Μουσταφά Κεμάλ. Ο βίος και η πολιτεία του στη Θεσσαλονίκη
Περιγραφή
Μια πρωτότυπη, τολμηρή και αναπάντεχη «βιογραφία». Πυκνή, γλαφυρή και τεκμηριωμένη καταγραφή των εν πολλοίς άγνωστων στοιχείων από την πλούσια, σχεδόν μυθοποιημένη και μυθιστορηματική ζωή του Θεσσαλονικιού ηγέτη της νεότερης Τουρκίας Μουσταφά Κεμάλ, του αποκληθέντος Ατατούρκ. Το βιβλίο παραθέτει τη ζωή αυτού του ιδιοφυούς ανθρώπου στην πολυεθνική Θεσσαλονίκη, από το 1880, όταν τον ξεγεννά μια εξισλαμισμένη Ελληνίδα μαμή, μέχρι το 1912, όταν φεύγει πρόσφυγας με την οικογένειά του για την Κωνσταντινούπολη. Παράλληλα, χρονικογραφεί τις ρίζες και τις καταβολές του μέσα στη χαμιτική Θεσσαλονίκη, μια πόλη-φαινόμενο νεωτεριστικού κοσμοπολιτισμού και εθνικιστικού παροξυσμού, όπου οργιάζουν όλων των συμφερόντων οι προπαγάνδες και όλων των ειδών οι συνωμοσίες, στις οποίες μετέχει και ο ίδιος ο νεαρός -και άσωτος- Κεμάλ. Μια χρονική περίοδος αληθινά ανεπανάληπτη, που σφράγισε με τις ιδεολογικές της ζυμώσεις και τα συγκλονιστικά γεγονότα της τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τη δράση του επίλεκτου τέκνου της, για τον οποίο ο τελευταίος σουλτάνος θα πει: «Πρόκειται για έναν Σαλονικιό που δεν ξέρουμε αν είναι Εβραίος, Έλληνας ή Βούλγαρος».
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Ο Κεμάλ, το κονιάκ και οι αρτίστες
Οπου ο μελλοντικός «Πατέρας των Τούρκων» μεγαλώνει σε μια αισθησιακή, κοσμοπολίτικη και πολυεθνική Θεσσαλονίκη που κοχλάζει από κάθε λογής εθνικούς παροξυσμούς
Μια χειμωνιάτικη νύχτα του 1881 η χιονοθύελλα μανιάζει πάνω απ' τη Θεσσαλονίκη. Ολος ο κόσμος προσπαθεί να ζεσταθεί στο γιατάκι του και η κερα-Θοδώρα, μια γεροδεμένη τουρκορωμιά μαμή που οι συμπολίτες της τη γνωρίζουν για τις μοναδικές επιδόσεις της (υπάρχει η φήμη πως στους τοκετούς που ανέλαβε η θνησιμότητα ήταν μηδενική) ετοιμάζεται να ξαπλώσει. Ξαφνικά, δυνατά χτυπήματα ακούγονται στην πόρτα και καθώς ανοίγει αντικρίζει το ξαναμμένο πρόσωπο μιας δούλας του σαραντάχρονου τελωνειακού Αλί Ριζά και της εικοσάχρονης γυναίκας του Ζουμπέιντε: - Τρέξε, μαμή, λέει η δούλα. Την κυρά μου την έπιασαν οι πόνοι! Στο ψηλό τριώροφο στον μαχαλά του Ισλαχανέ όπου φτάνουν σε λίγο, όλα τα φώτα είναι αναμμένα. Η κερα-Θοδώρα δεν θα κοπιάσει πολύ για να ξεγεννήσει την κοπέλα. Λίγη ώρα μετά κρατάει στα χέρια της ένα ροδοκόκκινο ξανθομάλλικο αγοράκι. Καθώς η αγαθή μαμή ταχτοποιεί τον οντά τής λεχώνας, πασπαλίζει το μωρό με ψιλό αλάτι για αντισηψία, το τυλίγει τρυφερά με ζεστά σκεπάσματα και προφέρει ξόρκια για καλοτυχιά, γίνεται αθελά της η ανάδοχος του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, του «Πατέρα των Τούρκων».
Η Σφαγή των Προξένων
Ηταν μια πολυτάραχη εποχή εκείνη που ήρθε στον κόσμο και ανδρώθηκε ο μελλοντικός αναμορφωτής της σύγχρονης Τουρκίας. Τα γεγονότα που επηρεάζουν δραματικά τη ζωή στη Θεσσαλονίκη και σ' ολόκληρη τη βαλκανική ενδοχώρα δραματικά και καταιγιστικά: η Σφαγή των Προξένων της Γαλλίας και της Γερμανίας από τον οθωμανικό όχλο στα 1876, η Επανάσταση των Νεότουρκων, οι έλληνες, εβραίοι και τούρκοι τέκτονες, οι προοδευτικοί ντονμέδες, ο Μακεδονικός Αγώνας, ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, ο σοσιαλιστής Αβραάμ Μπεναρόγια, η καθαίρεση του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ από τη «Στρατιά των Σαλονικιών», ο ιταλοτουρκικός πόλεμος του 1911, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13, ο Α' Παγκόσμιος, η φιλογερμανική πολιτική και η συνακόλουθη ήττα της Τουρκίας. Αυτά πυροδότησαν στον νεαρό Μουσταφά τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις ιδεολογικές ζυμώσεις που τον μετέτρεψαν σε ορκισμένο εχθρό της Υψηλής Πύλης, αναγκάζοντας τον τελευταίο σουλτάνο να αναφωνήσει με πρωτοφανέρωτη λύσσα: «Πρόκειται για έναν Σαλονικιό που δεν ξέρουμε αν είναι Εβραίος, Ελληνας ή Βούλγαρος!». Στη βάση αυτής της δήλωσης βρίσκεται το γεγονός ότι το μεγαλύτερο τέκνο της σύγχρονης Τουρκίας δεν καταγράφηκε ποτέ στα επίσημα μητρώα ή - πράγμα περισσότερο πιθανό - η ληξιαρχική πράξη της γέννησής του χάθηκε στη δίνη των γεγονότων που συγκλόνισαν τη Θεσσαλονίκη από την απελευθέρωσή της το 1912 μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών του 1925.
Το σκιάχτρο στα περιβόλια
Ο Μουσταφά Κεμάλ σε μπαλ μασκέ του διπλωματικού σώματος στη Σόφια, ντυμένος γενίτσαρος (1913)
Ο Χριστοδούλου στο βιβλίο του μας δίνει πολλά στοιχεία για τα πρώτα χρόνια του Κεμάλ. Πολύ μικρός ακόμα πέρασε κάμποσο καιρό σ' ένα αγρόκτημα στον Λαγκαδά όπου ήταν επιφορτισμένος μαζί με την αδερφή του Μακμπουλέ να διώχνει τα κοράκια από τα σπαρμένα με κουκιά περιβόλια, να βόσκει τα πρόβατα, να αρμέγει τα γελάδια και να οργώνει. Εκείνη την εποχή γεννιέται ο μετέπειτα περίφημος αντικληρικαλισμός του (οι καβγάδες με τη μητέρα του γιατί δεν ήθελε να πηγαίνει σε θρησκευτικό σχολείο έχουν μείνει στην ιστορία), όπως και η συμπάθειά του για το γιαούρτι, το ταχίνι, το σαλέπι, το πετιμέζι και τις ομελέτες με τυρί, διαιτολόγιο που κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Η Θεσσαλονίκη εκείνων των χρόνων, όπου θα γυρίσει ύστερα από τρία χρόνια ο Κεμάλ, είναι μια πόλη «με τερπνές μικρές πλατείες, σκεπασμένες με σκιά από μεγάλα δέντρα, και δροσερές από το κελάρυσμα του νερού της κοντινής πηγής που άνοιγαν γύρω από κάποιο τζαμί, του οποίου οι ψηλοί βυζαντινοί τρούλοι υπενθύμιζαν την παλαιά χριστιανική προέλευση» όπως με εμφανή ρομαντική διάθεση θυμάται ο βυζαντινολόγος Κάρολος Ντηλ. Η σημαντικότερη συνοικία, όπου κατοικούσε ο Κεμάλ, ήταν το Κουλέ Καφέ, τόπος διαμονής κυρίως ανώτερων υπαλλήλων του κράτους, των λεγόμενων μεϊμούρηδων. Πολλά χρόνια αργότερα, στη δεκαετία του '30, όταν εκείνος την είχε ήδη εγκαταλείψει, του είπαν πως οι ελληνικές αρχές γκρεμίζουν καθετί τουρκικό και πως η παλιά φυσιογνωμία της είχε αλλοιωθεί. Εκείνος τότε σκυθρώπιασε και απάντησε πικρά: «Συνήθως αυτό συμβαίνει, κύριοι. Είναι αναπόφευκτο...» Και έπειτα ακούστηκε να ψιθυρίζει: «Κρίμα, κρίμα. Τέτοια πόλη...»
Με έντονη μάσκαρα και ρουζ
Ο μικρός Μουσταφά πήγε στο Ρούστιγιε Μεκτεμπί, ένα αυστηρό ίδρυμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όπου ήρθε σε ανοιχτή ρήξη με έναν από τους δασκάλους, τον Καϊμάκ Χαβίζ. Ο αλλόκοτος εκείνος άνθρωπος προκαλούσε ποικίλα σχόλια, καθώς εκτός από την απάνθρωπη συμπεριφορά του συνήθιζε να κυκλοφορεί στην πόλη με έντονη μάσκαρα στα μάτια και ρουζ, πολύ φανταχτερά ρούχα και κοσμήματα. Κάποια στιγμή χτύπησε τόσο βάναυσα τον Μουσταφά, που η γιαγιά του Αϊσέ υποχρεώθηκε να τον μεταφέρει σπίτι αιμόφυρτο. Ο μικρός αρνήθηκε να γυρίσει στο σχολείο και έδωσε κρυφά από τη μητέρα του εξετάσεις στο στρατιωτικό ρούστιγιε, όπου και έγινε δεκτός. Η Ζουμπέιντε, που είχε στο μεταξύ ξαναπαντρευτεί μετά τον θάνατο του Αλή Ριζά, βρέθηκε προ τετελεσμένου γεγονότος. Στα 1895 ο δεκατετράχρονος Μουσταφά τελείωσε το στρατιωτικό γυμνάσιο, έδωσε εξετάσεις και πέτυχε στη Σχολή Δοκίμων που λειτουργούσε στο Μοναστήρι. Προτού φύγει, κάποιος συγγενής του τού έδωσε ένα μαχαίρι που θα τον προστάτευε «από τη φορτική επίδειξη ερωτικού ενδιαφέροντος εκ μέρους άλλων ανδρών» στη σχολή. Εκεί ήρθε σε επαφή με τα γαλλικά γράμματα και τη φιλοσοφία: Ρουσώ, Βολταίρος, Καντ, Ντεμουλέν, Μοντεσκιέ. Τα ενδιαφέροντά του όμως ήταν σε μεγάλο βαθμό και εξωσχολικά.
Στην αγκαλιά της Ζωζώς Νταλμάς
Ο νεαρός δόκιμος Μουσταφά Κεμάλ ήταν μόνιμος θαμώνας των καφέ σαντάν και λεσχών όπου το αλκοόλ έρρεε άφθονο, η χαρτοπαιξία οργίαζε, ο καπνός εναλλασσόταν με το χασίς, η ορχήστρα έπαιζε ασταμάτητα και οι γυναίκες κρατούσαν συντροφιά στους θαμώνες, πρόθυμες για όλα. Ο Κεμάλ προτιμούσε το «Κρυστάλ», τον «Ολυμπο» και την «Ιωνία», όπου έπαιζε τάβλι με τους συντρόφους του και απολάμβανε σπάνιες λιχουδιές συνοδευόμενες από άφθονη μπίρα και ρακή. «Ο Κεμάλ μερακλωνόταν από το τραγούδι και τις ρακές και χόρευε μέχρι τα ξημερώματα. Υστερα φεύγανε γι' αλλού» έλεγε με νόημα η Ρόζα Εσκενάζυ που ο Κεμάλ τη θαύμαζε όχι μόνο ως αρτίστα αλλά και ως γυναίκα. Φαίνεται πως τη συνήθεια να πίνει δεν την εγκατέλειψε ποτέ, γιατί όπως σημειώνει ο βιομήχανος Πρόδρομος Μποδοσάκης-Αθανασιάδης, που τον συνάντησε στα Αδανα το 1917, ο Κεμάλ Εφέντης του έκανε εντύπωση δυναμικού ανθρώπου και γερού ποτηριού. Πριν από το δείπνο ήπιε ένα ολόκληρο καραφάκι ούζο χωρίς νερό, κατά τη διάρκεια του φαγητού αρκετό κρασί και σαμπάνια, και στη συνέχεια ένα ολόκληρο μπουκάλι γαλλικό κονιάκ Μαρτέλ. Οταν δε στράγγιξε το μπουκάλι ζήτησε κι άλλο, όμως ο διοικητής της περιοχής Τζεβδέδ Μπέης τον απέτρεψε μαλακά. Πάντως ο Μουσταφά Κεμάλ θα κρατούσε μέχρι τέλους σταθερή την προτίμησή του και για τις καλοφτιαγμένες νεαρές καλλιτέχνιδες του τραγουδιού. Η σχέση του με την επίσης θεσσαλονικιά ντίβα της εποχής Ζωζώ Νταλμάς είναι περιβόητη.
Εκείνη την εποχή ο μελλοντικός αναμορφωτής της Τουρκίας είχε τις πρώτες επαφές με το κομιτάτο των Νεοτούρκων και εντάχθηκε στους κόλπους της οργάνωσης Ενωση και Πρόοδος, χωρίς ωστόσο να του προσφερθεί κάποιος ρόλος. Αλλες πηγές όμως αναφέρουν ότι είχε επιφορτιστεί με την παρακολούθηση των ελλήνων ηγετών του Μακεδονικού Αγώνα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ, Το ΒΗΜΑ, 27/05/2007
Κριτικές
14/09/2009, 21:34