0
Your Καλαθι
Πραγματεία για την ανθρώπινη φύση. Ι Για τη νόηση
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
Το θέμα της "Πραγματείας" είναι η ανθρώπινη φύση και ο συγγραφέας της, στο πρώτο βιβλίο, "Για τη νόηση", παρομοιάζει τον ανθρώπινο νου με ένα εύθραυστο και γεμάτο ρωγμές σκάφος που πρέπει να ριχτεί "στην ανοικτή θάλασσα της ανθρώπινης φύσης" προκειμένου "να κάνει τον γύρο του κόσμου". Έχοντας επίγνωση και των δικών του αδυναμιών, ο Χιουμ διαπιστώνει ότι η φιλοσοφική κριτική, την οποία ασκεί στις νοητικές ικανότητές του, τον οδηγεί σε σύγχυση. Παρά την ανθρώπινη περιέργειά του για τις αιτιακές συνδέσεις ανάμεσα στα πράγματα και την αγάπη του στους αυστηρούς συλλογισμούς, η φιλοσοφική θεωρία του τον βοηθά να αναγνωρίσει ότι τα πράγματα που εκλαμβάνουμε ως αιτίες είναι προϊόντα της φαντασίας. Όταν οι αισθήσεις, η μνήμη και η νόηση θεμελιώνονται στην "ασταθή και επισφαλή" ικανότητα της "πλασματικής φαντασίας", οδηγούμαστε σε αντικρουόμενες πεποιθήσεις. Επομένως, ο φιλοσοφικός στοχασμός μάς οδηγεί σε ένα επικίνδυνο δίλημμα:
Mπορούμε να στηριζόμαστε στις "τετριμμένες υποδείξεις της πλασματικής φαντασίας", οι οποίες παράγουν "σφάλματα, παραλογισμούς και ασάφειες", ή πρέπει να στηριζόμαστε στις "γενικές και πιο καλά εδραιωμένες ποιότητες" του νου, δηλαδή στη νόηση και τον λόγο; Όμως, ο τελευταίος τρόπος υπονομεύει ακόμη και τις πεποιθήσεις από τις οποίες εξαρτάται η ίδια η επιβίωσή μας: "η νόηση, όταν ενεργεί μόνη της και σύμφωνα με τις πιο γενικές αρχές, αυτοανατρέπεται και δεν μπορεί να τεκμηριώσει καμία πεποίθηση, είτε φιλοσοφική είτε της κοινής ζωής". Η λύση θα προέλθει από την ανθρώπινη φύση, η οποία διαλύει τη φιλοσοφική μελαγχολία, αλλά δεν επιτρέπει την απαξίωση του φιλοσοφικού στοχασμού: Αν πρόκειται να αναχαιτισθεί η δεισιδαιμονία και να βελτιωθεί η κατανόηση του κόσμου, τότε το φιλοσοφείν είναι τόσο φυσικό, όσο και αναγκαίο. Μάλιστα δεν πρέπει να ενδίδουμε απλώς στον φιλοσοφικό στοχασμό, αλλά να καλλιεργούμε το πάθος για τη φιλοσοφία, διότι "ο αληθινός σκεπτικιστής πρέπει να είναι διστακτικός τόσο με τις φιλοσοφικές αμφιβολίες του, όσο και με τις φιλοσοφικές βεβαιότητές του". Έτσι "μπορούμε να ελπίσουμε στην εδραίωση ενός συστήματος ή ενός συνόλου απόψεων, οι οποίες, αν δεν είναι αληθείς, γιατί κάτι τέτοιο ίσως είναι υπερβολικό να το ελπίσουμε, τουλάχιστον θα μπορούσαν να αντέχουν στον έλεγχο της πλέον κριτικής εξέτασης".
Η παρούσα μετάφραση του πρώτου βιβλίου της "Πραγματείας για την ανθρώπινη φύση" είναι η πρώτη στην ελληνική γλώσσα.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Δεν θα ήμασταν ειλικρινείς αν δεν φροντίζαμε από την αρχή να δηλώσουμε την αμηχανία μας όταν καλούμαστε να συνοψίσουμε σε λίγες γραμμές το περιεχόμενο και τα κύρια σημεία σημαντικών έργων, τα οποία δεν έχουν απλώς καταλάβει μια γωνιά στους ατέλειωτους θαλάμους της ανθρώπινης συλλογικής συνείδησης, αλλά αποτελούν τους αρχιτέκτονες αυτών των θαλάμων. Ο Ντέιβιντ Χιουμ (1711-1776), κορυφαίος στοχαστής του σκωτικού και όχι μόνο σκεπτικιστικού διαφωτισμού, αποτελεί έναν από τους συνιδρυτές αυτού που αποκαλούμε νεωτερικότητα. Αναφερόμενοι στη σκεπτικιστική χροιά της σκέψης του Χιουμ, αισθανόμαστε πάλι άβολα, όχι γιατί ο Χιουμ δεν είναι από τους πατέρες του ήπιου σκεπτικισμού αλλά επειδή θεωρούμε πως η κατάταξη διανοητών τέτοιου βεληνεκούς σε προκαθορισμένα σχήματα πρέπει να γίνεται με την προϋπόθεση πως μιλάμε για αφαιρέσεις, οι οποίες είναι πολύτιμες συνιστώσες της επιστημονικής πραγματικότητας αλλά ταυτοχρόνως και παράγοντες που αποδυναμώνουν την πραγματικότητα.
Ο Χιουμ, με αυτό το έργο, που έγραψε σε ηλικία 28 ετών, τίθεται επικεφαλής στην προσπάθεια υπέρβασης του καρτεσιανού ορθολογικού σκεπτικισμού, θέτοντας τις συστηματικές βάσεις του εμπειρικού σκεπτικισμού. Ο παρών τόμος είναι το πρώτο βιβλίο ενός κλασικού έργου, που αποτελούνταν από τρία αυτόνομα μέρη. Στον παρόντα τόμο εξετάζεται η καταγωγή των ιδεών και η αιτιότητα. Στο δεύτερο βιβλίο, ο φακός του Χιουμ εστιάζει στον κόσμο των συναισθημάτων, όπου τον απασχολούν ζητήματα όπως η υπερηφάνεια και η ταπείνωση, η αγάπη και το μίσος και άλλα. Στο τρίτο βιβλίο ο Χιουμ στρέφεται στη μελέτη της ηθικής, και κυρίως αυτών των παραμέτρων της που αφορούν τα ζητήματα της αρετής και της αμαρτίας, της δικαιοσύνης και της αδικίας. Οκτώ χρόνια αργότερα θα δημοσιεύσει τις «Ερευνες για την Ανθρώπινη Νόηση και για τις Αρχές της Ηθικής». Εκεί επανεξετάζει και αμβλύνει κάποια από τα συμπεράσματα της «Πραγματείας». Αυτό το έργο ο Ελληνας αναγνώστης θα έχει επίσης τη δυνατότητα να το διαβάσει, αφού ετοιμάζεται η μετάφρασή του από τις εκδόσεις «Scripta».
Η επιστήμη της ανθρώπινης φύσης
Αφετηρία της «Πραγματείας» είναι η πεποίθηση του Χιουμ πως όλες οι επιστήμες, ανεξάρτητα από τα επιμέρους αντικείμενα, μεθόδους τους και στόχους, έχουν σε τελική ανάλυση ένα αντικείμενο: τον άνθρωπο ως γνωστική και συναισθηματική οντότητα. Ολες οι επιστήμες εξαρτώνται από τα πορίσματα και τις κατευθύνσεις εκείνης της επιστήμης της οποίας αντικείμενο είναι η ανθρώπινη φύση και όχι η εξωτερική πραγματικότητα στη θεωρησιαρχική και μεταφυσική της διάσταση. Ο Χιουμ «αδιαφορεί» για την εξωτερική πραγματικότητα όχι γιατί απορρίπτει την ύπαρξή της, αλλά γιατί θεωρεί πως πραγματική φιλοσοφική σκέψη είναι αυτή που, στηριγμένη στα πορίσματα της εμπειρικής έρευνας, εστιάζει το ενδιαφέρον της στους μηχανισμούς που διέπουν την ανθρώπινη γνωστική δραστηριότητα. Αναγνωρίζοντας πως η εμπειρική ύπαρξη των αντικειμένων εμπεριέχεται στη σφαίρα της ατομικής συνείδησης, συνεχίζει τη γραμμή που χάραξε ο Λοκ, ότι δηλαδή «το αντικείμενο της γνώσης είναι ιδέα». Διακόπτει όμως τους δεσμούς του με τον εμπειρισμό του Λοκ όταν απορρίπτει την αρχή της αντιπροσώπευσης των ιδεών του ανθρώπου από μιαν εξωτερική αιτία, η οποία καθορίζει τα δεδομένα της εμπειρίας και των αισθήσεών μας. Με αυτό το πνεύμα φαίνεται να είναι πιο κοντά στον Μπέρκλεϊ, αλλά ταυτόχρονα απορρίπτει τη βασική αρχή του Αγγλικανού επισκόπου πως οι ιδέες του ανθρώπου δεν ανήκουν σ' αυτόν και τις εμπειρίες του, αλλά παράγονται από τον Θεό. Ο Χιουμ, ίσως με έναν αμφισβητούμενο τρόπο, υποστηρίζει την πιο σημαντική αξία της νεωτερικότητας, πως ο άνθρωπος είναι ο δημιουργός της πραγματικότητας και όχι η πραγματικότητα, με την υλική ή θεϊκή της υπόσταση, ο δημιουργός του ανθρώπου. Αυτό αποτελούσε μια άποψη που άναβε το φιτίλι στα θεμέλια της θεοκρατίας και της μοναρχίας. Ούτε ο Πάπας ούτε ο μονάρχης, αλλά μόνον ο άνθρωπος, είναι ο δημιουργός της ιστορίας.
Ο Χιουμ οδηγεί κάθε γνώση, είτε αυτή αφορά υλικά πράγματα είτε πνευματικά φαινόμενα, στο ρεύμα που σχηματίζει ο κόσμος των εντυπώσεων και των ιδεών μας. Από αυτό το ρεύμα παρασέρνεται κάθε αντικειμενικό και υποκειμενικό περιεχόμενο της ανθρώπινης γνώσης. Οι εντυπώσεις μας αποτελούνται από τα αισθήματα, τα πάθη και τις συγκινήσεις μας, όπως συνολικά εισέρχονται στο νου μας. Οι ιδέες αποτελούν τα «αμυδρά είδωλα» των εντυπώσεών μας. Η διαφορά μεταξύ εντυπώσεων και ιδεών είναι διαφορά έντασης και όχι ποσοτική διαφορά.
Οι απλές και σύνθετες εντυπώσεις υπάρχουν πάντα σε σχέση με το νου και έχουν προτεραιότητα σε σχέση με τις απλές και σύνθετες ιδέες. Η ιδέα για το μαύρο χρώμα που σχηματίζεται στο σκοτάδι και η εντύπωση που αντανακλάται στο μάτι μας, σε συνθήκες ημέρας, διαφέρουν μόνο στο βαθμό έντασης και όχι στη φύση τους. Δεν υπάρχει περισσότερη αντικειμενικότητα στις εντυπώσεις απ' ό,τι στις ιδέες, απλώς οι δεύτερες βρίσκονται σε σχέση εξάρτησης από τις πρώτες.
Αν τα πάθη και οι συγκινήσεις αποτελούν τα συστατικά υλικά των εντυπώσεων, η μνήμη και η φαντασία συνιστούν την ικανότητα του ανθρώπου να αναπαράγει τις εντυπώσεις, με μεγαλύτερη ακρίβεια από πλευράς μνήμης και με μεγαλύτερη ελευθερία από πλευράς φαντασίας. Μέσα σ' αυτό το περίγραμμα ο Χιουμ αναλύει τον κόσμο των λεγόμενων φιλοσοφικών ιδεών και σχέσεων. Σ' αυτό τον κόσμο κυρίαρχη θέση κατέχει ο συνειρμός και η καθ' έξιν φαντασία (imagination), η οποία όπως μας διευκρινίζει στη συστηματική και κατατοπιστική εισαγωγή της η επίκουρη καθηγήτρια και μεταφράστρια Μαρία Πουρνάρη, διαφέρει από την πλασματική φαντασία (fiction). Η τελευταία αποτελεί τον πιο ασφαλή τρόπο για να οδηγήσουμε τον άνθρωπο σε αδιέξοδα, ενώ η πρώτη αποτελεί συστατικό στοιχείο του μηχανισμού της γνώσης.
Η ιδέα της αναγκαιότητας και ο σκεπτικισμός
Η σημαντικότερη φιλοσοφική σχέση είναι αυτή της αιτίας και του αποτελέσματος. Ο Χιουμ, αντίθετα απ' όσα κατάλαβαν πολλοί ερμηνευτές του, όχι μόνο δεν απορρίπτει τις σχέσεις αιτιότητας αλλά χτίζει το δικό του φιλοσοφικό και υγιή σκεπτικισμό πάνω στην κριτική της έννοιας της αιτίας. Οι σχέσεις αναλύονται σε επίπεδο κοινής γλώσσας, στην καθημερινή τους σημασία και σε φιλοσοφικό επίπεδο ως αντικείμενα σύγκρισης. Η έβδομη φιλοσοφική σχέση είναι αυτή της αιτίας και του αποτελέσματος, η οποία είναι παράλληλα και μια φυσική σχέση. Αυτή η σχέση, η σχέση συνάφειας και απόστασης και αυτή της ταυτότητας εμπίπτουν στο πεδίο της εποπτείας και όχι της γνώσης και της απόδειξης.
Η αιτία και το αποτέλεσμα είναι μια σχέση που προκύπτει από την εμπειρία και όχι από κάποιον αφηρημένο συλλογισμό. Ο νόμος όμως της αιτίας δεν μπορεί να αποδειχτεί ούτε από τη σχέση γειτνίασης και απλής διαδοχής ούτε από την ισχύ των πιθανών εμφανίσεων. Αυτό που επαναλαμβάνεται και επαληθεύεται συνεχώς στο παρελθόν δεν σημαίνει πως θα επαληθεύεται συνεχώς και στο μέλλον. Από την άλλη, κάτι που δεν συνέβη μέχρι τώρα δεν σημαίνει πως δεν θα συμβεί στο μέλλον. «Δεν υπάρχουν αντικείμενα που είναι αντίθετα μεταξύ τους και αμοιβαία αποκλειόμενα, παρά μόνο η ύπαρξη και η ανυπαρξία» (σελ. 328). Ο πραγματικός νόμος της αιτίας είναι ένας νόμος που στηρίζεται όχι στην αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά στην καθ' έξιν συνήθεια του νου και της φαντασίας. Είναι μια ψυχική και όχι μια αντικειμενική κατάσταση.
Πάνω σ' αυτές τις θέσεις στηρίζεται ο σκεπτικισμός του Χιουμ, αλλά και η αμφισβήτηση του «οντολογικού» επιχειρήματος για την ύπαρξη του Θεού, σύμφωνα με το οποίο «έχω την ιδέα του Θεού, συνεπώς αυτός υπάρχει». Σύμφωνα με το μεγάλο αυτόν φιλόσοφο, η ύπαρξη της αιτίας, του Θεού αλλά και των φυσικών νόμων, είναι κάτι το απλώς πιθανόν, που μπορούμε να έχουμε την εποπτεία του και όχι να γνωρίζουμε την αλήθειά του. Βεβαιότητες και αλήθειες υπάρχουν μόνο στις λογικές (μαθηματικά) και όχι στις εμπειρικές επιστήμες. Απ' αυτό το σημείο ξεκινά και η καντιανή διάκριση επιστημονικής διάνοιας και στοχαστικού λόγου.
Ο Χιουμ δεν ήθελε να αμφισβητήσει την πραγματικότητα, αλλά να τονίσει την αβεβαιότητα των συμπερασμάτων μας και τα όρια του κόσμου της αληθινής γνώσης, ενός κόσμου που στηρίζεται στους δείκτες της στατιστικής συχνότητας και του υπολογισμού, με άλλα λόγια του αναδυόμενου καπιταλιστικού κόσμου. Ο σκεπτικισμός του δεν είναι πρόδρομος του μεταμοντέρνου σχετικισμού, αλλά υγιής αντίδραση στην αλαζονεία του κλήρου και του επιστημονικισμού. Οχι χωρίς λόγο, στο πρώτο κεφάλαιο του Τρίτου Βιβλίου της «Πραγματείας» τονίζει πως «όταν εγκαταλείψουμε το γραφείο μας και βυθιστούμε στις καθημερινές ανθρώπινες ασχολίες, τα συμπεράσματα στα οποία έχουμε φθάσει με τους παραπάνω συλλογισμούς εξαφανίζονται, με τον ίδιο τρόπο που με το χάραμα εξαφανίζονται τα φαντάσματα της νύκτας».
Η μετάφραση τέτοιων έργων, και μάλιστα από επιστήμονες και όχι απλώς μεταφραστές, αποτελεί σημαντική πολιτιστική συνεισφορά. Ευελπιστούμε πως η φιλοπονία της καθηγήτριας Μ. Πουρνάρη θα μας χαρίσει σύντομα τη μετάφραση του Δεύτερου και Τρίτου βιβλίου της «Πραγματείας».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 11/11/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις