0
Your Καλαθι
Λειλά
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
«Ναι», λέει εκείνος, «οι δικοί μας υποστηρίζουν πως δεν μπορούμε να σταματήσουμε το χρόνο. Τούτοι οι αγριάνθρωποι με το θάμνο στο πάνω χείλι ονομάζονται φίλοι του λαού», λέει ο Μουράτ μπέη, «άντε να βγάλεις άκρη!»
«Τσιράκια των Ρώσων!» ξεστομίζει ο Χαλίντ, αλλά αμέσως σφίγγει τα χείλια του, ο μπαρμπέρης τον ξυρίζει γύρω από το στόμα.
«Θέλω να σου ομολογήσω κάτι, Χαλίντ μπέη, δεν φοβάμαι τόσο τους μπολσεβίκους, μ' αυτούς κάπως θα τα βρούμε. Φοβάμαι ότι θα μας διαβρώσουν τα ξενόφερτα ήθη της Δύσης. Κοίταξε τις γυναίκες μας? όποια φοράει τη μαντίλα, περνιέται για οπισθοδρομική χωριατοπούλα.»
«Απ' όσο ξέρω, έχεις μονάχα γιους», παρεμβαίνει ο τύπος από την καρέκλα δίπλα στο παράθυρο, «κι οι γιοι σου έχουν μια κάποια φήμη».
«Τι θες να πεις;» ρωτάει ο μπαρμπέρης.
«Ε, να… δεν έχουν αντίρρηση να ντύνονται οι γυναίκες πιο ελεύθερα.»
«Κι εσύ πού το ξέρεις;»
«Παίρνουν μάτι», λέει ο τύπος.
«Οι γιοι μου δεν παίρνουν μάτι», λέει ο μπαρμπέρης, «μάλλον είναι πιο περίεργοι από τους περισσότερους στη γειτονιά. Αυτό δεν είναι έγκλημα, είναι πρόοδος!»
«Οι φίλοι του λαού μιλάνε κι εκείνοι στο όνομα της προόδου», λέει ο Χαλίντ, «δεν πρέπει να έχεις παρτίδες με δαύτους».
Στα βάθη της Ανατολίας, στα μέσα του 20ού αιώνα, ένα κορίτσι, η Λεϊλά, είναι εγκλωβισμένο στον ασφυκτικό κλοιό των προκαταλήψεων, της δεισιδαιμονίας και της θρησκόληπτης σεμνοτυφίας. Ο χειρότερος όμως εφιάλτης της παραμένει ο «άντρας της μητέρας της», ένας βάναυσος και μοχθηρός αγροίκος, που η ίδια αρνείται πεισματικά να τον ονομάσει πατέρα της. Μπροστά στα μάτια μας εκτυλίσσεται η σκληρή ζωή της νεαρής κοπέλας προς την ωριμότητα, τη χειραφέτηση και την τελική λύτρωση.
«Τσιράκια των Ρώσων!» ξεστομίζει ο Χαλίντ, αλλά αμέσως σφίγγει τα χείλια του, ο μπαρμπέρης τον ξυρίζει γύρω από το στόμα.
«Θέλω να σου ομολογήσω κάτι, Χαλίντ μπέη, δεν φοβάμαι τόσο τους μπολσεβίκους, μ' αυτούς κάπως θα τα βρούμε. Φοβάμαι ότι θα μας διαβρώσουν τα ξενόφερτα ήθη της Δύσης. Κοίταξε τις γυναίκες μας? όποια φοράει τη μαντίλα, περνιέται για οπισθοδρομική χωριατοπούλα.»
«Απ' όσο ξέρω, έχεις μονάχα γιους», παρεμβαίνει ο τύπος από την καρέκλα δίπλα στο παράθυρο, «κι οι γιοι σου έχουν μια κάποια φήμη».
«Τι θες να πεις;» ρωτάει ο μπαρμπέρης.
«Ε, να… δεν έχουν αντίρρηση να ντύνονται οι γυναίκες πιο ελεύθερα.»
«Κι εσύ πού το ξέρεις;»
«Παίρνουν μάτι», λέει ο τύπος.
«Οι γιοι μου δεν παίρνουν μάτι», λέει ο μπαρμπέρης, «μάλλον είναι πιο περίεργοι από τους περισσότερους στη γειτονιά. Αυτό δεν είναι έγκλημα, είναι πρόοδος!»
«Οι φίλοι του λαού μιλάνε κι εκείνοι στο όνομα της προόδου», λέει ο Χαλίντ, «δεν πρέπει να έχεις παρτίδες με δαύτους».
Στα βάθη της Ανατολίας, στα μέσα του 20ού αιώνα, ένα κορίτσι, η Λεϊλά, είναι εγκλωβισμένο στον ασφυκτικό κλοιό των προκαταλήψεων, της δεισιδαιμονίας και της θρησκόληπτης σεμνοτυφίας. Ο χειρότερος όμως εφιάλτης της παραμένει ο «άντρας της μητέρας της», ένας βάναυσος και μοχθηρός αγροίκος, που η ίδια αρνείται πεισματικά να τον ονομάσει πατέρα της. Μπροστά στα μάτια μας εκτυλίσσεται η σκληρή ζωή της νεαρής κοπέλας προς την ωριμότητα, τη χειραφέτηση και την τελική λύτρωση.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις