0
Your Καλαθι
Γλυκά του κουταλιού ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
68%
68%
Περιγραφή
Το όνομά μου είναι Έλλη. Γεννήθηκα στη Σμύρνη το 1904. Η μάνα μου πέθανε την ώρα που με έφερνε στον κόσμο. Μόλις είχε κλείσει τα δεκαεφτά της χρόνια. Η νταντά μου, η Κοκόνα, έλεγε πως της έμοιαζα. Αμπαρωμένη στο δωμάτιό μου, μακριά από βλέμματα, πάσχιζα να βρω ομοιότητες συγκρίνοντας την εικόνα του καθρέφτη μου με τις κιτρινισμένες φωτογραφίες της. Μέσα στα μάτια της διέκρινα τη θλίψη του φεγγαριού και τη σκιά του θανάτου να παραμονεύει. Οι ατίθασες μπούκλες της, ξεφεύγοντας από την αυστηρή χωρίστρα των μαλλιών, μαρτυρούσαν τη χαμένη παιδικότητά της.
Συχνά στεκόταν όρθια, αγέλαστη, με το κεφάλι γερτό ελαφρά στο πλάι. Φορούσε μακριά φουστάνια με λευκές δαντέλες στον ποδόγυρο και μυτερά παπούτσια που δέναν στον αστράγαλο. Τα χέρια της, ακουμπισμένα αδέξια στους γοφούς, φανέρωναν κάποια αμηχανία. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή την έβγαζα από την δύσκολη θέση. Τρύπωνα στη φωτογραφία, ακουμπούσα την παλάμη της πάνω στο κεφάλι μου και χαρίζαμε στο φακό ένα χαμόγελο ευτυχίας.[...]
Από τη σελίδα 9 του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οι πρωταγωνιστές του δεύτερου κατά σειρά πεζογραφικού βιβλίου (προηγήθηκε το μυθιστόρημα «Η προίκα της Αμαλίας», «Πατάκης», 2002) της Ελένης Ζαχαριάδου (γενν. 1970), ορμώμενοι από κατασταλμένες επιθυμίες και αποσιωπημένα πάθη που γιγαντώνονται ασύνειδα στο εσωτερικό τους, υπερβαίνουν τον εαυτό τους, άλλοτε για να καταστραφούν ολοσχερώς κι άλλοτε για να επιτύχουν την ισορροπία, με σημαντικές ωστόσο αβαρίες. Η αφορμή για τις εκρήξεις αυτές δίνεται συνήθως από ιδιαίτερα περιστατικά, από εξαιρετικές ιστορικές συγκυρίες, από εκχειλισμένες ανάγκες. Και στα πέντε διηγήματα του βιβλίου βρίσκουμε πρόσωπα που επείγονται να δραπετεύσουν από καταστάσεις ασφυκτικές, βασανιστικές, κατάφωρα πιεστικές. Οι ήρωες συστήνονται στον αναγνώστη σε πρώτο πρόσωπο, ξαλαφρώνοντας ένα οδυνηρό φορτίο. Τις μνημονικές αναδρομές άλλοτε χρωματίζει η νοσταλγία κι άλλοτε, συχνότερα, η αποστροφή. Τα δεινά απορρέουν πάντοτε από τον αλληλοσπαραγμό εξουθενωτικών ζευγών. Οι γυναικείοι χαρακτήρες, πέρα από τις αντίξοες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, λυγίζουν κυρίως υπό το βάρος μιας ανδρικής δυναστείας και επιχειρούν να αποδεσμευτούν με τρόπους δυναμικούς και ενίοτε άκρως εκδικητικούς. Ως σύνηθες μοτίβο της δυσπραγίας τους εμφανίζεται ένας άχαρος, απορυθμισμένος και πρωτίστως ακούσιος γάμος. Στο βιβλίο όμως ακούγεται και ο αντίλογος. Οι τρεις αφηγητές που φιλοξενεί η συλλογή αποκαλύπτουν εναργώς τη δυστυχία τους στο πλάι γυναικών που τους οδήγησαν δολίως μέσω της σαγήνης στον ψυχικό ακρωτηριασμό. Αν οι δύο πρώτες ιστορίες εκθέτουν την εύθραυστη γυναικεία φύση που τσαλακώνεται από την ανδρική βαρβαρότητα, οι υπόλοιπες φωτίζουν αντίστροφες περιπτώσεις, εξίσου τραυματικές για τους άντρες που τις υφίστανται.
Ζάχαρη και φαρμάκι
Η Ζαχαριάδου δεν πρωτοτυπεί θεματικά. Τα πρόσωπα που συγκεντρώνει στο βιβλίο της παρουσιάζονται υπερβολικά συνήθη, με μετρημένες προσδοκίες και ανάλογες δυνατότητες υλοποίησής τους. Δεν εξωτερικεύουν πρωτόφαντα δράματα ούτε κρύβουν δυσεξιχνίαστες πλευρές. Η απλοϊκή οπτική τους, η θολή συχνά συνείδηση για ό,τι τους κατατρέχει περιορίζεται στο μικρόκοσμό τους κι αυτόν ακριβώς πολεμούν ή διεκδικούν. Αν κάτι τους αξιώνει ως μυθοπλαστικούς ήρωες αυτό είναι η ιδιότυπη σύμπλευση της ζωής τους με ένα συγκεκριμένο γλυκό του κουταλιού. Η Ζαχαριάδου ταυτίζει τους χαρακτήρες της με τα γλυκά που σημάδεψαν την κακοτράχαλη πορεία τους. Γι' αυτό και ο μονολεκτικός τίτλος του κάθε διηγήματος ονοματίζει τον καρπό που βυθισμένος στο ευφραντικό σιρόπι συντρόφευσε το γλυκόπικρο βίο των αφηγητών. Η συγγραφέας επομένως επινοεί έναν ιδιαίτερο, αρκετά ευφάνταστο και ευχάριστο τρόπο για να διασκεδάσει την κοινοτοπία προσώπων και καταστάσεων και για να αποτυπώσει τις στερεότυπες παλινδρομήσεις της καθημερινότητας από την ευφορία στο βάσανο. Δεν μοιάζει άλλωστε να είναι τυχαία η επιλογή για τα γλυκά του κουταλιού. Η αντίθεση ανάμεσα στην υπόξινη, στυφή γεύση του φρούτου ή του καρπού και τη λιγωτική της ζάχαρης προβάλλει τις πάγιες αντιθέσεις που εμφιλοχωρούν στα οιαδήποτε βιώματα αλλά και τις αντιφάσεις που σμιλεύουν την ιδιοσυγκρασία κάθε ατόμου. Βύσσινο, πορτοκάλι, κυδώνι, καρύδι και περγαμόντο αδυνατούν να ευφράνουν πρόσωπα πικραμένα, απαρηγόρητα και παντοιοτρόπως διαψευσμένα, που βαλτώνουν στα παχύρρευστα σιρόπια των χειροποίητων τερψιλαρυγγίων.
Τα δύο πρώτα διηγήματα της συλλογής μάς επιστρέφουν σε δύο κεφαλαιώδεις ιστορικές περιόδους. Στο πρώτο, η Μικρασιατική Καταστροφή υποχρεώνει την ηρωίδα να εγκαταλείψει τη Σμύρνη και να εγκλειστεί σ' ένα αποκαρδιωτικό ελλαδικό χωριό και σ' έναν δηλητηριώδη γάμο, ενώ στο δεύτερο η Κατοχή τρέφει αφειδώς την αφηγήτρια με ταπεινώσεις, θάνατο και απόγνωση. Για την ευρηματική Μικρασιάτισσα το βύσσινο θα γίνει το όπλο που θα ακυρώσει τη βαναυσότητα του αποτρόπαιου συζύγου της, για την έτερη κακόπαθη όμως το πορτοκάλι θα έχει πάντα τη γεύση φαρμακερών εμπειριών. Ο κήπος με τις κυδωνιές και η επίπονη διαδικασία παρασκευής του γλυκού είναι ο τόπος μαρτυρίου και ο σταυρός, αντιστοίχως, του πιο κακορίζικου πρωταγωνιστή του βιβλίου. Η παντοκρατορία της μέγαιρας συμβίας του αφανίζεται τελικά μαζί με τη διαβολική εξόντωση των δέντρων που πρωτοστάτησαν στις κακουχίες του. Το παιχνίδι της αντιστροφής των ρόλων δυνάστη και θύματος φτάνει στα άκρα με τη στυγνή τιμωρία ενός φιλόδοξου και άμετρα φιλήδονου προικοθήρα. Η δαιμόνια πεθερά του χάρη στο ακαταμάχητο δέλεαρ του αισθησιασμού και προκαλώντας τον επιτήδεια με γλυκό καρύδι τον παγιδεύει σ' έναν σεξουαλικό παροξυσμό με ολέθρια έκβαση. Το βιβλίο κλείνει εύστοχα ο μονόλογος ενός τραβεστί που η παιδική και εφηβική του ηλικία τραυματίστηκαν ανεπανόρθωτα από την άκαμπτη απόρριψη της μητέρας του, της οποίας η στοργή εξαντλούνταν στο γλυκό περγαμόντο. Η λυγμική εξομολόγηση που ο αφηγητής απευθύνει στη νεκρή πια και συνεπώς ανίσχυρη μητέρα του επιχειρεί να επουλώσει τις βαθιές ραγισματιές της σχέσης τους. Στην περίπτωσή του η άγρια φιλονικία των δύο φύλων κατασπαράσσει το ίδιο του το σώμα.
Μια ασήμαντη παρατήρηση: τόσο η Λουκία των κατοχικών χρόνων όσο και ο Λάκης με τα χθαμαλά ένστικτα αποτελούν τους μόνους χαρακτήρες του βιβλίου που δεν είναι μυημένοι στη συνταγή του γλυκού και τους μόνους επίσης που προικίζονται με την επαχθέστερη μοίρα.
Ηρωες από το παρελθόν
Η Ζαχαριάδου, σε αντίθεση με την πλειονότητα των συνομήλικών της πεζογράφων, αντλεί ερεθίσματα μακριά από την προβληματική της σύγχρονης πραγματικότητας, εστιάζοντας το ενδιαφέρον της σε πρόσωπα που θα συναντούσαμε συχνότερα και ευκολότερα σε περασμένες δεκαετίες. Και δεν αναφέρομαι ασφαλώς αποκλειστικά στα διηγήματα που τοποθετούνται ρητά σε κρίσιμες ιστορικές συνθήκες. Γενικότερα οι ιστορίες διαποτίζονται από τα ήθη και τις πρακτικές παλαιότερων εποχών, ακόμα κι όταν δεν προσδιορίζονται χρονικά ή τοπικά. Οι ήρωες μοιάζουν να έρχονται στις σελίδες κατευθείαν από το παρελθόν, ενώ το σκηνικό φόντο πόρρω απέχει από το πολύμορφο αστικό τοπίο. Η συγγραφέας ξεκλειδώνει σπίτια όπου ένα βάζο με γλυκό του κουταλιού είχε την οικεία και σταθερή του θέση. Ιδανικό στέγαστρο των ανιστορουμένων βιωμάτων, ο περίκλειστος ορίζοντας της επαρχίας, όπου η περιχαράκωση της συμπεριφοράς και ο καταναγκαστικός συγχρωτισμός μεγεθύνουν τα αδιέξοδα και πυροδοτούν τις συγκρούσεις. Η αίσθηση απρόσβλητων από σύγχρονα «νοσήματα» ανθρώπων και τόπων εντείνεται από τη γλωσσική σκευή που μεταφέρει ήχους χαμένων ή υπό εξαφάνιση κόσμων.
Η γλώσσα της Ζαχαριάδου αγκυροβολεί στο μεταίχμιο ενός λαϊκού ιδιώματος και μιας λόγιας έκφρασης. Η γραφή της συμφιλιώνει επιδέξια διαφορετικούς γλωσσικούς κώδικες, απόλυτα εναρμονισμένους με το θεματικό περιβάλλον, προσφέροντας μία εύχυμη, ρέουσα αφήγηση. Αξίζει να εξαρθεί επίσης η παραστατικότητα της γραφής. Οι εικόνες που πλουτίζουν τα περισσότερα κείμενα γοητεύουν με τη γλαφυρότητα της ανάπλασης και ανήκουν στα δυνατότερα και ομορφότερα σημεία του βιβλίου. Η συγγραφική ευχέρεια ωστόσο κάποιες φορές αποβαίνει τροχοπέδη στο βαθμό που δεν τιθασεύεται εγκαίρως και υποκύπτει στον πλατειασμό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα το «Πορτοκάλι» και κάπως λιγότερο το «Βύσσινο». Τα χρονικά πισωγυρίσματα και οι εξαντλητικές λεπτομέρειες από τη ζωή των ηρώων προκαλούν την κόπωση του αναγνώστη και τη χαλάρωση της πλοκής. Στην αδυναμία αυτή να προστεθεί και ο ελλιπής έλεγχος της δραματικής φόρτισης, επισήμανση που αφορά τη συλλογή ως σύνολο. Η συγγραφέας νιώθει την ανάγκη να υπερτονίζει τα άλγη και τη στενοχώρια των προσώπων της, ενώ παράλληλα δεν εκμεταλλεύεται πάντα ικανοποιητικά τη γόνιμη αίσθηση χιούμορ και ειρωνείας που αναμφίβολα διαθέτει. Διηγήματα που απολαμβάνουν τον προσφορότερο συνδυασμό των συγγραφικών αρετών είναι κυρίως το «Περγαμόντο» με τη σωστά ρυθμισμένη, εκ βαθέων, σπαρακτική εκμυστήρευση καθώς και το απολαυστικό «Κυδώνι», στο οποίο η Ζαχαριάδου ενδίδει επιτυχώς στη θυμηδία και το ευτράπελο εις βάρος της εκτεταμένης βαρυθυμίας.
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια πολύ νέα συγγραφέα που βηματίζει διστακτικά αλλά προσεκτικά σ' έναν προσωπικό δρόμο ωρίμανσης και συγκρότησης. Η ευφυής χρήση των οπωσδήποτε επαρκών εφοδίων της θα κρίνει και τον προορισμό της.
ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 24/09/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις