0
Your Καλαθι
Λοστρέ
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Ο Λουκάς, ο Στέφανος, ο Χρήστος, η Όλγα, ο Φώτης, ο Πέτρος. Η Φιλία. Τα Cheats. Ο μπαρμπα-Μήτσος. Ο Ζάχος. Το Ηρώον. Η Αγάπη, ο Γιώργης, ο Ανέστης. Οι Χειροπέδες. Ο Ροβέρτος. Η συνελεγμώνη. Ο Νεκτάριος, ο Τόνης, ο «Μπηφ». Η κοινοτοπία. Ο καρδιογράφος. Η Σία και η Μία. Το κινητό. Το τσιγάρο. Ο «Στάθης». Το ουίσκι. Η κυρία Σάντη. Ο Ανεμιστήρας. Ο Κωνσταντίνος. Ο Δήμαρχος, ο Επιτελάρχης. Η Γ. Ο κάμπος. Η σκόνη. Ο ήλιος. Η ζέστη. Η Πηγή. Η Ποίηση. Ο φραπές. Το κομπιούτερ. Το ντουφέκι. Το Ηλεκτρικό Πριόνι. Η τηλεόραση. Ο Άλφα Λαγού. Η Ελλάδα. Οι Έλληνες. Κατά το ελάχιστον.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Θέλει μαεστρία για να κατασκευαστεί αντιπαθητικός ήρωας. Ο Λένος Χρηστίδης καταφέρνει στο Λοστρέ να κατασκευάσει ολόκληρη παρέα αντιπαθητικών. Πρόκειται για έξι νέους που έχουν εγκλωβιστεί στην «επαρχιακή κωμόπολη Γ.». Είναι δύο φοιτητές, δύο στρατιώτες και δύο πεφωτισμένοι ντόπιοι. Αυτό που τους ενώνει είναι το θεμελιώδες αξίωμα για τους συμπολίτες τους: είναι όλοι ηλίθιοι. «Ηλίθιος» είναι μια λέξη που έρχεται και επανέρχεται στους διαλόγους για να τονιστεί, ίσως, η υπεροψία της νεανικής συντροφιάς. Θεωρούν εαυτούς ανώτερους και με αυτή τη λογική αρχίζουν μια σειρά από φάρσες αφενός για να περάσουν την ώρα τους και αφετέρου για να τιμωρήσουν την ηλιθιότητα. Οι ήρωες λοιπόν σε αρκετές από τις σκηνές εμφανίζονται να κρατούν τις κοιλιές τους από τα γέλια, να μην αντέχουν άλλο τα χαχανητά, να βρίσκονται σε κατάσταση γενικευμένης ευφορίας. Μιας ευφορίας που δεν τη μοιράζονται με τον αναγνώστη. Ο Χρηστίδης δεν δίνει στον αναγνώστη τη διαστροφική χαρά της Φάρσας της Ερσης Σωτηροπούλου (1982). Παρουσιάζει όμως το σκωπτικό πνεύμα μιας εποχής και την ανέραστη διάθεση μιας γενιάς. Κοντά σε αυτά διασώζει και τα «ανάποδα» ή - αναστρέφοντας - «ποδανά», τα οποία έχουν πλέον εκλείψει. Ο τίτλος του μυθιστορήματος «Λοστρέ» προκύπτει από την αναστροφή τού «τρελός». Αυτό είναι ένα από τα εκφραστικά παιχνίδια του συγγραφέα, ο οποίος διαθέτει γνώση, χιούμορ και τόλμη απέναντι στη γλώσσα.
Η προσήλωση στον φραπέ
Ο Λουκάς της παρούσης υποθέσεως είναι γιατρός και κάνει το στρατιωτικό του. H επαγγελματική ιδιότητά του τού εξασφαλίζει τα γνωστά φανταρικά προνόμια και κυρίως έναν απομονωμένο χώρο, στην κορυφή του λόφου. Από αυτό το γεωγραφικό σημείο, το ιατρείο, αρχίζουν αρκετά κεφάλαια, με τον Λουκά να φτιάχνει φραπέ - η παρασκευή του κρύου ροφήματος επαναλαμβάνεται στο βιβλίο με τη ρυθμική ευλάβεια βουδιστικού μάντρα. Ενας άλλος χώρος-σύμβολο είναι το σπίτι του φοιτητή Στέφανου, με μαντρότοιχο και με το προνόμιο να αναβλύζει μέσα στην αυλή μια πηγή τόσο μεγάλη που λειτουργεί ως φυσική πισίνα! Ο Φώτης, ο συγκάτοικος, συμμετέχει στην παρέα χωρίς να τραβά το βλέμμα του από τον υπολογιστή, όπου δίνει αναρίθμητες μάχες με δράκους και τέρατα. Ο Πέτρος, το τέταρτο μέλος της παρέας, είναι στρατιώτης. Το σεξτέτο συμπληρώνουν ο Χρήστος, ιδιοκτήτης κρεπερί-καφετέριας επί της κεντρικής πλατείας, και η εξαδέλφη του Ολγα, «μια κοπέλα που κάτω από ορισμένες συνθήκες θα μπορούσε να κόψει την αναπνοή ενός τυχαίου θεατή της. Αυτό όμως που την ξεχώριζε αμέσως μέσα στη Γ. δεν ήταν οι αναλογίες της ή τίποτα αβυσσαλέα ντεκολτέ, αλλά που το μυαλό της ξέφευγε από τις κλασικές διαστάσεις ύψος - πλάτος, γάμος - παιδιά. H Ολγα ήθελε και άλλα πράγματα. Δεν ήξερε ποια αλλά τα ήθελε». Σε αυτή την τελευταία φράση υπάρχει το βασικό κλειδί της ανάγνωσης. Αυτά τα παιδιά δεν ξέρουν τι θέλουν. Και η αμηχανία τους γίνεται επιθετικότητα.
Εξυπνάκηδες, ηλίθιοι
Το πρώτο θύμα της παρέας είναι μια εύσωμη φοιτήτρια. Είναι η «χοντρή» που γίνεται περίγελος λόγω του βάρους της και λόγω της καταγωγής της από την επαρχία. Το πρώτο μέρος της φάρσας απαιτεί να κοιμηθεί κάποιος από την παρέα μαζί της. Κάποιος ακόμη πρέπει να αναλάβει την εξαδέλφη της «χοντρής». Και μπίνγκο! Τις «ρίχνουν» και τις δύο. Οι σεξουαλικές ορμές ολόκληρης της παρέας ικανοποιούνται για διάστημα εβδομάδων (μήπως μηνών;) από τις επιδόσεις των φίλων. Αυτό όμως που θα φέρει την αληθινή ηδονή είναι οι τηλεφωνικές φάρσες, ερωτικού περιεχομένου βέβαια, όπου οι φίλοι αλλάζουν το ακουστικό μεταξύ τους και κάνουν εξομολογήσεις (η Αγάπη, όπως είναι το όνομα του θύματος, δεν καταλαβαίνει πως αλλάζουν οι φωνές, γιατί, όπως είπαμε, είναι... ηλίθια). Ο Χρηστίδης χρησιμοποιεί στο βιβλίο του την ιδεολογική βάση των γουέστερν, με τη διαφορά ότι οι χαρακτήρες δεν είναι καλοί - κακοί αλλά εξυπνάκηδες - ηλίθιοι. Οι τηλεφωνικές φάρσες συνεχίζονται επί μακρόν. H Ολγα είναι εκείνη που τις περισσότερες φορές παρακινεί. «Θέλω να τη δω να σέρνεται» λέει κάποιο βράδυ. Τέτοιο μένος; Τέτοια ευχαρίστηση; Βαθμηδόν οι χαρακτήρες αποκαλύπτονται: Δεν είναι απλώς μια παρέα αντιπαθητικών. Είναι προβληματικά άτομα.
Το δεύτερο θύμα είναι ένας αξιωματικός στον στρατό. Οι δύο στρατιώτες με την εγνωσμένη ανωτερότητα (ο ένας, είπαμε, είναι γιατρός και ο άλλος είναι... φίλος του γιατρού) θα πείσουν έναν κακομοίρη ότι ανήκουν σε μια ελληνολατρική οργάνωση που διοικεί τον πλανήτη, τη «Φ7». Θα του προτείνουν να γίνει μέλος περνώντας μια σειρά από δοκιμασίες (μια από αυτές είναι το προσκύνημα ενός γαϊδάρου, δήθεν θεότητας, μέσα στη νύχτα). Ο αξιωματικός τα κάνει όλα - μην ξεχνάτε: είναι και αυτός ηλίθιος. Παράλληλα ταλαιπωρούν και έναν νεαρό αστυνομικό ο οποίος, παρά την κατώτερη στάθμη του, γράφει ποιήματα. Καταφέρνουν να υποκλέψουν μερικά από αυτά και να τα δημοσιεύσουν στην τοπική εφημερίδα με ψευδώνυμο. Ο δύσμοιρος αστυνομικός δεν ξέρει πώς να αντιδράσει. Το πιο ενοχλητικό από όλα σε σχέση με τα φαρσοθύματα είναι ότι προσεγγίζονται με προσωπεία φιλίας. Ο Λένος Χρηστίδης επικροτεί ή καταγγέλλει την έπαρση, τα ψεύδη, τον σαρκασμό; Αυτό είναι κάτι που δεν παρουσιάζεται ευδιάκριτα. Φωτογραφίζει την εποχή του και καταγράφει συμπλέγματα που έχουν μορφή επιδημίας.
Το μυθιστόρημα θα κλείσει με τους ήρωες να μαζεύουν μαζί τα μπογαλάκια τους για μια καλύτερη πόλη. Αλλος απολύεται, άλλος διακόπτει τις σπουδές. H πιο εντυπωσιακή «έξοδος» αφορά τον «κρεπεριούχο». Εχει ως υπάλληλο έναν Αλβανό, τον οποίο παρενοχλεί διαρκώς μια παρέα (επαρχιωτών, άρα κατώτερων, δηλαδή ηλίθιων). Του παραγγέλνουν διαρκώς νερά, τον «τρέχουν» εν γένει. Οι έξι φίλοι - επειδή, όπως είπαμε, είναι «οι καλοί» - είναι με το μέρος του Αλβανού (παρ' όλο που δεν τον κάλεσαν ποτέ να δροσιστεί στην πηγή τους). Σε έναν καβγά με αφορμή τον αλλοδαπό η κρεπερί γίνεται γυαλιά καρφιά και ο μαγαζάτορας αναχωρεί και αυτός για κάπου καλύτερα. Και πέρασαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα...
Αν μη τι άλλο, ο Λένος Χρηστίδης καταφέρνει να φουντώσει, να εκνευρίσει τον αναγνώστη του. Μπορεί να είναι αντίδραση του θυμικού αλλά κάτι είναι κι αυτό... Σπέρνει επίσης ένα φόβο: Μήπως αυτοί είναι οι νεοέλληνες; Ποιος θα μας προστατεύσει από αυτά τα τέρατα;
ΛΩΡΗ KEZA
ΤΟ ΒΗΜΑ, 07-09-2003
Κριτικές
18/07/2024, 11:17
18/05/2018, 20:59
14/08/2011, 12:26
24/10/2008, 17:13