτικά γεγονότα της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας. Όσα θέματα αναφέρονται που ανάγονται σε περιόδους πριν και μετά το δημοψήφισμα αποσκοπούν στο να καταδείξουν τη σημασία του.
Το ιδιαίτερο σημείο που θέλει να τονίσει το βιβλίο είναι ότι το δημοψήφισμα δεν ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός αλλά το αποκορύφωμα ιστορικών εξελίξεων και συντονισμένων διπλωματικών διεργασιών που όριζαν μιαν ευκαιρία επίλυσης του Κυπριακού. Μια κατάλληλη στιγμή, μέσα σε ένα ευμετάβλητο διεθνές περιβάλλον, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και με ημερομηνία λήξης...
... Η απόρριψη της λύσης από μέρους των Ελληνοκυπρίων μετέβαλε τα αισθήματα της διεθνούς κοινής γνώμης και απομάκρυνε το ενδιαφέρον των διεθνών οργανισμών από την Κύπρο. Από την επομένη της 24ης Απριλίου, ο ΟΗΕ και η Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν άλλες προτεραιότητες και άλλα προβλήματα για να ασχοληθούν.
Καταβάλλεται έκτοτε μια σαφής προσπάθεια υποβάθμισης της σημασίας του δημοψηφίσματος. Πολιτικοί και δημοσιογράφοι υποστηρίζουν ότι το δημοψήφισμα ανήκει πια στο παρελθόν και δεν πρέπει να μας απασχολεί. Ανεξάρτητα όμως από το τι πιστεύουν οι κύκλοι αυτοί, το δημοψήφισμα θα βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού για οποιαδήποτε μελλοντική εξέλιξη στο Κυπριακό.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το Κυπριακό παραμένει μέχρι σήμερα άλυτο και η δυνατότητα μη διχοτομικής λύσης απομακρύνεται όλο και περισσότερο. Η ιστορική καμπή ήταν το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, με το «βροντερό Οχι» των Ελληνοκυπρίων (76%) και το «Ναι» των Τουρκοκυπρίων (65%), όπου χάθηκε μία μοναδική ευκαιρία επίλυσης-επανένωσης, παρά τη σύμπτωση μιας σειράς παραγόντων (προοπτική ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., τουρκική υποψηφιότητα στην Ε.Ε., καλυτέρευση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μοναδικό διεθνές ενδιαφέρον και βοήθεια για λύση, κ.λπ.). Τέτοια παράθυρα ευκαιρίας δεν ξαναεμφανίζονται και πάντως όχι αμέσως (μία επόμενη ευκαιρία ίσως θα ήταν η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., αν λάβει χώρα). Αυτό που καθιστά τη διχοτόμηση σήμερα πιο πιθανή από ποτέ άλλοτε είναι ότι τώρα η βούληση των Ελληνοκυπρίων για επανένωση της νήσου είναι που τίθεται σε αμφιβολία. Ισως η μόνη σωστική λέμβος είναι εκείνη η πρόνοια του Ελσίνκι (Δεκέμβριος 1999) ότι η Κύπρος θεωρείται ότι εντάσσεται ολόκληρη στην Ε.Ε., και ας εισέρχεται στην πράξη μόνο το νότιο τμήμα της.
Σε επίπεδο βιβλίων στα ελληνικά, οι πρόσφατες κοσμοϊστορικές στιγμές για το Κυπριακό (Σχέδιο Ανάν, δημοψήφισμα κ.ά.) έχουν παρουσιαστεί σε δύο ογκώδεις τόμους: πιο δημοσιογραφικά και συνωμοσιολογικά από τους Βενιζέλο, Ιγνατίου και Μελέτη (Σχέδιο Ανάν - Το μυστικό παζάρι, «Νέα Σύνορα» - «Α.Α. Λιβάνη», 2005) και πιο επιστημονικά από τον νομικό, διεθνολόγο, Αγγελο Συρίγο (Σχέδιο Ανάν: Οι κληρονομιές του παρελθόντος και οι προοπτικές του μέλλοντος, Εκδόσεις «Πατάκη», 2005). Και οι δύο τόμοι εντάσσονται στη λογική της απόρριψης του Σχεδίου Ανάν, ενισχύοντας έτσι την απορριπτική στάση του προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου. Τον τελευταίο καιρό κυκλοφόρησε και ένα άλλο βιβλίο, που κινείται στην αντίθετη λογική, αυτή του Ναι στο Σχέδιο Ανάν. Πρόκειται για το καλογραμμένο βιβλίο του Τάκη Χατζηδημητρίου, ενός σημαντικού και συνάμα σεμνού Ελληνοκύπριου πολιτικού (ιδρυτικό μέλος και πρώην γενικός γραμματέας και αντιπρόεδρος του σοσιαλιστικού κόμματος ΕΔΕΚ).
Η προσφορά του βιβλίου αυτού του Χατζηδημητρίου είναι πολλαπλή. Κατ' αρχάς, ρίχνει φως σε ορισμένες πτυχές του Κυπριακού, για τις οποίες υπάρχει ακόμη ασάφεια στη σοβαρή βιβλιογραφία. Θα περιοριστώ σε τρία σημεία. Πρώτον, ενισχύει την άποψη ότι όχι μόνο οι Συνομιλίες Μακάριου-Χάρντινγκ (κάτι, γενικά παραδεκτό), αλλά και η Διασκεπτική του 1948 και οι Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου ήταν μεγάλες ευκαιρίες που χάθηκαν λόγω των αδιάλλακτων κύκλων, οι οποίοι ήταν αδύνατον να συλλάβουν την αναγκαιότητα συμπόρευσης με τους Τουρκοκυπρίους, αλλά αντιθέτως τους αγνοούσαν και τους περιφρονούσαν (σελ. 29-31, 34-5). Δεύτερον, και πολύ πιο αποκαλυπτικό, είναι ότι ο Μακάριος είχε, κατά το συγγραφέα, όντως μεταστραφεί υπέρ της διζωνικής - δικοινοτικής ομοσπονδίας, μετά το 1974 και ειδικά το 1976-1977, είχε πλήρη επίγνωση ότι η λύση αυτή ήταν η μόνη ικανή να επανενώσει το νησί, αν και δεν ήταν τότε δημοφιλής ως λύση (σελ. 59-64). Τρίτον, θίγει και κάτι λησμονημένο, ότι η ΕΟΚΑ Β' κατά την τουρκική εισβολή, αντί να μεταστραφεί και να συμβάλει στην άμυνα της χώρας, προέβη σε ανηλεείς επιθέσεις εναντίον Τουρκοκυπρίων αμάχων (σελ. 41), υποσκάπτοντας έτσι την ελληνοκυπριακή θέση κατά της εισβολής και κατοχής (σημειωτέον ότι πρόκειται για επεισόδιο άγνωστο στην Ελλάδα, αλλά πασίγνωστο στην Τουρκία).
Ομως η κυριότερη συμβολή του βιβλίου αυτού είναι η επιχειρηματολογία υπέρ του Σχεδίου Ανάν και η πειστική αποδόμηση, ένα προς ένα, όλων ανεξαιρέτως των επιχειρημάτων (των σοβαρών αλλά και των παραπλανητικών) του Τάσσου Παπαδόπουλου. Επίσης αναπτύσσει τους λόγους γιατί, μετά τον Απρίλιο του 2004, η κατάσταση καθημερινά χειροτερεύει στην Κύπρο και οποιαδήποτε νέα λύση θα είναι πολύ πιο επώδυνη από το Σχέδιο Ανάν. Επιπλέον δεν διστάζει να φέρει στο φως το χαμηλό επίπεδο στο οποίο είχε φτάσει η καμπάνια του Παπαδόπουλου στην προσπάθεια αμαύρωσης του Σχεδίου Ανάν, στηλίτευσης των πρωταγωνιστών του Σχεδίου και προπηλακισμού των υποστηρικτών του Ελληνοκυπρίων, κάτι που συνεχίστηκε, ακόμη πιο βάναυσα, μετά το δημοψήφισμα, με τις κατηγορίες περί δήθεν χρηματισμού (βλέπε για το σημείο αυτό και το έξοχο ντοκιμαντέρ του Μακάριου Δρουσιώτη «Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα»).
Ο Χατζηδημητρίου στέκεται ιδιαίτερα και σε ένα άλλο βασικό σημείο, στην άρρηκτη διασύνδεση ένταξης και λύσης. Ο συγγραφέας, ο οποίος, σημειωτέον, είχε διαδεχθεί τον Γιώργο Βασιλείου, ως συντονιστής εναρμόνισης Κύπρου-Ε.Ε. (και μετά παραιτήθηκε, όταν διαπίστωσε το μέγεθος της αδιαλλαξίας του Παπαδόπουλου) γράφει για το σημείο αυτό: «Η κυπριακή και η ελληνική κυβέρνηση έπεισαν την Ευρωπαϊκή Ενωση [το 1995-2002] ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά ήθελε λύση, ενώ αντιθέτως η τουρκοκυπριακή και η Τουρκία ήταν αδιάλλακτες...» (σελ. 79) και προσθέτει: «Αν υποστηρίζαμε ότι σήμερα λέμε ότι επιδιώκουμε πρώτα ένταξη ...και μετά, λύση, ουδέποτε η Κύπρος θα γινόταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης» (σελ. 87).
Ο Χατζηδημητρίου ενισχύει ακόμη περισσότερο και κάτι που είχε έρθει στο φως με την Εκθεση Ανάν του 2004 και με τα σχετικά σχόλια του Κώστα Σημίτη, στο βιβλίο του «Πολιτική» για μια δημιουργική Ελλάδα, 1996-2004»: ότι ο Παπαδόπουλος δεν έκανε απολύτως τίποτε για να βελτιώσει το Σχέδιο -παρά τις συνεχείς παροτρύνσεις του ΟΗΕ, της Ε.Ε. και της Αθήνας. Επιπλέον, όπως μαθαίνουμε από τον Χατζηδημητρίου, «ποτέ δεν απέκρουσε ως απαράδεκτο (το Σχέδιο Ανάν) στις διάφορες συνομιλίες, είτε με τον ΟΗΕ είτε με την Ευρωπαϊκή Ενωση είτε ακόμη με την κυβέρνηση της Ελλάδας» (σελ. 88) και «σε κανέναν από τους συνομιλητές του, Ελληνες ή ξένους, δεν είχε αναφέρει ποτέ τις θεμελιώδεις διαφωνίες (με το Σχέδιο Ανάν) που αργότερα υποστήριξε», (σελ. 135).
Το βιβλίο αυτό θίγει και δύο άλλα καίρια ζητήματα: α) γιατί επικράτησε το «Οχι» στο δημοψήφισμα, και μάλιστα με ποσοστό που δεν επέτρεπε ένα νέο δημοψήφισμα με αίσιο τέλος στο άμεσο μέλλον και, β) ποιος ήταν ο πραγματικός χαρακτήρας, η ουσία τού «Οχι». Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά αφορούν άμεσα και το μέλλον, το πού βαίνουμε από 'δώ και πέρα και κυρίως, αν το Κυπριακό μπορεί ακόμη και τώρα να λυθεί με τρόπο μη διχοτομικό.
Οι μέχρι σήμερα ερμηνείες του ελληνοκυπριακού «Οχι» μπορεί να τοποθετηθούν σε δύο κάνιστρα, θα τα έλεγα, το αισιόδοξο και το απαισιόδοξο σενάριο. Κατά το πρώτο, η συγκεκριμένη έκβαση στο δημοψήφισμα ήταν συγκυριακή, κυρίως αποτέλεσμα της διστακτικότητας του ΑΚΕΛ και της ενορχηστρωμένης προπαγάνδας Παπαδόπουλου, που άγγιζε βαθιά ριζωμένους φόβους των συμπατριωτών του. Το απαισιόδοξο σενάριο θεωρεί την έκβαση τελεσίδικη, δηλαδή ότι δεν απορρίφθηκε μία λύση, αλλά η λύση της διζωνικής ομοσπονδίας, στη βάση της ισότητας μεταξύ των δύο κοινοτήτων (θέση που υποστήριξε και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν). Ο Χατζηδημητρίου κινείται μεταξύ αυτών των δύο σεναρίων. Δεν εγκαταλείπει τελείως τις ελπίδες για επανένωση, αν και βλέπει το προφανές: ότι σήμερα είναι πιο δύσκολη παρά ποτέ άλλοτε. Οσο για την ουσία της απόρριψης, αναφέρει πολλούς λόγους, όπως τις στρεβλές αντιλήψεις (ειδικότερα σε σχέση με το οικονομικό σκέλος, την ασφάλεια, την εφαρμογή των προβλέψεων, το κοινοτικό κεκτημένο κ.ά.), την αδιαλλαξία του εθνικισμού, τη λογική του «νικητή-ηττημένου», τη δυσκολία να δουν τους Τουρκοκύπριους ως ισότιμους, τη συνεχή συγκρουσιακή στάση έναντι της Τουρκίας κ.λπ. Εντέλει, μας λέει ο Τάκης Χατζηδημητρίου, το «Ναι» «εμπεριείχε το στοιχείο του κινδύνου της αβεβαιότητας που η μεγάλη αλλαγή μπορούσε να επιφέρει: «Ηρθε σε ώρα που δεν το περιμέναμε και σίγουρα όχι όπως το αναμέναμε. Ισως ακόμη να μας διακατέχει ο φόβος της λύσης», (σελ. 21).
Το γλαφυρό και επίκαιρο αυτό βιβλίο το διαπερνάει και μία δικαιολογημένη πικρία: ότι όταν ήρθε η μεγάλη εκείνη ιστορική στιγμή για τη χώρα, η ένταξη (ένταξη που οφειλόταν, όπως τονίζει ο συγγραφέας, πάνω απ' όλα στη στρατηγική που είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση Σημίτη) η Κύπρος εισερχόταν στην Ε.Ε. «ως παρίας που αντιπροσώπευε, όχι ένα κράτος, άλλο ένα πρόβλημα» (σελ. 81), αντί να εισέλθει στη βάση της πολυπολιτισμικής αντίληψης που επικρατεί στην Ευρώπη και να μετέχει έτσι με κύρος στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, όπως θα της άξιζε (σελ. 83 & 85).
ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/06/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις