Υπερσυντέλικος

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €9.90
151307
Συγγραφέας: Χωμενίδης, Χρήστος
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:347
Ημερομηνία Έκδοσης:01/12/2003
ISBN:9789600510782


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


«Σέρβιρα τον εαυτό μου ένα τζιν, βγήκα στη βεράντα και άρχισα να βηματίζω πάνω κάτω. Πρώτη φορά στη ζωή μου αισθανόμουν ότι δεν με χωρούσε ο τόπος, ότι πνιγόμουν. Πρώτη φορά με φόβιζε το μέλλον. Πού θα βρισκόμασταν σε πέντε χρόνια; Το καραβάκι του έρωτά μας θα τσακιζόταν αργά ή γρήγορα στα κατσάβραχα της καθημερινότητας.
Η λέξη "αποτυχία" μου φάνηκε ξαφνικά τόσο φρικτή -εγώ, που χλεύαζα τη διάκριση ανάμεσα σε "επιτυχημένους" και "αποτυχημένους", ένιωσα ισόβια καταδικασμένος να είμαι στην απέξω. Στη χώρα των διαψευσμένων ελπίδων, εκεί όπου τα ρολόγια δείχνουν πάντα παρά πέντε. Με έπνιξε το αίσθημα της αδικίας.[...]





ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο Θανάσης είναι ένας πληθωρικός τύπος από τα Λιόσια που πραγμάτωσε το greek dream: πλούτισε γρήγορα και άκοπα, πατώντας πάνω σε αδύνατες συνειδήσεις, κάνοντας κομπίνες, αλλά δεν θεωρεί τον εαυτό του απατεώνα. Μάλλον ταλαντούχο επιχειρηματία που ξέρει να εκμεταλλεύεται τις τρύπες του συστήματος. Τώρα ζει στην Κηφισιά, παντρεμένος από έρωτα με την εκρηκτική Μίνα. Μια κοπέλα που γνωρίζει την τέχνη της επιβίωσης και δεν θέλει να ξαναβρεθεί εκεί απ' όπου ξεκίνησε. Όλα πηγαίνουν καλά μέχρι που κάνουν ένα παιδί, τον Γρηγόρη, ο οποίος γερνά οκτώ φορές πιο γρήγορα απ όλους μας. Ένα παιδί-γέρο, που το κρατούν εγκλωβισμένο στο νεοπλουτίστικο κουκούλι του, αλλά δηλητηριάζει το λαμπερό προφίλ τους.

Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν θα μπει στη ζωή τους ο Ζαχαρίας, αποτυχημένος ηθοποιός, διάσημος για λίγο ως συνοδός μιας σταρ, θύμα μιας πλεκτάνης που τον έστειλε για δύο χρόνια στη φυλακή, και ο οποίος βολευόταν ώς τώρα στο ψιλικατζίδικο της μητέρας του και στα κρεβάτια των νοικοκυρών της γειτονιάς του. Μέχρι που ανακάλυψε στα μάτια μιας κοπέλας, της Μαρίας, μια διέξοδο: την αγάπη. Για την αγάπη της, από φόβο μη τη συνθλίψει η μίζερη καθημερινότητα, θα δεχθεί να εργαστεί ως παιδαγωγός του Γρηγόρη. Και για μια καινούργια αρχή μαζί της, θα δεχθεί την πρόταση της Μίνας να σκοτώσει τον Θανάση. Προϊόν μιας αμοραλιστικής κοινωνίας, ξεπερνά γρήγορα τους δισταγμούς του, προκειμένου να μην ξαναβρεθεί «στην απ' έξω». Οι εξελίξεις θα είναι όμως απρόοπτες και θα τον ξεπεράσουν. Θα χάσει τα πάντα, εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου, «Υπερσυντέλικος», που παραπέμπει στην οριστική απώλεια.

Τελικά, «όλα έπρεπε να 'ρθουν καθώς ήρθαν», όπως έλεγε ο Καρυωτάκης απ' όπου δανείζεται ο Χωμενίδης το μότο του βιβλίου του... Κι αν κάποιος αναρωτιέται ακόμα τι και πώς, αρκεί να παρατηρήσει τον αλλόκοτο Γρηγόρη. Το ηλικιωμένο παιδί-τέρας που σερφάρει στα chat rooms, προσποιούμενος τον γόη. Είναι η σύνοψη αυτής της κοινωνίας που έχει μοναδική αξία της την άμεση επιτυχία και είναι καταδικασμένη να ζήσει πολύ γρήγορα και να πεθάνει πολύ γρήγορα χωρίς να βιώσει ποτέ την πραγματικότητα. Η ελπίδα, αν υπάρχει, είναι η Μαρία. Ένας νέος άνθρωπος που παλεύει για το μεροκάματο και διατηρεί τα όνειρά του. Αυτή μόνη μπορεί να διασωθεί, γιατί ξεφεύγει από το δίπολο «επιτυχία-αποτυχία».

Από τα 27 του που πρωτοεμφανίστηκε, ο Χρήστος Χωμενίδης ξεχώρισε με την εντυπωσιακή άνεσή του να ξετυλίγει ευφάνταστες ιστορίες, με ουσία ή χωρίς. Έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε, και ο λόγος του παραμένει πληθωρικός - χειμαρρώδης και η αφήγησή του εξακολουθεί να σε συνεπαίρνει. Κι όμως, κάτι είναι διαφορετικό στον «Υπερσυντέλικο». Σαν να ψαλιδίζει τις ευκολίες του ο συγγραφέας. Σαν να συγκρατεί τις τσαχπινιές και τα πνευματώδη στιγμιότυπα. Σαν να μπαίνει βαθύτερα στον καημό των χαρακτήρων του και να τους επεξεργάζεται αναζητώντας μέσα από τις αντιφάσεις τους, την ανθρωπιά τους και όχι την καρικατούρα τους. Αποτέλεσμα; Ο αναγνώστης συμπαθεί τόσο τον Θανάση, τον παγιδευμένο στον ρόλο του επιτυχημένου όσο και τον Ζαχαρία, τον δολοφόνο, τον παγιδευμένο στον ρόλο του αποτυχημένου, που βλέπει την αγάπη σαν έξοδο κινδύνου. Ο «Υπερσυντέλικος» ακτινογραφεί αυτόν τον κόσμο που συντηρεί τη διάκριση σε winners και losers, δεν τον παρωδεί.

Ο Χωμενίδης που έκτισε την ώς τώρα καριέρα του πάνω στην παρωδία της ελληνικής κοινωνίας όπως αυτή εκδηλώνεται στη σχολική παιδεία («Το Σοφό Παιδί»), στον στρατό και στα περί πατρίδος ιδεολογήματα («Στο ύψος των περιστάσεων»), στη νυχτερινή διασκέδαση και στη βιομηχανία του θεάματος («Η φωνή»), τώρα διαφοροποιείται. Δεν περιπαίζει τους ήρωές του, δεν σατιρίζει τη νοοτροπία τους αλλά επιχειρεί κάτι δυσκολότερο: να περιγράψει μια κατάσταση που τη βιώνουμε εδώ και τώρα. Έτσι συμπληρώνει ενδεχομένως τη «Σκύλα και το κουτάβι» τού λίγο νεωτέρου του (και ανελέητου) Μιχάλη Μιχαηλίδη, που τα βάζει με τους εκφυλισμένους αστούς του Κολωνακίου και των βορείων προαστίων.



ΜΙΚΕΛΑ ΧΑΡΤΟΥΛΑΡΗ

ΤΑ ΝΕΑ, 12-04-2003







ΚΡΙΤΙΚΗ



«Ο εγγονός του Zορμπά είναι ήρωας στον Yπερσυντέλικο» λέει ο X. A. Xωμενίδης για το καινούργιο του μυθιστόρημα. Ο Θανάσης Mουσαχίδης είναι ένα από τα πέντε πρόσωπα στα οποία επικεντρώνεται η αφήγηση. Aνήκει στη γενιά του φρέσκου χρήματος της Kηφισιάς και έχει σταδιοδρομήσει έχοντας ταλέντο σε ένα πράγμα: το «λάδωμα» των σωστών ανθρώπων. Tο ευφυέστερο επιχειρηματικό πλάνο του αφορούσε τη βιομηχανική κατασκευή τηλεκατευθυνόμενης βαλίτσας, εφεύρεση η οποία θα είχε αποδώσει αν δεν απαγορευόταν σε όλα τα αεροδρόμια του κόσμου επειδή αποσυντονίζει τους μηχανισμούς ελέγχου. Ο Xωμενίδης έχει άραγε συναναστραφεί ανθρώπους σαν τον ήρωά του; «Ο Mουσαχίδης θα μου ήταν ευχάριστος για μισή ώρα. Eίναι ένας πληθωρικός άνδρας που πίνει πολύ, τρώει πολύ, κερνάει πολύ, πηδάει πολύ. Eχω γνωρίσει τέτοιους επιχειρηματίες αλλά ποτέ δεν είχα σχέδιο να τους χρησιμοποιήσω. Kάνω κέφι με ανθρώπους διαφορετικούς από μένα αλλά θα ήταν ανέντιμο να τους κάνω παρέα για να τους χρησιμοποιήσω στα βιβλία μου».



Tα κύτταρα γερνούν



H συζήτησή μας γίνεται σε υπαίθριο καφέ δίπλα στην Παλαιά Bουλή. Θυμίζω στον συγγραφέα ότι πριν από τρία και πλέον χρόνια, σε μια συνάντησή μας στου Ζonar's, μου είχε μιλήσει για έναν φίλο του που πάσχει από σπάνια ασθένεια: τα κύτταρά του γερνούσαν, μου είπε, πιο γρήγορα από το κανονικό. Eτσι ενώ ήταν τριάντα ετών έμοιαζε με γέρο. Hταν τόσο πειστικός που στην αρχή τον πίστεψα. Πιθανώς τότε έκανε μια δοκιμή για το εύρημά του. Eν τέλει το παιδί που γερνάει γρήγορα είναι ο Γρηγόρης, γιος του Θανάση Mουσαχίδη και της Aσημίνας (η οποία για λόγους κοινωνικούς, από τα Λιόσια στα βόρεια προάστια, γίνεται «Mίνα»). Tο νεόπλουτο ζεύγος καταφέρνει να τρυπώσει στις σελίδες των κοσμικών. «Οι γυναίκες αυτής της τάξης συνήθως αναλαμβάνουν να φτιάξουν τον κοινωνικό κύκλο του συζύγου. Tο επιτυγχάνουν πηγαίνοντας σε ακριβά γυμναστήρια και στα καλά κομμωτήρια». Ο Xωμενίδης είναι άριστος παρατηρητής της εποχής του. Οι ρόλοι είναι πεντακάθαροι, οι αναφορές εύστοχες και η καταγραφή της εποχής αντάξια μεγάλων πεζογράφων. Tην ίδια οξυδέρκεια (ίσως και τον ίδιο αποτροπιασμό) βρίσκουμε και σε μυθιστορήματα όπως τα Nησιά σαν σύννεφα του Δημήτρη Mητρόπουλου και H σκύλα και το κουτάβι του Mιχάλη Mιχαηλίδη.

Eίναι το τέταρτο μυθιστόρημα του Xωμενίδη (έχουν προηγηθεί Tο σοφό παιδί, Tο ύψος των περιστάσεων, H Φωνή) και αποδεικνύεται ότι ζει στην πραγματική Eλλάδα και όχι σε κάποιον ωραίο πεζόδρομο, με εστέτ πελάτες μπαρ και προβλήματα εκτός πραγματικότητας. «H εμμονή μου να προσδιορίζω τις κοινωνικές τάξεις πηγάζει από το ενδιαφέρον μου για την πολιτική και την Iστορία. Mε ενδιαφέρουν οι κανόνες με τους οποίους τροχονομείται η κοινωνία. Γι' αυτό και δεν λέω ποτέ ότι ο κόσμος δεν διαβάζει. Mου φαίνεται υπεροπτικό να ζητείς από μισθωτούς να πληρώσουν 20 ευρώ για ένα βιβλίο ή 7 ευρώ για σινεμά. Eίναι καταδικασμένοι στην τηλεόραση. Kαι όταν την ανοίγουν, τι βλέπουν; Tο "Ρrive" και τέτοιες προκλητικές γκλαμουριές».

Ο Xρήστος Xωμενίδης ζει πάντα στην Kυψέλη, «σε ένα ισόγειο των σαράντα τετραγωνικών». Στην ίδια γειτονιά ζει και ο τέταρτος ήρωας της ιστορίας του, ο Zαχαρίας Bιντζηλαίος, αποτυχημένος ηθοποιός με αναγνωρισιμότητα στα μίντια λόγω της ερωτικής σχέσης του με σαραντάρα σταρ του θεάτρου και του σινεμά. Οι γονείς του, που διατηρούν ψιλικατζίδικο στην Aγίας Zώνης, είναι περήφανοι για τον δεσμό, τον προτρέπουν μάλιστα να νυμφευθεί - έχοντας πρώτα ελέγξει αν η ηθοποιός μπορεί ακόμη να κάνει παιδί.



Eγκληματική πράξη



Οταν εκείνη τον εγκαταλείπει - χωρίζουν στην Aμερική -, ο Zαχαρίας επιστρέφει στην πατρίδα μιλώντας για τις πιθανότητες διεθνούς καριέρας. Οι χειρισμοί του Xωμενίδη είναι πετυχημένοι: ταιριάζει το σκώμμα για τους ήρωές του με τη συμπάθεια. Kομβικό σημείο στην αφήγηση είναι η άρνηση του Zαχαρία να παίξει σε ταινία του αδρά επιχορηγούμενου σκηνοθέτη Aλατά. «Eίναι προκλητικό να δίνονται τόσα εκατομμύρια σε ταινίες που βλέπουν 1.500 άτομα όταν η μέση σύνταξη είναι 400 ευρώ. Nομίζω ότι ο Zαχαρίας περνά στο βιβλίο τις δικές μου απόψεις. Eίναι πολύ κοντά σ' εμένα αλλά αυτό δεν αφορά τον αναγνώστη». Στο γραφείο του σκηνοθέτη θα γνωρίσει την κοπέλα που θα τον συνδέσει με την οικογένεια Mουσαχίδη. H Mαρία είναι επίσης ηθοποιός και πιστεύει πως είναι άξια μεγάλης καριέρας. Για τα προς το ζην πηγαίνει σε παιδικά πάρτι ως κλόουν, πείθει μάλιστα τον Zαχαρία να γίνει βοηθός της. Ο ευειδής τριαντάχρονος (παραλείψαμε να πούμε ότι είναι εντυπωσιακής ομορφιάς) σαγηνεύει τον Γρηγόρη (είναι εννέα ετών σε σώμα γέρου) και οι νεόπλουτοι γονείς προτείνουν να τον προσλάβουν ως γκουβερνάντα - τρεις ώρες την ημέρα για 1 εκατομμύριο δραχμές τον μήνα. Eύκολη δουλειά (πιο εύκολη και από το ψιλικατζίδικο) και υψηλό εισόδημα. Tο ζευγαράκι μετακομίζει από το υπόγειο με τις κατσαρίδες σε ρετιρέ της Φωκίωνος Nέγρη.

Tα στοιχεία του μύθου που παραθέσαμε παρουσιάζονται ως φλας μπακ στο μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στο διάστημα δύο ημερών (13-15 Aυγούστου 2001). Οι ήρωες - πλην της Mαρίας - βρίσκονται στην Kένυα. Mια εγκληματική πράξη αποτελεί το κουκούτσι του βιβλίου (δεν θα το αποκαλύψουμε, γιατί θα χαλάσει η «αστυνομική» πλευρά της ιστορίας). Οι μάσκες πέφτουν, οι χαρακτήρες αποκαλύπτονται. H θέση του Xωμενίδη συνοψίζεται στο εξής: ποτέ η σχέση μας με έναν άνθρωπο δεν είναι αυτή που νομίζουμε. Aυτό είναι ίσως το θέμα του βιβλίου, που θα στεκόταν σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο (κοινωνικό και ιστορικό). Tο βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη, γραμμένα πρωτοπρόσωπα. Aφηγούνται ο Zαχαρίας και η Mαρία. Eπιδίωξη του Xωμενίδη είναι να μιλάει διά στόματος διαφορετικών ατόμων. «Aν εμφανιζόταν ένα τζίνι, θα ζητούσα δύο πράγματα. Πρώτον, να γίνει ακίνδυνο το τσιγάρο. Δεύτερον, να μπορώ κάθε πρωί, για διάστημα κάποιων μηνών, να ξυπνώ στο σώμα διαφορετικών ανθρώπων».

H προσεκτική δομή του βιβλίου είναι κατά τον συγγραφέα «ασυναίσθητη». «Γράφω κάθε μέρα για να δω τι θα γίνει μετά. Eίναι σαν την εμπειρία του αναγνώστη στη νιοστή. Eχω σε κάθε σελίδα την ψευδαίσθηση ότι το βιβλίο γράφεται από μόνο του». Tα επί μέρους θέματα είναι εξίσου ενδιαφέροντα με τον κορμό του βιβλίου. Eίναι ενδιαφέρουσες οι περιγραφές για το ανέβασμα μιας πρωτοποριακής παράστασης από τον θίασο Γυρίνος. Eίναι αστείο που στα αρχεία των καναλιών υπάρχει πλούσιο υλικό από τη ζωή του Zαχαρία. Eνα βίντεο αφορά τη ληστεία του ψιλικατζίδικου και την πρόσκληση της μητέρας του Zαχαρία σε εκπομπή. Eκεί, από το πάθος της να επιβληθεί στους συνομιλητές της, παθαίνει ανακοπή. Iσως είναι όλες αυτές, οι δευτερεύουσες σκηνές που δίνουν πνοή στο ούτως ή άλλως καλοστημένο μυθιστόρημα. Ο X. A. Xωμενίδης στο τέταρτο μυθιστόρημά του (έχει εκδώσει και δύο συλλογές διηγημάτων: Δεν θα σου κάνω το χατίρι και Δεύτερη ζωή) δεν έχει να ζηλέψει κάτι από τον Mάρτιν Eϊμις ή τον Mισέλ Ουελμπέκ. Eίναι απολύτως ανταγωνιστικός στην ευρωπαϊκή αρένα.



ΛΩΡΗ KEZA

ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-05-2003





ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο Χ.Α. Χωμενίδης, με το πρώτο του κιόλας μυθιστόρημα. («Το σοφό παιδί», 1993), που γνώρισε τον υπερβολικό μάλλον έπαινο, αλλά και με τη μετέπειτα συγγραφική του παραγωγή, επιχειρεί ένα ξανακοίταγμα και μια «ανακατασκευή» της νεοελληνικής πραγματικότητας με τους αφηγηματικούς τρόπους της σάτιρας, της παρωδίας και της ειρωνείας. Αναγνωρίσιμες καταστάσεις και τυπικές εγχώριες φιγούρες, τρέχουσες νοοτροπίες και συμπεριφορές, επιδιώξεις, ψευδαισθήσεις και τρόποι ζωής αλλά και περιοχές της κοινωνικής τοπογραφίας, όπως ο στρατός («Το ύψος των περιστάσεων», 1995) ή οι μηχανισμοί των λαϊκών κέντρων και της αντίστοιχης μουσικής, («Η φωνή», 1998), αναπλάθονται και εμπεριέχονται σε μια ρέουσα, παρά τα προβλήματά της, και σχεδόν οργιαστικής φαντασίας, αφήγηση. Με την ίδια οπτική, ο συγγραφέας αναπτύσσει και το νέο, τέταρτο μυθιστόρημά του, με τον τίτλο «Υπερσυντέλικος». Η μυθοπλασία του οργανώνεται με άξονα τις διαδρομές των βασικών του ηρώων στα πολλαπλά και ποικίλα πεδία της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Ο Θανάσης Μουσαχίρης είναι ένας αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας της νέας εποχής, ο οποίος χρησιμοποιεί θεμιτά και αθέμιτα μέσα για να πλουτίσει ακόμα περισσότερο και να εδραιώσει την παρουσία του στις πάσης φύσεως, εμφανείς και αφανείς, οικονομικές και άλλες δραστηριότητες. Η γυναίκα του Μίνα, λαϊκής καταγωγής και αυτή, ύστερα από μια σειρά προσωπικές και ερωτικές περιπέτειες έχει κατακτήσει, μέσω του συζύγου της, μια θέση στην κοινωνία και στις κοσμικές στήλες, και αγωνιά για τη διατήρησή τους. Ο γιος τους Γρηγόρης, ένα υπερφυσικό παιδί, πάσχει από μια περίεργη γενετική αρρώστια με αποτέλεσμα να μεγαλώνει πολύ πιο γρήγορα από την ηλικία του και να περιμένει πλέον το τέλος του. Ο Ζαχαρίας Βιντζηλαίος, από την άλλη μεριά, είναι ένας όμορφος αλλά αποτυχημένος νεαρός ηθοποιός, ο οποίος αφού διετέλεσε για ένα διάστημα εραστής μιας διεθνούς φήμης Ελληνίδας σταρ και έμεινε ακόμα και στη φυλακή, έχει αφεθεί σχεδόν στωικά στη ροή και στη φθορά του χρόνου. Μια ηθοποιός ακόμα, η Μαρία, με φιλοδοξίες και όνειρα, απραγματοποίητα όμως μέχρι τώρα και προφανώς και στο μέλλον, είναι ο έρωτας του Ζαχαρία. Η σύνδεση των δύο ζευγαριών γίνεται όταν, μετά την εμφάνιση ως κλόουν του Ζαχαρία σ' ένα πάρτυ του Γρηγόρη, και την επίδραση που ασκεί επάνω του, προσλαμβάνεται για καθημερινός σύντροφός του με υψηλές απολαβές. Ο Ζαχαρίας γνωρίζει καλά τη ζωή, τα μυστικά και τις επιθυμίες τους, και όταν η Μίνα τού προτείνει, μπροστά στο φόβο της πιθανής εγκατάλειψής της, μετά τον αναμενόμενο θάνατο του γιου τους, να σκοτώσει το Θανάση με μεγάλο χρηματικό αντάλλαγμα, εκείνος αρχικά αρνείται. Μετά την αποτυχία όμως μιας «πρωτοποριακής» παράστασης, στην οποία μετείχε η Μαρία, βλέπει πλέον καθαρά το φάσμα της παντοτινής μιζέριας και τα ανεκπλήρωτα όνειρα μιας άλλης ζωής, και κυνικά δέχεται.

Προχωρούν στο σχέδιο της δολοφονίας, το οποίο προβλέπει την εμφάνισή της ως ενέργεια μιας τρομοκρατικής οργάνωσης και τη φυγή του Ζαχαρία στην Αργεντινή. Ως ιδανικό τόπο εκτέλεσης επιλέγουν την Κένυα, όπου πηγαίνουν διακοπές η οικογένεια Μουσαχίρη και ο Ζαχαρίας μαζί. Απ' αυτό το σημείο, τις ώρες πριν από την πραγμάτωση του προαναγγελθέντος φόνου, αρχίζει η εκτύλιξη της αφήγησης, η οποία έχει τη μορφή ημερολογιακών εγγραφών και εκφέρεται σε πρώτο πρόσωπο απ' τον Ζαχαρία, που ξεκινώντας πάντα απ' τον παροντικό χρόνο, με συνεχή πισωγυρίσματα της μνήμης, ανασυνθέτει τη διαδρομή και τη διαπλοκή των προσώπων και των καταστάσεών της. Παρά τους δισταγμούς του, ο Ζαχαρίας δολοφονεί τελικά τον Μουσαχίρη και προσπαθεί να διαφύγει στην Αργεντινή. Διάφορες αντιξοότητες όμως, και η απόφαση της Μαρίας να μην τον ακολουθήσει, ανατρέπουν τα σχέδιά του και καταλήγει μάταια στην Αθήνα για να διασώσει τα όνειρά τους, διολισθαίνει στην παράνοια και δίνει ένα τέλος σε όλα και στον εαυτό του. Σ' αυτό τον καμβά εξυφαίνει ο Χωμενίδης τη μυθοπλασία του και με την ρητορική και τις περιγραφόμενες καταστάσεις της επιχειρεί να παρωδήσει και να σατιρίσει όψεις της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, όπως την εύκολη ταξική άνοδο, τη νεοπλουτίστικη αντίληψη και αισθητική, την αποθέωση με κάθε τίμημα του πλούτου, το ύφος και το στιλ των ποδοσφαιρικών παραγόντων, το διαδικτυακό πλέον σεξ, τα θεατρικά ήθη, την τρομοκρατία. Η ανέλιξή της δε, γνωρίζει αλλεπάλληλες ανατροπές και παράλληλα με τους τρόπους της γενικότερης διακωμώδησης συνυπάρχουν και άλλα αφηγηματικά είδη, όπως το δράμα και το τραγικό ακόμα. Το τελικό αποτέλεσμα όμως είναι άνισο. Μετά τη διάπραξη του φόνου, η αφήγηση χάνει το ρυθμό της, σαστίζει και με αμηχανία προσπαθεί ν' αναπτυχθεί. Χαρακτηριστικά, τα όσα διαδραματίζονται στα διάφορα αεροδρόμια στην προσπάθεια διαφυγής του Ζαχαρία ή η συνάντησή του μ' έναν Ελληνα πλούσιο που μοιάζει με κακέκτυπο ιδρυτή μιας αμερικάνικου τύπου θρησκευτικής σέχτας, δεν συνεισφέρουν τίποτα στην πλοκή και την εκβάλλουν απ' τη ροή της. Το τέλος δε, παρά τα αφηγηματικά τεχνάσματα, όπως η άνευ λόγου «ομολογία» του Γρηγόρη, είναι αναμενόμενο και τετριμμένο. Το ίδιο προβλέψιμοι και στερεοτυπικοί είναι και οι ήρωες: ο άξεστος και κυνικός επιχειρηματίας, η αδίστακτη σύζυγός του, ο αδικημένος κάποτε Ζαχαρίας, η αγνή τελικά αγαπημένη του. Ο μόνος ευρηματικός χαρακτήρας είναι αυτός του υπερφυσικού παιδιού, που όμως δεν καθίσταται ποτέ το επίκεντρο της εξιστόρησης αλλά σχεδόν μόνο η αφορμή της. Ο Χωμενίδης στη μυθοπλασία του αναπαράγει, με κάποια φαρσική υπερβολή, τα στερεότυπα που κυριαρχούν στην περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα και στον, ορισμένου είδους, έντυπο και τηλεοπτικό λόγο γι' αυτά. Αυτό όμως δεν συνιστά ούτε σάτιρα και παρωδία ούτε ειρωνεία, τα οποία είναι διακριτά αν και αλληλοεπικαλυπτόμενα συχνά, αφηγηματικά είδη, διαθέτουν δικούς τους κανόνες και μηχανισμούς και δεν αρκούνται στην απλή αναπαραγωγή και αποτύπωση. Πέρα απ' τις ενστάσεις και τις παρατηρήσεις αυτές, ο Χωμενίδης επιβεβαιώνει την αφηγηματική του ικανότητα και την εξαιρετική του φαντασία, τις οποίες όμως κάποτε πρέπει να υποτάξει σε μια πιο μεθοδική και επεξεργασμένη συγγραφή.



ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΚΩΤΙΑΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 18/07/2003






ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο δολοφόνος αφηγείται όσα συνέβησαν τις 20 ώρες που προηγήθηκαν του εγκλήματος και τις επόμενες περίπου 30 οι οποίες παρεμβλήθηκαν ως τον αδόκητο θάνατό του. H αγωνιώδης προσμονή στη Μομπάσα της Κένυας, ακολουθούμενη από την εσπευσμένη επιστροφή στη Φωκίωνος Νέγρη της Κυψέλης μέσω Ντουμπάι. Κατ' επίφαση το μυθιστόρημα περιπετειώδες και αστυνομικό, αποδεικνύεται τελικά κοινωνικών και ψυχολογικών τάσεων. Ως φαίνεται, η οργιάζουσα φαντασία του X. A. Χωμενίδη, για να ενεργοποιηθεί και να δημιουργήσει, χρειάζεται έναν πρωταρχικό ήρωα, δίκην φώλου, που να παρεκκλίνει του φυσιολογικού, όπως «το σοφό παιδί» εξ Ηπείρου του πρώτου μυθιστορήματος ή «το βλαμμένο» από την Τασκένδη με τη φοβερή λαϊκή «φωνή» του προηγούμενου μυθιστορήματός του. Με κέντρο αυτόν τον ήρωα ο συγγραφέας στήνει το μυθιστορηματικό του σύμπαν, παλαιότερα ως παρωδία «της κακούργας κοινωνίας» και πρόσφατα ως ρεαλιστική αποτύπωσή της, με ομολογημένο στόχο να τη φωτίσει και συνακόλουθα να ταρακουνήσει τους εφησυχασμένους συμπολίτες του.

Στο καινούργιο μυθιστόρημά του ο Χωμενίδης επιστρατεύει ένα βρέφος με τρελά γονίδια που μεγαλώνει σε ρυθμό οκτώ φορές ταχύτερο του κανονικού. Σε μια αμερικανική ταινία ο Ρόμπιν Γουίλιαμς υποδυόταν έναν ήρωα με αυτή την εξαιρετική γενετική ανωμαλία. Οσο θυμόμαστε, η ταινία ήταν η αποθέωση του αμερικανικού ονείρου καθώς στο τέλος ο ήρωας, ένας δεκαοκταετής γέροντας πλέον, σε πείσμα των εμποδίων, με τη μαύρο τήβεννο, αποφοιτούσε, ενώ οι νεαροί σχετικά γονείς και ολόκληρο το κολέγιο παρακολουθούσαν κατασυγκινημένοι. Αντιστοίχως, το μυθιστόρημα του Χωμενίδη συνιστά το αποκορύφωμα του ελληνικού ονείρου, το οποίο και συνοψίζεται στο κυνήγι, παντί τρόπω, της επιτυχίας, αυτονοήτως νοουμένης με κριτήρια αμιγώς οικονομικά.



Τα γρήγορα γονίδια



Ενδεικτικά στο μυθιστόρημα το υπερφυσικό παιδί καταλήγει ένας δεκαετής γέροντας - μια και ο συγγραφέας για τις ανάγκες του βιβλίου του το έχει προικίσει με γονίδια ταχύτερα αυτών του αμερικανικού σεναρίου - που απολαμβάνει το διαδικτυακό σεξ σε ιδανικές συνθήκες παντελούς οκνηρίας ως πάμπλουτος κληρονόμος του δολοφονηθέντος πατέρα του.

Σε αντίθεση με τα προηγούμενα μυθιστορήματα, το εύρημα του παιδιού-γέροντα βοηθάει μεν στην πλοκή αλλά το ίδιο παραμένει μάλλον διακοσμητικό στοιχείο. Ακριβώς γιατί δεν πρόκειται για παρωδία ηθών αλλά για κοινωνικό μυθιστόρημα εστιασμένο στην πάλη των τάξεων. Οχι βεβαίως την πεπαλαιωμένη των αριστερών θεωρητικών μεταξύ εργατικών και αστικών στρωμάτων αλλά την παγκοσμιοποιημένη μορφή της ανάμεσα στους οικονομικά ευκατάστατους, οι οποίοι και τάχιστα αστικοποιούνται, και στους αποτυχημένους που καταβαραθρώνονται. Σε αυτό το πλαίσιο το παρά φύσιν παιδί από καρικατούρα στα προηγούμενα βιβλία θα μπορούσε, στον βαθμό που λειτουργεί, να συνιστά αλληγορία μιας κοινωνίας που κινείται σε επιταχυνόμενους ρυθμούς.

Οι κοινωνικοί προβληματισμοί συνδυάζονται με ψυχολογικές εμβαθύνσεις, μια και γύρω από το γεροντόμορφο παιδίον δραστηριοποιούνται τέσσερα πρόσωπα, ιδιαζόντως οικεία, καθώς φαίνεται σαν να αναδύονται από τα δελτία ειδήσεων και δευτερογενώς από τις ελληνικές τηλεοπτικές σειρές - αυτό το μεγάλο σχολείο ηθών και γλώσσας για τους αποκομμένους από την πολιτική και κοινωνική ζωή του άστεως, τουτέστιν το πλήθος των αποτυχημένων. Ενα τέτοιο πρόσωπο είναι το θύμα της δολοφονίας, γόνος σμυρνιών προσφύγων (τους ομογενείς εκ Τασκένδης τους κανόνισε ο συγγραφέας στο προηγούμενο μυθιστόρημά του), κάτοικος πρότερον Νέων Λιοσίων και μετά βορείων προαστίων, προμηθευτής αρχικά του δήμου του και κατόπιν του Δημοσίου, παίζων στο Χρηματιστήριο και πρόεδρος της συνοικιακής ομάδας τρίτης εθνικής κατηγορίας αλλά χάρη σε αυτόν με λαμπρές προοπτικές. Λίγο νωρίτερα να είχε εκδοθεί το βιβλίο θα σκεπτόμασταν πως ο σεναριογράφος του κορυφαίου εφέτος σε τηλεθέαση σίριαλ έκλεψε από το μυθιστόρημα του Χωμενίδη τον ήρωά του ονόματι Γαργαμπίκα. Βασικό κοινό σημείο Γαργαμπίκα και μυθιστορηματικού Μουσαχίρη, η πίστη τους πως «ο άντρας πρέπει να τα κάνει όλα στον υπερθετικό βαθμό», μεγάλα πούρα, μεγάλα... (παρεμπιπτόντως, στους μυθιστοριογράφους επιτρέπεται, και μάλιστα επιδοκιμάζεται, η αθυροστομία, όχι όμως και στους βιβλιοπαρουσιαστές).

Σύζυγος του μεγαλοεπιχειρηματία, ένα «βλαχάκι» από χωριό του Νομού Ημαθίας· νεόκοπη αστή που μόνο τους αστραγάλους και τα πέλματά της δεν κατόρθωσε να εκλεπτύνει. Ικανή να φθάσει ως τη δολοφονία του συζύγου της εν όψει πιθανής εγκατάλειψης, προς διατήρηση των αγαθών που της παρέχει. Απορούμε γιατί οι συγγραφείς μας προτιμούν τις γυναίκες ως εντολοδότες φόνων. Αν και δεν αποκλείεται να έχουν εν τέλει δίκιο: το περιβόητο πρακτικό πνεύμα των θηλυκών στη νέα τάξη πραγμάτων μπορεί και να τις καθιστά ανενδοίαστες. Θυμίζουμε το πρόσφατο μυθιστόρημα του Θ. Χειμωνά Ανεξιχνίαστη ψυχή, όπου η ηρωίδα πληρώνει για τον φόνο του υιοθετημένου αδελφού της, λιγότερο ενοχλητικού και από κουνούπι. Αν και, ελέω τίτλου, τα κίνητρα μένουν ανεξιχνίαστα και το μυθιστόρημα στον αφρό.



H εντολή και ο δολοφόνος



Εντολοδόχος της «ορφανής καλλονής από την Ημαθία», ένας αποτυχημένος ηθοποιός που προκόβει μόνο ως συνοικιακός εραστής. Καίτοι δολοφόνος, αποδεικνύεται τόσο συναισθηματίας ώστε να τινάξει τα πάντα στον αέρα για τη γυναίκα της ζωής του. Ενώ αυτή, επίσης αποτυχημένη ηθοποιός, ασταθής στα αισθήματα και καιροσκόπος, αποκαλύπτεται το πλέον ανήθικο στοιχείο. Γύρω από αυτά τα τέσσερα πρόσωπα κάνουν γρήγορα περάσματα οι γνωστοί τύποι: οι μικροαστοί γονείς, ο μεγαλοδικηγόρος, οι γκόμενες κ.ά. Οικείοι ήρωες, γνωστές καταστάσεις, σε ένα άκρως επίκαιρο μυθιστόρημα. Μάλιστα ο συγγραφέας προσθέτει και μικρή δόση από τρομοκρατία και τρομοκρατικές οργανώσεις, ευτυχώς σε μια γελοιογραφική εκδοχή.

Αν το μυθιστόρημα δεν στέκεται τελικά στο ύψος των προδιαγραφών που αναπτύξαμε, πιστεύουμε πως οφείλεται σε μια γενικότερη τάση της πρόσφατης γηγενούς μυθιστοριογραφίας να αποφεύγει τη δράση και τις δυνατές σκηνές εν εξελίξει. Αντ' αυτών, όλα αφηγούνται αναδρομικά και σωρευτικά. Ενα κεφάλαιο ανά ήρωα για την ανιστόρηση του προηγούμενου βίου του. Ενα ή περισσότερα κεφάλαια για τις αναμεταξύ τους παρελθούσες σχέσεις. Ενώ, προς το τέλος, αντί κορύφωσης, δραματικοί μονόλογοι της αναποφάσιστης ηθοποιού και η έκθεση του επικεφαλής του αστυνομικού αποσπάσματος που περικύκλωσε το διαμέρισμα του δράστη, αμφιρρέπουσα μεταξύ ριπλέι και παρωδίας. Ως φαίνεται, ο ταλαντούχος συγγραφέας βρίσκεται περισσότερο στο στοιχείο του όταν απογειώνεται στο γκροτέσκο.



MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ, 10-08-2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!