0
Your Καλαθι
Μεσσήνη το Αρτεμίσιον και οι οίκοι της δυτικής πτέρυγας του Ασκληπείου
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η αλήθεια είναι ότι η αρχαία Μεσσήνη βρίσκεται έξω από τους γνωστούς προορισμούς των επισκεπτών. Μόλις τα τελευταία χρόνια, μετά το συστηματικό πρόγραμμα ανασκαφής και αναστήλωσής της που άρχισε το 1986 και μετά τα εξαιρετικά ευρήματα που έρχονται διαρκώς στο φως, άρχισε να κεντρίζει το ενδιαφέρον ειδικών και μη. Οσοι φθάνουν όμως ως τις υπώρειες της Ιθώμης, όπου είναι κτισμένη αυτή η ελληνιστική πόλη, μένουν γοητευμένοι από τα εξαιρετικά της οικοδομήματα, από το πλήθος και την ομορφιά των αγαλμάτων, από το ιπποδάμειο σύστημά της αλλά και από την εξαιρετική διατήρηση των μνημείων της. «Υπάρχουν δε και πολλά αγάλματα πολύ αξιοθέατα, του Ασκληπιού εις το ιερόν, χωριστά δε του Απόλλωνος, των Μουσών και του Ηρακλέους και παράστασις της πόλεως των Θηβαίων, άγαλμα του Επαμεινώνδα, του γιου του Κλεόμμιδος, της Τύχης και της Αρτέμιδος της Φωσφόρου...» έγραψε για το Ασκληπιείο ένας παλαιότερος επισκέπτης της πόλης, ο Παυσανίας, το 155-160 μ.Χ. Μια λεπτομερής περιγραφή, πολύτιμη για τους σύγχρονους ερευνητές, όπως η κυρία Ελένη-Αννα Χλέπα, η οποία στη μελέτη της Μεσσήνη. Το Αρτεμίσιο και οι Οίκοι της δυτικής πτέρυγας του Ασκληπιείου παρουσιάζει μια πλευρά του πολυδιάστατου και πολυσήμαντου αυτού οικοδομικού συγκροτήματος. Πρόκειται για μια λεπτομερέστατη τεκμηρίωση του οικοδομικού συγκροτήματος - και σχεδιαστικά -, η οποία είναι προφανές ότι έχει προκύψει από εξαντλητική μελέτη του θέματος.
Ο επιφανέστερος χώρος της Μεσσήνης και κέντρο της δημόσιας ζωής της πόλης, πολιτικό και διοικητικό, με πλήθος αγαλμάτων που τον κοσμούσαν ασφυκτικά ήταν το Ασκληπιείο, το οποίο φαίνεται ότι ανηγέρθη μετά το 215-214 π.Χ., όταν οι κοινωνικές αναταραχές και η εξέγερση των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων οδήγησαν στην κατάργηση της ολιγαρχικής διακυβέρνησης, όπως αναφέρει ο καθηγητής κ. Πέτρος Θέμελης, υπεύθυνος για το ανασκαφικό και αναστηλωτικό έργο της Μεσσήνης. Η επίδειξη της δύναμης της πόλης και της προβολής των Μεσσηνίων ως ιδιαίτερου έθνους γίνεται εμφανής σε όλα τα μνημεία αυτής της περιόδου. Και οι χώροι της δυτικής πλευράς του Ασκληπιείου, αυτούς που εξετάζει η κυρία Χλέπα, έχουν τη μορφή των Οίκων και ανταποκρίνονται στον εκθεσιακό και ιστορικό χαρακτήρα του οικοδομήματος: Είναι πέντε τον αριθμό, με πρώτο αυτόν του ναού της Αρτέμιδος, κτισμένοι σε παράταξη και ανοικτοί προς τη στοά του Ασκληπιείου ώστε να επιτρέπουν τη θέαση των αγαλμάτων που ήταν τοποθετημένα σε αυτούς.
Μοναδικό σε μορφή χαρακτηρίζει η κυρία Χλέπα τον ναό της Αρτέμιδος, η λατρεία της οποίας θεωρείται βεβαιωμένη μετά την ανεύρεση επιγραφής που ήταν ιδρυμένη μπροστά από το κτίσμα. Ο λόγος της μοναδικότητας είναι η διαίρεση του ναού εσωτερικά σε τρία μέρη, κάτι που δεν απαντάται ούτε στην Πελοπόννησο ούτε στην κυρίως Ελλάδα, με τις ομοιότητες να αναζητούνται σε τριμερείς ετρουσκικούς ναούς ή σε αντίστοιχους της Ανατολικής Μεσογείου, αν και στις δύο περιπτώσεις με διαφορές. Πιθανή πάντως συμπεραίνει η ίδια ότι είναι η επιρροή του άγνωστου αρχιτέκτονα του Αρτεμισίου από την αρχιτεκτονική της Βόρειας Αφρικής και της Αιγύπτου και συγκεκριμένα από την Κυρηναϊκή στην οποία μετανάστευσαν οι Μεσσήνιοι το 404 π.Χ., μετά τον τέταρτο μεσσηνιακό πόλεμο, και όπου υπήρχε ήδη στην Κυρήνη από τον 6ο αιώνα π.Χ. ο τριμερής ναός του. Ωφέλη, αποτέλεσμα επιρροής από την αιγυπτιακή αρχιτεκτονική. Ιωνικός εξάλλου είναι ο ρυθμός του ναού, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως επισημαίνει η αρχιτέκτων, στις πλάγιες όψεις του κιονοκράνου, όπου δύο ανθοδέσμες από φύλλα ακάνθου και καλάμου κοσμούν περίτεχνα τα προσκεφάλαια ενώ μία πλατιά ταινία υποδηλώνει τους μίσχους των καλύκων που σχηματίζουν διπλό κόμπο. Ενα αποτέλεσμα «μπαρόκ», όπως σημειώνει η κυρία Χλέπα, σπάνιο παράδειγμα για την ελληνιστική Πελοπόννησο.
Σκληρός υπόλευκος ασβεστόλιθος είναι το υλικό της κατασκευής του Αρτεμισίου και των Οίκων, όπως και όλων των κτισμάτων του Ασκληπιείου. Οπως σημειώνει όμως η αρχιτέκτων, η κατασκευή του συγκροτήματος, παρά τις εξαιρετικές ιδιομορφίες της, δεν φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα επιμελημένη. Οσο για τη χρονολόγησή του, η οποία έγινε με δυσκολία καθώς λείπουν τα ανασκαφικά δεδομένα, τοποθετείται στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ.
«Οι Οίκοι εν σειρά γεμάτοι από λατρευτικά αγάλματα και αναθήματα αποτελούσαν ένα είδος εσοχών της στοάς. Η θέαση τμημάτων των εσωτερικών χώρων των Οίκων από τη στοά είναι συνεχής και επαναλαμβανόμενη. Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολικό να αποδώσουμε και χαρακτήρα "μουσείου" στο δυτικό τμήμα της στοάς σε συνδυασμό με το λατρευτικό περιεχόμενο των οίκων» καταλήγει η μελετήτρια.
ΜΑΡΙΑ ΘΕΡΜΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-03-2003
Η αλήθεια είναι ότι η αρχαία Μεσσήνη βρίσκεται έξω από τους γνωστούς προορισμούς των επισκεπτών. Μόλις τα τελευταία χρόνια, μετά το συστηματικό πρόγραμμα ανασκαφής και αναστήλωσής της που άρχισε το 1986 και μετά τα εξαιρετικά ευρήματα που έρχονται διαρκώς στο φως, άρχισε να κεντρίζει το ενδιαφέρον ειδικών και μη. Οσοι φθάνουν όμως ως τις υπώρειες της Ιθώμης, όπου είναι κτισμένη αυτή η ελληνιστική πόλη, μένουν γοητευμένοι από τα εξαιρετικά της οικοδομήματα, από το πλήθος και την ομορφιά των αγαλμάτων, από το ιπποδάμειο σύστημά της αλλά και από την εξαιρετική διατήρηση των μνημείων της. «Υπάρχουν δε και πολλά αγάλματα πολύ αξιοθέατα, του Ασκληπιού εις το ιερόν, χωριστά δε του Απόλλωνος, των Μουσών και του Ηρακλέους και παράστασις της πόλεως των Θηβαίων, άγαλμα του Επαμεινώνδα, του γιου του Κλεόμμιδος, της Τύχης και της Αρτέμιδος της Φωσφόρου...» έγραψε για το Ασκληπιείο ένας παλαιότερος επισκέπτης της πόλης, ο Παυσανίας, το 155-160 μ.Χ. Μια λεπτομερής περιγραφή, πολύτιμη για τους σύγχρονους ερευνητές, όπως η κυρία Ελένη-Αννα Χλέπα, η οποία στη μελέτη της Μεσσήνη. Το Αρτεμίσιο και οι Οίκοι της δυτικής πτέρυγας του Ασκληπιείου παρουσιάζει μια πλευρά του πολυδιάστατου και πολυσήμαντου αυτού οικοδομικού συγκροτήματος. Πρόκειται για μια λεπτομερέστατη τεκμηρίωση του οικοδομικού συγκροτήματος - και σχεδιαστικά -, η οποία είναι προφανές ότι έχει προκύψει από εξαντλητική μελέτη του θέματος.
Ο επιφανέστερος χώρος της Μεσσήνης και κέντρο της δημόσιας ζωής της πόλης, πολιτικό και διοικητικό, με πλήθος αγαλμάτων που τον κοσμούσαν ασφυκτικά ήταν το Ασκληπιείο, το οποίο φαίνεται ότι ανηγέρθη μετά το 215-214 π.Χ., όταν οι κοινωνικές αναταραχές και η εξέγερση των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων οδήγησαν στην κατάργηση της ολιγαρχικής διακυβέρνησης, όπως αναφέρει ο καθηγητής κ. Πέτρος Θέμελης, υπεύθυνος για το ανασκαφικό και αναστηλωτικό έργο της Μεσσήνης. Η επίδειξη της δύναμης της πόλης και της προβολής των Μεσσηνίων ως ιδιαίτερου έθνους γίνεται εμφανής σε όλα τα μνημεία αυτής της περιόδου. Και οι χώροι της δυτικής πλευράς του Ασκληπιείου, αυτούς που εξετάζει η κυρία Χλέπα, έχουν τη μορφή των Οίκων και ανταποκρίνονται στον εκθεσιακό και ιστορικό χαρακτήρα του οικοδομήματος: Είναι πέντε τον αριθμό, με πρώτο αυτόν του ναού της Αρτέμιδος, κτισμένοι σε παράταξη και ανοικτοί προς τη στοά του Ασκληπιείου ώστε να επιτρέπουν τη θέαση των αγαλμάτων που ήταν τοποθετημένα σε αυτούς.
Μοναδικό σε μορφή χαρακτηρίζει η κυρία Χλέπα τον ναό της Αρτέμιδος, η λατρεία της οποίας θεωρείται βεβαιωμένη μετά την ανεύρεση επιγραφής που ήταν ιδρυμένη μπροστά από το κτίσμα. Ο λόγος της μοναδικότητας είναι η διαίρεση του ναού εσωτερικά σε τρία μέρη, κάτι που δεν απαντάται ούτε στην Πελοπόννησο ούτε στην κυρίως Ελλάδα, με τις ομοιότητες να αναζητούνται σε τριμερείς ετρουσκικούς ναούς ή σε αντίστοιχους της Ανατολικής Μεσογείου, αν και στις δύο περιπτώσεις με διαφορές. Πιθανή πάντως συμπεραίνει η ίδια ότι είναι η επιρροή του άγνωστου αρχιτέκτονα του Αρτεμισίου από την αρχιτεκτονική της Βόρειας Αφρικής και της Αιγύπτου και συγκεκριμένα από την Κυρηναϊκή στην οποία μετανάστευσαν οι Μεσσήνιοι το 404 π.Χ., μετά τον τέταρτο μεσσηνιακό πόλεμο, και όπου υπήρχε ήδη στην Κυρήνη από τον 6ο αιώνα π.Χ. ο τριμερής ναός του. Ωφέλη, αποτέλεσμα επιρροής από την αιγυπτιακή αρχιτεκτονική. Ιωνικός εξάλλου είναι ο ρυθμός του ναού, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως επισημαίνει η αρχιτέκτων, στις πλάγιες όψεις του κιονοκράνου, όπου δύο ανθοδέσμες από φύλλα ακάνθου και καλάμου κοσμούν περίτεχνα τα προσκεφάλαια ενώ μία πλατιά ταινία υποδηλώνει τους μίσχους των καλύκων που σχηματίζουν διπλό κόμπο. Ενα αποτέλεσμα «μπαρόκ», όπως σημειώνει η κυρία Χλέπα, σπάνιο παράδειγμα για την ελληνιστική Πελοπόννησο.
Σκληρός υπόλευκος ασβεστόλιθος είναι το υλικό της κατασκευής του Αρτεμισίου και των Οίκων, όπως και όλων των κτισμάτων του Ασκληπιείου. Οπως σημειώνει όμως η αρχιτέκτων, η κατασκευή του συγκροτήματος, παρά τις εξαιρετικές ιδιομορφίες της, δεν φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα επιμελημένη. Οσο για τη χρονολόγησή του, η οποία έγινε με δυσκολία καθώς λείπουν τα ανασκαφικά δεδομένα, τοποθετείται στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ.
«Οι Οίκοι εν σειρά γεμάτοι από λατρευτικά αγάλματα και αναθήματα αποτελούσαν ένα είδος εσοχών της στοάς. Η θέαση τμημάτων των εσωτερικών χώρων των Οίκων από τη στοά είναι συνεχής και επαναλαμβανόμενη. Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολικό να αποδώσουμε και χαρακτήρα "μουσείου" στο δυτικό τμήμα της στοάς σε συνδυασμό με το λατρευτικό περιεχόμενο των οίκων» καταλήγει η μελετήτρια.
ΜΑΡΙΑ ΘΕΡΜΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-03-2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις