0
Your Καλαθι
Φαντάσματα μόνο
Περιγραφή
Αγάπη μου, είσαι καλά; Σήμερα κουράστηκα πολύ, πέφτω για ύπνο -είναι δέκα η ώρα- τα πόδια μου πλήγιασαν, με χτύπησαν τ' αναθεματισμένα τα καινούργια παπούτσια. Ψώνισα φρούτα και γάλα και κρασί, άλλα λεφτά δεν είχα. Τηλεφώνησε ο Α, και ρώτησε που ήσουν, κι εγώ είπα ότι είχες βγει κι έψαχνες κάτω απ' όποια πέτρα έβρισκες μπροστά σου για κάποιο μήνυμα. Μήπως δεν έπρεπε να το πω; Καληνύχτα και τα λέμε αύριο, φιλιά, Ρ.
Στις επτά ιστoρίες της συλλογής αυτής η Γιούντιθ Χέρμαν ταξιδεύει τους πρωταγωνιστές της σε διαφορετικά μέρη του κόσμου: στο Βερολίνο, στη Βενετία, στο Κάρλοβι Βάρι, στην Πράγα, στην Ισλανδία, στην έρημο της Νεβάδα και στη νορβηγική πόλη Τρόμσε. Ωστόσο δεν ενδιαφέρεται για τις ταξιδιωτικές τους εντυπώσεις. Τα διηγήματά της πραγματεύονται τη γνωστή παλιά ιστορία της ανθρώπινης ανάγκης για αγάπη.
Αποκτήσαμε μια καινούργια συγγραφέα, μια εκπληκτική συγγραφέα. Η επιτυχία της θα είναι μεγάλη.
Marcel Reich-Ranicki
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το ταξίδι είναι οξειδωτικό. Σε κάθε μετατόπισή μας μετατοπίζεται και η ταυτότητά μας καθώς μέσα από τις εμπειρίες που συλλέγουμε παράγονται αντιδράσεις που μεταλλάσσουν για πάντα τον εαυτό μας αλλά και το τοπίο που αφήσαμε πίσω μας: ένα σύνολο από εικόνες, γεύσεις, ήχους και αντικείμενα γλιστράνε μέσα στις αποσκευές που κουβαλάμε επιστρέφοντας και με τον καιρό, μοιραία, θα το μεταβάλουν. Σε κάθε ταξίδι τα όριά μας επαναπροσδιορίζονται. Καινούργια αιτήματα προβάλλουν, παλιές επιθυμίες ανασταίνονται και ο εαυτός μας γίνεται ο ήρωας της δικής του αφήγησης. Ο εαυτός που ταξιδεύει ακολουθώντας κοινές διαδρομές και γνωστές από τις αφηγήσεις άλλων ατραπούς, θέλει να τις επανακαθορίσει με το δικό του τρόπο, να διαπραγματευθεί τη νέα άγνωστη κουλτούρα με τα δικά του δεδομένα, αντλώντας από τη δεξαμενή της δικής του γλώσσας, γι' αυτό ίσως πλήθος ιστοριών έχουν γεννηθεί μέσα από ένα ταξίδι. Κατά τη διάρκειά του ξυπνούν φαντάσματα, παλιές και ξεχασμένες μνήμες, ενώ οι ανείπωτες ιστορίες διεκδικούν την έκφρασή τους όταν βρεθεί καινούργιο ακροατήριο. Γι' αυτό, ίσως, οι ηρωίδες των διηγημάτων τής Χέρμαν αφηγούνται παλιότερες ιστορίες τους σε άγνωστα πρόσωπα που συναντούν, δίνοντας τους έτσι πληροφορίες για τον εαυτό τους, αλλά και στις ίδιες καθώς οι παλιότερες εμπειρίες τους, κάτω από το φως μιας καινούργιας αναπάντεχης συνάντησης, μπαίνουν σε νέο πλαίσιο.
Κάθε ταξίδι προσφέρει και νέο υλικό στη μυθοπλασία. Η αναχώρηση, το πέρασμα των συνόρων, η περιπλάνηση, η ανακάλυψη και η επιστροφή προηγούνται κάθε μεταμόρφωσης. Η γεωγραφική μετατόπιση και η σωματική μετακίνηση λειτουργούν και ως μεταφορά των εσωτερικών διαδρομών που προηγούνται κάθε μικρής ή μεγάλης συνειδητοποίησης. Στο «Φαντάσματα μόνο» μέσα από τις ταξιδιωτικές τους εμπειρίες μεταβάλλεται και ο τρόπος που οι χαρακτήρες βλέπουν τον εαυτό τους, καθώς ανάλογα με τα πρόσωπα που συναντούν μεταμορφώνονται και οι ίδιοι.
Το ταξίδι επιτρέπει να δεις τα πράγματα διαφορετικά, σε απομακρύνει από τον παλιό σου εαυτό και σε οδηγεί σ' έναν περιπλανώμενο εαυτό όπου κάθε ασφάλεια και κάθε σιγουριά αμφισβητείται μαζί με την αίσθηση της γλώσσας, η οποία, αν και ασκείται περισσότερο, αποδεικνύεται ανίκανη να εκφράσει με ακρίβεια σύνθετα συναισθήματα. Η ηρωίδα στο διήγημα «Για πού;» θα πει: «Νομίζω πως δεν τις εμπιστευόμασταν τις λέξεις τότε, θα θέλαμε κάτι άλλο να μιλάει αντί για αυτές».
Με ένα κλικ
Στα εφτά διηγήματα της συλλογής οι εφτά νέες γυναίκες που πρωταγωνιστούν, μέσα από τις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις τους, μας περιγράφουν κάποια ταξιδιωτική τους εμπειρία όπως τη βίωσαν, είτε μόνες τους είτε συντροφευμένες από κάποιον. Ολες διαθέτουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά: είναι γύρω στα τριάντα, καπνίζουν, ζουν στο Βερολίνο, έχουν προσωρινές εργασίες ή είναι άνεργες και τις απασχολεί ο έρωτας είτε ως ιδέα είτε ως κατάσταση. Οι γυναίκες αυτές, λοιπόν, κατά τη μετατόπισή τους απαλλάσσονται από τις όποιες ασφάλειες ή μικρές δεσμεύσεις και μαθαίνουν για τον εαυτό τους και για τους συνοδούς τους πράγματα που ποτέ δεν θα διέκριναν αν παρέμεναν στο γνώριμο τοπίο της πόλης τους. Στις μετακινήσεις τους στα όρια της Ευρώπης (Πράγα, Καρλόβι Βάρι, Βενετία, Νορβηγία, Ισλανδία) αλλά και στην Αμερική μεταβάλλονται οι ίδιες αλλά και ο τρόπος που βλέπουν τους συνταξιδιώτες τους, την καλύτερή τους φίλη, ακόμα και τους γονείς τους, ενώ συχνά οι τυχαίοι άνθρωποι που συναντούν λειτουργούν και ως καταλύτες, εμπνέοντάς τους πότε τη στιγμιαία προσέγγιση του έρωτα και πότε την απομυθοποίησή του.
Τα τοπία που επισκέπτονται δεν περιγράφονται αναλυτικά, αλλά συγχρονίζονται κι αυτά με τη διάθεση των ηρωίδων, λειτουργώντας ως πλαίσιο για την αποκάλυψη των ακατέργαστων συναισθημάτων τους. Στα πρόσωπα των ξένων ενσαρκώνονται απωθημένες επιθυμίες, προβάλλοντας τα δικά τους αδιέξοδα σε ανθρώπους που πιθανότατα δεν θα ξανασυναντήσουν.
Με ιδιαίτερη ακρίβεια και απλότητα η Χέρμαν περιγράφει τις στιγμές των ψυχικών και συναισθηματικών μεταβολών, χωρίς να διασαλεύεται στο ελάχιστο η αφηγηματική ροή. Η απώλεια του έρωτα αλλά και η στιγμή που ο έρωτας εγκαθίσταται δίνονται με ένα κλικ της κάμερας, προσφέροντάς μας μια εικόνα που στέκει μετέωρη στο χρόνο. Με φόντο το παγωμένο νορβηγικό τοπίο, τον παγωμένο ορίζοντα της Ισλανδίας ή την αμερικανική έρημο της Νεβάδας θα δουν την εικόνα του εαυτού τους μέσα από τα μάτια των ξένων και θα βιώσουν μια κάποιου είδους υπερβατική εμπειρία η οποία θα κινητοποιήσει απωθημένα συναισθήματα και θαμμένες επιθυμίες. Μέσα από τον υπαινιγμό πως ο ξένος γνωρίζει κάτι παραπάνω για τις ίδιες απ' ό,τι οι ίδιες για τους εαυτούς τους, οι περαστικοί αυτοί άνθρωποι μοιάζουν να τοποθετήθηκαν εκεί από κάποιον αόρατο σκηνοθέτη που είναι αποφασισμένος να τους φανερώσει κάποια καλά κρυμμένη αλήθεια.
Στο δικό μας τόπο
Το ομότιτλο διήγημα έχει θέμα μια παράξενη συνάντηση στο μπαρ ενός ξενοδοχείου στην έρημο της Νεβάδας, όπου ένα νεαρό ζευγάρι, η Ελεν και ο Φέλιξ, καταφεύγουν για μια βραδιά. Στο ίδιο ξενοδοχείο φιλοξενείται και μια γυναίκα που κυνηγάει φαντάσματα με τη φωτογραφική της μηχανή. Ενας επισκέπτης του μπαρ που δεν έχει ποτέ απομακρυνθεί από την περιοχή, ζητάει από την Ελεν να του περιγράψει τη ζωή τους στη Γερμανία και εκείνη θα του πει με λίγα λόγια κάτι που μοιάζει με διάγνωση της σύγχρονης παθολογίας των κατοίκων των αστικών κέντρων: «Δεν είναι καθόλου ασυνήθιστη η ζωή μας, ένα σωρό άνθρωποι ζουν όπως εμείς. Ταξιδεύουν και βλέπουν τον κόσμο και ύστερα γυρίζουν και δουλεύουν, κι όταν μαζεύουν αρκετά χρήματα, φεύγουν ξανά για ταξίδι, αλλού κάθε φορά. Οι περισσότεροι το κάνουν. Οι περισσότεροι έτσι ζουν».
Με τις κοφτές διεισδυτικές ματιές που ρίχνει η τριανταπεντάχρονη Χέρμαν στους χαρακτήρες της σκιαγραφεί και το πορτρέτο τής γενιάς της. Διακρίνουμε πως η κατάρρευση των ιδεολογιών οδήγησε στην έλλειψη στόχων και σε έναν γενικευμένο μηδενισμό. Κανένας από τους ήρωες και τις ηρωίδες δεν έχει κάποια συγκεκριμένη προσωπική φιλοδοξία και παρά τα ταλέντα και τις ικανότητες τους, διακατέχονται από μια αίσθηση ματαιότητας και μοιάζουν έτοιμοι να ακολουθήσουν ό,τι βρεθεί στο δρόμο τους. Ατομα ανασφαλή, που βιώνουν τη μοναξιά και την αποξένωση, έχοντας αποδεχτεί την προσωρινότητα του έρωτα, περιδιαβαίνουν τον κόσμο ως υπνοβάτες, μελαγχολικοί και κλειστοί.
Το μότο του βιβλίου από τραγούδι των Beech Βοys «Δεν θα 'ταν όμορφα/ αν μπορούσαμε να ζήσουμε εδώ/ να φτιάξουμε εδώ/ το σπιτικό μας, το δικό μας τόπο» εκφράζει και την επιθυμία των χαρακτήρων του βιβλίου: ν' ανακαλύψουν τον τόπο εκείνον όπου θα μπορέσουν να εγκατασταθούν και να αισθανθούν κάποια ψυχική θαλπωρή. Ταυτόχρονα, όμως, στο ίδιο μότο εκφράζεται κι αυτό που τους λείπει καθώς και η βεβαιότητα πως ένας τέτοιος τόπος δεν υπάρχει γιατί οι ίδιοι είναι αποξενωμένοι από τις επιθυμίες τους και τον εαυτό τους, έστω και αν συνεχίζουν να γυρίζουν τον κόσμο όχι τόσο για να δουν τα καινούρια τοπία αλλά για να συναντήσουν εκείνα τα άγνωστα «πρόσωπα μέσα στο πλήθος» που ίσως κατορθώσουν, έστω και προσωρινά, να αναστήσουν τις επιθυμίες τους.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/05/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις