0
Your Καλαθι
Βουρκωτή
το χωριό που νόμιζαν πως δεν υπάρχει
Περιγραφή
Σε κάποια Κυκλαδίτικα νησιά υπεύθυνος για την απώλεια της μνήμης είναι ο τουρισμός, σε άλλα η μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική, που έσπασε το νήμα της συνέχειας. Σε άλλα, στα πιο αποκομμένα μέρη, εκεί που η εσωστρέφεια θα μπορούσε να θεωρηθεί μειονέκτημα, οι συνήθειες και τα έθιμα παραμένουν πιο ενεργά, συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Ένας απ’ αυτούς τους τόπους είναι η Βουρκωτή της Άνδρου.
Η Ιουλία Ζανάκη – Λιάλιου πονάει τον τόπο της. Βιώνει την εικόνα, την ομορφιά μιας ουσιαστικής ημέρας, διαπιστώνει πως οι Κυκλάδες γεννήθηκαν για την ελευθερία του καλού. Η αγάπη στο τοπίο των Κυκλάδων δεν είναι γι’ αυτή μια συγγραφική παραίσθηση αλλά η μοναδική αλήθεια της ύπαρξης. Κι η συγγραφέας μας καλεί να παλέψουμε ενάντια στους «χυδαίους που ταράζουν το μυαλό» της.
«Όποτε η ψυχή μου πλαντάζει, κλείνω τα μάτια και επιστρέφω. Περπατώ σε ανοιχτούς στρωμένους δρόμους, που οδηγούν σε μαγευτικές παραλίες, σε μύλους, βίδες και περιστεριώνες που ξαναζωντάνεψαν. Ανοίγω το πανωπόρτι, βγάζω το μάνταλο, δρασκελώ το κατώφλι και μπαίνω στο σπίτι που έχτισαν με σεβασμό και μεράκι οι πρόγονοι, οι ξεριζωμένοι, οι περιφρονημένοι, οι πολυαγαπημένοι. Κλειδώνω τα βιβλία που έγραψαν γι’ αυτούς, τα διπλοκλειδώνω στο ντουλάπι μην τυχόν ξεφύγουν και μολύνουν τις μνήμες μου. […] Το μάνταλο της πόρτας κροταλίζει ρυθμικά κι εγώ γλυκά νανουρίζω τα όνειρά μου. Εγώ, το παιδί από τη Βουρκωτή, το χωριό που νόμιζαν πως δεν υπάρχει.»
Η Ιουλία Ζανάκη – Λιάλιου πονάει τον τόπο της. Βιώνει την εικόνα, την ομορφιά μιας ουσιαστικής ημέρας, διαπιστώνει πως οι Κυκλάδες γεννήθηκαν για την ελευθερία του καλού. Η αγάπη στο τοπίο των Κυκλάδων δεν είναι γι’ αυτή μια συγγραφική παραίσθηση αλλά η μοναδική αλήθεια της ύπαρξης. Κι η συγγραφέας μας καλεί να παλέψουμε ενάντια στους «χυδαίους που ταράζουν το μυαλό» της.
«Όποτε η ψυχή μου πλαντάζει, κλείνω τα μάτια και επιστρέφω. Περπατώ σε ανοιχτούς στρωμένους δρόμους, που οδηγούν σε μαγευτικές παραλίες, σε μύλους, βίδες και περιστεριώνες που ξαναζωντάνεψαν. Ανοίγω το πανωπόρτι, βγάζω το μάνταλο, δρασκελώ το κατώφλι και μπαίνω στο σπίτι που έχτισαν με σεβασμό και μεράκι οι πρόγονοι, οι ξεριζωμένοι, οι περιφρονημένοι, οι πολυαγαπημένοι. Κλειδώνω τα βιβλία που έγραψαν γι’ αυτούς, τα διπλοκλειδώνω στο ντουλάπι μην τυχόν ξεφύγουν και μολύνουν τις μνήμες μου. […] Το μάνταλο της πόρτας κροταλίζει ρυθμικά κι εγώ γλυκά νανουρίζω τα όνειρά μου. Εγώ, το παιδί από τη Βουρκωτή, το χωριό που νόμιζαν πως δεν υπάρχει.»
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις