0
Your Καλαθι
Μονόξυλο στο ποτάμι ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
61%
61%
Περιγραφή
Βράδυ, τέλος της άνοιξης. Η ζέστη απότομη, άναψε η πόλη. Είχαμε μαζευτεί οι φίλοι, στο ρετιρέ της Τατιάνας και του Άγγελου. Η πολυκατοικία γωνιακή, σε πάροδο της Βασιλίσσης Όλγας. Από τη μια μεριά ο Χορτιάτης από την άλλη η θάλασσα, μας δρόσιζε το αεράκι που κατέβαινε από το βουνό. Η Τατιάνα είχε στρώσει το τραπέζι έξω, στην ευρύχωρη βεράντα, και γύρω γύρω όλοι μας. Μεσόκοποι, αλυσοδεμένοι με σπίτια, αυτοκίνητα, σιωπές, και δίπλα οι γυναίκες μας, ισόβιες συμβίες. Είχαμε μαζευτεί, δίχως τις συνηθισμένες μας γκρίνιες, για να γιορτάσουμε την αργυρή επέτειο του γάμου της Τατιάνας και του Άγγελου. Σαν χθες, αλλά τα είκοσι πέντε χρόνια, σύννεφα να σκεπάζουν άλλα θολά σύννεφα. Τι θυμάται ο καθένας, τι ξεχνά; Έτοιμοι όλοι, να υπερασπιστούμε με σθένος την άναστρη μνήμη μας. Και τα κλαδιά πλεγμένα, να λυγάνε από το βάρος της μακροχρόνιας φιλίας. Κρατούσαμε τη συζήτηση σε θέματα κοινά, ανώδυνα: ποδόσφαιρο, αθλητικά γεγονότα, καθημερινές φλυαρίες, κουτσομπολιά για κοινούς γνωστούς. Κουβέντα για τις άγριες κραυγές, για τις επιθυμίες που τέλειωσαν, για τα κορμιά, πετσιά παρατημένα στο παλιό βυρσοδεψείο. Χαμηλόφωνα, οι γυναίκες μας συμβούλευαν η μια την άλλη για κομμωτήρια, μασέρ, τζακούζι και λασπόλουτρα.[...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η γενιά της δεκαετίας 1960 - 1970 είναι ακόμα ενεργός και συμμετέχει στις γενικότερες πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις. Το στίγμα της όμως, αρκετά έντονο και διακριτό, έχει ήδη καταγραφεί. Οι πολιτικές πρακτικές της, οι ιδεολογίες και τα ιδεολογήματα της, η αισθητική και η κουλτούρα της, οι ποικίλοι και πολλαπλοί λόγοι της αναπαρήχθησαν, σχεδόν άκριτα, από τις επόμενες γενιές και, παρά τις δεκαετίες που κύλησαν, μοιάζουν να κυριαρχούν ακόμα σε πολλά πεδία της σύγχρονης εγχώριας κοινωνίας. Απέναντι στη διαδρομή, την ιστορία, αλλά και το μύθο της γενιάς αυτής, τίθενται βέβαια τα αιτήματα του απολογισμού και της κριτικής αποτίμησης. Αποδέκτες των αιτημάτων αυτών είναι φυσικά η κοινωνιολογία, η ιστορία και η πολιτική επιστήμη, αλλά και η λογοτεχνία, με το δικό της ξεχωριστό τρόπο. Ο αναγνωρισμένος πλέον και εξαιρετικά ευαίσθητος πεζογράφος Τάσος Χατζητάτσης αποδέχεται το αίτημα αυτό και την πρόκληση συνάμα. Ετσι στο νέο του βιβλίο, το «Μονόξυλο στο ποτάμι», συνεχίζοντας σε πολλά σημεία την προβληματική του προηγούμενου του έργου, του μυθιστορήματος «Σα σπασμένα φτερά», επιχειρεί ένα ξανακοίταγμα της διαδρομής της γενιάς του '60, στην οποία άλλωστε ανήκει, όχι μόνον ηλικιακά -γεννήθηκε το 1945-, αλλά και ως συμμέτοχος σε πολλές εκδηλώσεις της. Ο συγγραφέας αποφεύγει να χαρακτηρίσει ειδολογικά το εγχείρημά του. Τα πολλά επί μέρους κεφάλαιά του όμως, παρ' όλο που διαθέτουν μια σχετική αυτονομία, συνθέτουν και συγκροτούν μια ενιαία και συγκεκριμένη θεματική και λογική, έχουν κοινούς ήρωες, οι οποίοι διατρέχουν την κειμενική και την ιστορική τους διαχρονία, εκφέρονται από τον ίδιο αφηγητή που ρυθμίζει και ελέγχει τους ρυθμούς, τις εντάσεις και τους τρόπους τους. Τα στοιχεία αυτά, καθώς και άλλα πολλά, προσδίδουν εύκολα το χαρακτηρισμό του μυθιστορήματος στην όλη πεζογραφική σύνθεση. Ο Χατζητάτσης παρακολουθεί τη διαδρομή τριών φίλων, από την εφηβεία τους στις αρχές της δεκαετίας του '60 μέχρι την ηλικιακή ωριμότητά τους και την αρχή της γήρανσής τους στα πρόσφατα χρόνια. Ο Αποστόλης, ο Κυριάκος και ο Αγγελος περιγράφονται με την έναρξη της αφήγησης στο πρώτο κεφάλαιο από μια φωτογραφία των μαθητικών τους χρόνων και από μια άλλη, όπου είναι μεγάλοι πια με τις γυναίκες τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο δε, δίνονται οι συνοπτικές βιογραφίες των ιδίων και των γυναικών τους, και παρουσιάζονται έτσι τα βασικά πρόσωπα γύρω από τα οποία οργανώνεται η αφηγηματική σύνθεση.
Ενηλικίωση της γενιάς του '60
Οι ήρωες της εξιστόρησης έχουν πολλά από τα πολιτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά της νεολαίας εκείνης της περιόδου. Ενηλικιώνονται τη δεκαετία αυτή, ζουν και κινούνται σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο, όπως η Θεσσαλονίκη, ως νέοι, και παρ' ότι είναι διαφορετικής καταγωγής, έχουν κοινά προβλήματα, προσλαμβάνουν τα μηνύματα της εποχής τους και ριζοσπαστικοποιούνται, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, πολιτικά. Τα χρόνια της δικτατορίας είναι φοιτητές και οι δύο από αυτούς φεύγουν στη Γερμανία και την Αγγλία και ο τρίτος, μετά την πτώση της χούντας και το τέλος των σπουδών του πηγαίνει στην Αυστρία. Στην δεκαετία του 1980 βρίσκονται όλοι στη Θεσσαλονίκη, επαγγελματίες ήδη και οικογενειάρχες. Ο Αποστόλης φαρμακοποιός, ο Κυριάκος γιατρός, κλινικάρχης από προίκα και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο και ο Αγγελος πολιτικός μηχανικός και κατασκευαστής. Ομως δεν μοιάζουν πια με τα παιδιά που ήταν κάποτε. Στροβιλίζονται κι αυτοί στο γύρο της ζωής, προσαρμοσμένοι πλέον στις νέες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, και μάλιστα όλο και πιο συχνά με κατακτητικές διαθέσεις προς πάσα κατεύθυνση.
Η αφήγηση ανελίσσεται αποσπασματικά και ελλειπτικά, πηγαινοέρχεται στο χρόνο, περιγράφει και αναπλάθει επεισόδια και στιγμές της πορείας των τριών φίλων καθώς και των γυναικών και της κόρης του ενός, σχολιάζει ταυτόχρονα υπαινικτικά τις φανερές και κρυφές αλλαγές, αναδεικνύει τους κυνικούς συμβιβασμούς με τα νέα ποικίλα ήθη. Χαρακτηριστικό είναι το κεφάλαιο στο μπαρ με τους τρεις φίλους και τις κοπέλες από την πρώην Σοβιετική Ενωση. Η μνήμη είναι έντονα παρούσα και πυροδοτεί συνεχώς την ανιστόρηση, φέρνει στην επιφάνεια διάφορα συμβάντα, πολιτικά, κοινωνικά και οικογενειακά, αλλά αρκετά συχνά και ερωτικά, όπως απελπισμένες συνευρέσεις, ανομολόγητες απιστίες και επιθυμίες. Δεν λείπουν δε και οι αναδρομές, με διάφορους τρόπους και ευρήματα, στο παρελθόν διαφόρων μελών των οικογενειών των ηρώων, όπως στον πόλεμο του 1897 ή τον Εμφύλιο. Τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα της περιόδου, ο απόηχος των οποίων διαπερνά την αφήγηση, επηρεάζουν, τελικά, σχετικά μόνο την πορεία των ηρώων. Αντιθέτως, είναι η πεζή και πολλές φορές σκληρή καθημερινότητα και οι ανάγκες, ψευδείς ή πραγματικές, της ζωής που αλλάζουν και μετασχηματίζουν τις νοοτροπίες, τις συμπεριφορές και τις επιδιώξεις τους. Και βέβαια οι μεγάλες ιδεολογικές ανατροπές την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα και η κυριαρχία πλέον, τοπικά και παγκόσμια, του ατομικισμού και του χρήματος. Η αφήγηση αποτυπώνει και σχολιάζει υπαινικτικά αυτές τις όψεις του παρόντος και άλλες πολλές ακόμα, όπως το σύγχρονο νεανικό ιδίωμα ή τις αδιέξοδες ερωτικές αναζητήσεις, ενώ, για μία ακόμα φορά ο Χατζητάτσης, χαρτογραφεί την πόλη της Θεσσαλονίκης και την εξέλιξή της. Σ' αυτό το αφηγηματικό και ιστορικό πλαίσιο πλάθονται οι χαρακτήρες των ηρώων και των γυναικών τους, αναδεικνύονται οι διαφορές και οι ομοιότητές τους και η επίπτωση στον καθένα των ποικίλων αλλαγών.
Η μυθοπλαστική ανέλιξη φαίνεται ότι τελειώνει με το θάνατο του αφηγητή. Ο Χατζητάτσης όμως δεν σταματά εδώ. Χρησιμοποιώντας τους τρόπους του μεταμοντερνισμού, (ή και «παίζοντας» μ' αυτούς ), τοποθετεί στο τέλος τον ήρωα-αφηγητή του σε μια θέση αποστασιοποιημένου παρατηρητή, ο οποίος ξαναβλέπει και σχολιάζει το δημιούργημά του και τη συγγραφική του εργασία. «... Ο αφηγητής κτίζει τον κόσμο του με λέξεις. Κατασκευάζει την ανάγνωση», αποφαίνεται και υποστηρίζει ότι «το υλικό των λέξεων με το οποίο θα αναπαραστήσει τα πράγματα, θα τα κάνει να υπάρξουν πέρα από τις πραγματικές τους διαστάσεις...». Στο επίμετρο όμως της όλης σύνθεσης ανατρέπει και αποδομεί την αφηγηματική σύμβαση. Εμφανίζεται σ' αυτό ο γιος του αφηγητή, ο οποίος εκθέτει σε πρώτο πρόσωπο την «πραγματική» εκδοχή των πραγμάτων. Απομυθοποιεί και αποδραματοποιεί καταστάσεις, αποκαλύπτει κατασκευές και επινοήσεις, διορθώνει τις επεμβάσεις και αποκαθιστά τις «αληθινές» σχέσεις και ταυτότητες. Ετσι ο συγγραφέας, ο ενδοκειμενικός αλλά και ο πραγματικός, εκτός από τη θεματική του προβληματική, αναστοχάζεται τις πρακτικές της αφήγησης και τη σχέση της με την πραγματικότητα που αναπαριστά. Στο «Μονόξυλο στο ποτάμι» ο Χατζητάτσης ξαναβλέπει τη ζωή των τριών ηρώων του και αναδεικνύει τη σταθερά και την αξία της φιλίας. Με έκδηλη, όμως, πίκρα καταγράφει το αμείλικτο πέρασμα του χρόνου και τις επιπτώσεις του στις ζωές και τις ατομικές και συλλογικές αποδοχές των κυρίαρχων πλέον νέων αξιακών μοντέλων και προτύπων και τη συνενοχή για τη δημιουργία τους. Επανατοποθετεί δε τα πράγματα και απομυθοποιεί σχετικά την εικόνα της γενιάς της δεκαετίας 1960 - 1970. Το εγχείρημα του το υποστηρίζει με μια σφιχτή και δυναμική αφήγηση και με μια εξαιρετικά δουλεμένη γραφή και χρήση της γλώσσας, αν και μερικές φορές υποκύπτει στον πειρασμό μιας ποιητικίζουσας εκδοχής της. Χρησιμοποιεί δε και ενσωματώνει στη σύνθεση του αρκετά λογοτεχνικά είδη, τα οποία όμως τα υποτάσσει με μαεστρία στη γενική εποπτεία του αφηγητή.
Ο Χατζητάτσης με το τελευταίο του βιβλίο φτάνει σ' ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο και συμπυκνώνει την όλη θεματική και αφηγηματική προβληματική του. Από 'δώ και πέρα όμως χρειάζεται προσοχή, γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος της μανιέρας και της επανάληψης.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΚΩΤΙΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/06/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις