0
Your Καλαθι
Ο δανεισμένος λόγος
Δοκίμιο για την επιτελεστικότητα της λογοτεχνίας
Επίμετρο: Σοφία Ιακωβίδου
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
«Πώς μπορεί ο δημιουργός να κρίνει το έργο του;».
«Ποιο θα μπορούσε να είναι το ασφαλέστερο κριτήριο αποδοχής για τη λογοτεχνία;»
«Είναι άραγε χρήσιμο να γράφεις σκεπτόμενος το βάθος του χρόνου;».
«Τι είδους αποφάσεις καλείται να πάρει ένας συγγραφέας ατενίζοντας το μέλλον;».
«Σε τι χρησιμεύουν αυτές οι απορίες;»
Η σκέψη αυτού του βιβλίου ξεκινά από την αντίληψη ότι η διαχρονικότητα ενός λογοτεχνικού έργου αποτελεί το ισχυρότερο και πλατύτερα αποδεκτό κριτήριο για την αξία του. Γενικά, το έργο που επιζεί στο χρόνο και παραμένει επιτελεστικό, απολαμβάνει -κατά τεκμήριο- την αποδοχή της αναγνωστικής κοινότητας. Αν ο συλλογισμός αυτός αποτελέσει αφετηρία για να σκεφτούμε γενικότερα την πρόσληψη του μυθιστορήματος, από την πλευρά ενός δημιουργού τίθεται το ερώτημα: «Σε ποιον βαθμό μπορεί να δράσει κανείς επιτελεστικά;». Με άλλα λόγια: «Μπορεί ο συγγραφέας να επιδιώξει την επιβίωση του έργου του αποκλειστικά μέσω της γραφής;».
Στο βιβλίο Ο δανεισμένος λόγος, ο Χρήστος Χρυσόπουλος ξεκινά διασαφηνίζοντας τους όρους της συζήτησης συνεχίζει επιχειρώντας να διαγράψει ένα μονοπάτι στην αχαρτογράφητη επικράτεια της γραφής, όπου και συναντά τους συνοδοιπόρους της λογοτεχνίας: τους άλλους συγγραφείς, αναγνώστες, κριτικούς, θεωρητικούς, λογοτεχνικούς ήρωες και τον ίδιο τον εαυτό του ως γράφοντα.
Ο δανεισμένος λόγος οικοδομεί έναν συλλογισμό για να υποδεχτεί ό,τι δεν μπορεί να κλειστεί μέσα στις λέξεις.
Mε τον όρο επιτελεστική λογοτεχνία ονομάζουμε όχι ένα συγκεκριμένο είδος γραφής, αλλά τη διακριτή ικανότητα ορισμένων λογοτεχνικών έργων να επιζούν της ανάγνωσης και του χρόνου, εξακολουθώντας –τρόπον τινά– να «λειτουργούν», να «επιτελούν» κάποιον σκοπό, πέραν της εποχής κατά την οποία γράφτηκαν. Στα είκοσι δύο κεφάλαια αυτού του βιβλίου ο Χρήστος Χρυσόπουλος αναπτύσσει έναν πολυσήμαντο συλλογισμό για την αξία που μπορεί να έχει σήμερα ο γραπτός λόγος. Κινούμενος με ευελιξία και θάρρος από τη θέση του αναγνώστη σε εκείνην του συγγραφέα, επιδιώκει τη συγκρότηση ενός παραδείγματος για το πώς διαβάζουμε λογοτεχνία, κρίνουμε τα κείμενα και σκεφτόμαστε τη γραφή. Η διαδρομή που χαράσσει ξεκινά από τη θεωρία των γλωσσικών πράξεων, για να καταλήξει στα πλέον αμφίσημα και «σκιώδη» ζητήματα της προσωπικής εμπλοκής του συγγραφέα με το κείμενο. Είναι μια επίμονη υπεράσπιση της γραφής ως διακινδύνευσης, αλλά και η επιβεβαίωση της παλιάς πίστης ότι ο λόγος καταφέρνει κάποιες φορές να υπερβεί το θνητό υποκείμενο. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα: «?Ό,τι γράφουμε, το δανειζόμαστε από τον χρόνο».
«Τι είναι επιτελεστική λογοτεχνία; Κατά ποια έννοια θα μπορούσε αυτή να αποτελέσει μια απάντηση στο ερώτημα πώς γράφει κανείς σήμερα; Τι απαιτεί από τον συγγραφέα, πώς κινητοποιεί τον αναγνώστη, πώς καταφέρνει να θέσει την ίδια τη λειτουργία της λογοτεχνίας εν κινδύνω; [...] Ο Χρήστος Χρυσόπουλος στον οποίο χρωστάμε τα ερεθιστικά αυτά ερωτήματα, καθώς υπάγεται σε εκείνους τους συγγραφείς που στοχάζονται πάνω στα ίδια τους τα μέσα, γνωρίζει πρώτα απ’ όλα πως τα περιθώρια για νεωτερισμούς στην τέχνη είναι πρακτικώς ανύπαρκτα. Δεν καταρτίζει λοιπόν τα καταστατικά προτάγματα της επιτελεστικής λογοτεχνίας με μια διάθεση ρηξικέλευθης τομής ως προς το λογοτεχνικό κατεστημένο, αλλά μάλλον εν είδει μιας ηθικής της γραφής [...] Αυτό που κινητοποιεί τον Χρυσόπουλο να συνεχίζει, να προσθέτει νέο κρίκο στις συγγραφικές του καταθέσεις, να διαφέρει και ως προς τον εαυτό του παραμένοντας κατ’ ουσίαν στοχοπροσηλωμένος στο ίδιο, μοιάζει να είναι μια διαρκής εγρήγορση, μια αυτόκλητη δραστηριοποίηση. Η απάντηση σε ένα κάλεσμα που ο ίδιος έχει θέσει – και ίσως κάθε καλλιτέχνης θα έπρεπε να αισθάνεται».
Σοφία Ιακωβίδου, ΔΠΘ, απόσπασμα από το Επίμετρο του βιβλίου
«Ποιο θα μπορούσε να είναι το ασφαλέστερο κριτήριο αποδοχής για τη λογοτεχνία;»
«Είναι άραγε χρήσιμο να γράφεις σκεπτόμενος το βάθος του χρόνου;».
«Τι είδους αποφάσεις καλείται να πάρει ένας συγγραφέας ατενίζοντας το μέλλον;».
«Σε τι χρησιμεύουν αυτές οι απορίες;»
Η σκέψη αυτού του βιβλίου ξεκινά από την αντίληψη ότι η διαχρονικότητα ενός λογοτεχνικού έργου αποτελεί το ισχυρότερο και πλατύτερα αποδεκτό κριτήριο για την αξία του. Γενικά, το έργο που επιζεί στο χρόνο και παραμένει επιτελεστικό, απολαμβάνει -κατά τεκμήριο- την αποδοχή της αναγνωστικής κοινότητας. Αν ο συλλογισμός αυτός αποτελέσει αφετηρία για να σκεφτούμε γενικότερα την πρόσληψη του μυθιστορήματος, από την πλευρά ενός δημιουργού τίθεται το ερώτημα: «Σε ποιον βαθμό μπορεί να δράσει κανείς επιτελεστικά;». Με άλλα λόγια: «Μπορεί ο συγγραφέας να επιδιώξει την επιβίωση του έργου του αποκλειστικά μέσω της γραφής;».
Στο βιβλίο Ο δανεισμένος λόγος, ο Χρήστος Χρυσόπουλος ξεκινά διασαφηνίζοντας τους όρους της συζήτησης συνεχίζει επιχειρώντας να διαγράψει ένα μονοπάτι στην αχαρτογράφητη επικράτεια της γραφής, όπου και συναντά τους συνοδοιπόρους της λογοτεχνίας: τους άλλους συγγραφείς, αναγνώστες, κριτικούς, θεωρητικούς, λογοτεχνικούς ήρωες και τον ίδιο τον εαυτό του ως γράφοντα.
Ο δανεισμένος λόγος οικοδομεί έναν συλλογισμό για να υποδεχτεί ό,τι δεν μπορεί να κλειστεί μέσα στις λέξεις.
Mε τον όρο επιτελεστική λογοτεχνία ονομάζουμε όχι ένα συγκεκριμένο είδος γραφής, αλλά τη διακριτή ικανότητα ορισμένων λογοτεχνικών έργων να επιζούν της ανάγνωσης και του χρόνου, εξακολουθώντας –τρόπον τινά– να «λειτουργούν», να «επιτελούν» κάποιον σκοπό, πέραν της εποχής κατά την οποία γράφτηκαν. Στα είκοσι δύο κεφάλαια αυτού του βιβλίου ο Χρήστος Χρυσόπουλος αναπτύσσει έναν πολυσήμαντο συλλογισμό για την αξία που μπορεί να έχει σήμερα ο γραπτός λόγος. Κινούμενος με ευελιξία και θάρρος από τη θέση του αναγνώστη σε εκείνην του συγγραφέα, επιδιώκει τη συγκρότηση ενός παραδείγματος για το πώς διαβάζουμε λογοτεχνία, κρίνουμε τα κείμενα και σκεφτόμαστε τη γραφή. Η διαδρομή που χαράσσει ξεκινά από τη θεωρία των γλωσσικών πράξεων, για να καταλήξει στα πλέον αμφίσημα και «σκιώδη» ζητήματα της προσωπικής εμπλοκής του συγγραφέα με το κείμενο. Είναι μια επίμονη υπεράσπιση της γραφής ως διακινδύνευσης, αλλά και η επιβεβαίωση της παλιάς πίστης ότι ο λόγος καταφέρνει κάποιες φορές να υπερβεί το θνητό υποκείμενο. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα: «?Ό,τι γράφουμε, το δανειζόμαστε από τον χρόνο».
«Τι είναι επιτελεστική λογοτεχνία; Κατά ποια έννοια θα μπορούσε αυτή να αποτελέσει μια απάντηση στο ερώτημα πώς γράφει κανείς σήμερα; Τι απαιτεί από τον συγγραφέα, πώς κινητοποιεί τον αναγνώστη, πώς καταφέρνει να θέσει την ίδια τη λειτουργία της λογοτεχνίας εν κινδύνω; [...] Ο Χρήστος Χρυσόπουλος στον οποίο χρωστάμε τα ερεθιστικά αυτά ερωτήματα, καθώς υπάγεται σε εκείνους τους συγγραφείς που στοχάζονται πάνω στα ίδια τους τα μέσα, γνωρίζει πρώτα απ’ όλα πως τα περιθώρια για νεωτερισμούς στην τέχνη είναι πρακτικώς ανύπαρκτα. Δεν καταρτίζει λοιπόν τα καταστατικά προτάγματα της επιτελεστικής λογοτεχνίας με μια διάθεση ρηξικέλευθης τομής ως προς το λογοτεχνικό κατεστημένο, αλλά μάλλον εν είδει μιας ηθικής της γραφής [...] Αυτό που κινητοποιεί τον Χρυσόπουλο να συνεχίζει, να προσθέτει νέο κρίκο στις συγγραφικές του καταθέσεις, να διαφέρει και ως προς τον εαυτό του παραμένοντας κατ’ ουσίαν στοχοπροσηλωμένος στο ίδιο, μοιάζει να είναι μια διαρκής εγρήγορση, μια αυτόκλητη δραστηριοποίηση. Η απάντηση σε ένα κάλεσμα που ο ίδιος έχει θέσει – και ίσως κάθε καλλιτέχνης θα έπρεπε να αισθάνεται».
Σοφία Ιακωβίδου, ΔΠΘ, απόσπασμα από το Επίμετρο του βιβλίου
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις