0
Your Καλαθι
Ο ανηθικολόγος
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ένα πρωί, έκανα μια περίεργη ανακάλυψη που αφορούσε τον εαυτό μου: ο Μοχτίρ, ο μόνος που δε με νευρίαζε ανάμεσα στους προστατευόμενους της γυναίκας μου, ήταν μόνος μέσα στο δωμάτιό μου μαζί μου. Στεκόμουν όρθιος δίπλα στη φωτιά, με τους δύο αγκώνες μου ακουμπισμένους πάνω στο τζάκι, μπροστά σ' ένα βιβλίο, και μολονότι έδειχνα απορροφημένος, μπορούσα κι έβλεπα μέσα στον καθρέφτη την αντανάκλαση των κινήσεων του παιδιού, στο οποίο είχα στραμμένη την πλάτη. Μια ανεξήγητη περιέργεια μ' έκανε να παρακολουθώ τις χειρονομίες του. Ο Μοχτίρ δεν ήξερε ότι τον παρακολουθούσα και με νόμιζε βυθισμένο στην ανάγνωση. Τον είδα να πλησιάζει αθόρυβα σ' ένα τραπέζι όπου η Μαρσελίν είχε ακουμπήσει, δίπλα στο εργόχειρό της, ένα ψαλιδάκι, να το παίρνει διακριτικά και με μια γρήγορη κίνηση να το εξαφανίζει κάτω από το μπουρνούζι του.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Είναι πολύ χρήσιμο να διασταυρωνόμαστε πάλι με συγγραφείς όπως ο Αντρέ Ζιντ, με περιπτώσεις δηλαδή δημιουργών, οι οποίες δεν έχουν απολύτως ξεκαθαρίσει τις σχέσεις τους με την Ιστορία της λογοτεχνίας και με τις συνειδήσεις μας, βέβαια. Εννοώ εκείνους τους συγγραφείς τους οποίους η αναγνωστική μας ραστώνη και υποκρισία ανώδυνα θα κατέτασσε στη χορεία των «κλασικών» (σε ό,τι μπορεί να εμπεριέχει η έννοια), απαλλάσσοντάς μας από το βάρος να τους θεωρούμε εκκρεμότητες: αναφομοίωτους από σχήματα, άρα ακόμα ενεργούς δυναμικά.
Το φαινόμενο Ζιντ, είναι αλήθεια, έχει δημιουργήσει στη γραμματολογία εξαιρετική σύγχυση, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, βίος και δημιουργία συνδυάστηκαν και ενεπλάκησαν με τρόπο απόλυτο: ο συγγραφέας των «Γήινων τροφών» ανήκει στους διανοούμενους εκείνους που, με το καλλιτεχνικό τους έργο και τις πράξεις τους, προσπάθησαν να «διαφωτίσουν», να «διδάξουν» το κοινό τους, μέσα από μια ουτοπία: να εκφράσουν μία ισόρροπη σχέση ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο δημόσιο πρόσωπό τους.
Η συγκεκριμένη διάσταση της παρουσίας του Ζιντ προκάλεσε σωρεία παρεξηγήσεων, συγχύσεων, αλλά και μυθοποιήσεων όσον αφορά τη στάθμιση μιας (αντιφατικής) ζωής και ενός έργου, που και ευρύτατο υπήρξε και πολύ ενδιαφέρον, μέσα στις ανισότητές του.
Ο Γάλλος συγγραφέας, υποδοχέας των ιδεών του 19ου αιώνα (γενν. το 1869), αλλά και των πρώτων δεκαετιών του 20ού, τις μετέφερε στο έργο του (μεταπλασμένες, ενίοτε, με εξαιρετική μυθοπλαστική δεξιοτεχνία), με τον οίστρο πολλών ομοτέχνων του της ίδιας περιόδου. Η ζωτικότητα και η θέρμη των νέων θεωριών για την ατομικότητα και τον κόσμο κοινοποιήθηκαν μέσα από τα βιβλία του Ζιντ άλλοτε σαν παράδοξες διακηρύξεις άλλοτε σαν ουμανιστικά μανιφέστα, αλλά και ως τραυματικοί λόγοι μιας προσωπικότητας, που αντιμετωπίζει την κοινωνία σαν δώρο και σαν ατελή οργανισμό, ταυτοχρόνως.
Γόνος αριστοκρατικής, προτεσταντικής οικογένειας, οι αρχές της οποίας επηρέασαν με σημαίνοντα τρόπο την ιδιοσυγκρασία του, αφού του πρόσφεραν μια συντηρητική (θα 'λεγε κανείς μία ψύχραιμη) στάση απέναντι στις ακραίες βιοθεωρίες που θα ενστερνιστεί αργότερα, λειτουργώντας, δηλαδή, ως σωτήρια τροχοπέδη στο βάθος του χρόνου: η συνισταμένη αυτή, όπως είναι φυσικό, θα αποτελέσει την κύρια προϋπόθεση της δημιουργίας του, εξασφαλίζοντάς του το «προνόμιο» να εκδιπλώνεται στις σελίδες των κειμένων του, αλλά και από βιβλίο σε βιβλίο μια πορεία ρέουσα και ζωντανά αντινομική.
Πόσο απέχει ο Νίτσε από τον Φρόιντ; Ο Μαρξ από τον Σοπενάουερ; Ο Διαφωτισμός από τη μεταφυσική; Η δυτική σκέψη από την ανατολική; Ο Επίκουρος από τον Αγιο Αυγουστίνο; Ο Ζιντ ανέλαβε, σε όλη τη διαδρομή του, ώς ένα σημείο, να... μιλήσει για συγγένειες και αποκλίσεις, ανάμεσα σ' αυτά τα μεγέθη: με ρητορείες και χαμηλούς τόνους, με ιερό πάθος και φλέγμα, με καταδηλώσεις και υπαινιγμούς...
Ο δημιουργός των «Κηβδιλοποιών», σε ένα μεγάλο μέρος του πρώιμου έργου του, επιχείρησε να αποτυπώσει ένα πνεύμα ρήξης με τις καθιερωμένες αξίες. Το μυθιστόρημα «Ο ανηθικολόγος», γραμμένο το 1902, εκφράζει αυτή ακριβώς την τάση του συγγραφέα του.
Εχει παρατηρηθεί ότι ο Ζιντ στο συγκεκριμένο βιβλίο θυμίζει τον Φλομπέρ, καθώς χρησιμοποιεί κι αυτός τον ανηθικισμό ως πολιορκητικό κριό κατά των προσχημάτων ενός πραγματιστικού κώδικα αξιών, μιας αφηρημένης, κληροδοτημένης αυθεντίας περί της αληθείας για το σώμα και την ψυχή.
Ο «Ανηθικολόγος», όπως και το «Ταξίδι στην Ανατολή», είναι παρεξηγημένο έργο του Ζιντ, μιας και παραναγνώσθηκε: αντιμετωπίστηκε, δηλαδή, στην εποχή του σαν ένα μυθιστόρημα ιδεών, σαν ένα φιλοσόφημα, και όχι ως λογοτέχνημα. Μέσα από την απατηλή απλότητά του μπορεί να μοιάζει προγραμματικό, όμως τα πράγματα είναι πιο σύνθετα σε δεύτερο επίπεδο. Κι εδώ, ακριβώς, εδράζεται το στοιχείο της ανθεκτικότητάς του, η μοντερνικότητά του.
Το στόρι είναι φαινομενικά περιορισμένου εύρους. Ενας αριστοκράτης νεαρός, ο Μισέλ, έχει κλονισμένη υγεία και αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τα ανθρώπινα. Με τη νεαρή γυναίκα του Μαρσελίν εγκαθίσταται σε μια χώρα της Βόρειας Αφρικής όπου βαθμιαία, χάρη στην επαφή του με τη φύση και τους γήινους κατοίκους της περιοχής, αναλαμβάνει. Η ανάρρωση του διανοητικού Μισέλ μέσα από τους συγκεκριμένους υλικούς, «σωματικούς» όρους, φέρνει τη σφραγίδα μιας ψυχοδιανοητικής αναγέννησης από την οποία όμως λείπει και η διάσταση μιας νέας ερωτικής θεώρησης των πραγμάτων: ο ήρωας με ένα αναθεωρημένο Εγώ και με ένα, δυστυχώς, λανθάνον, υπέδαφος σεξουαλικών επιθυμιών, είναι έτοιμος να ανατρέψει το υποκριτικό στάτους που τον εξέτρεφε μέχρι τότε.
Η ευκρασία του Μισέλ, οι προβληματισμοί σχετικά με τη σεξουαλική προσαρμογή του στα καινούργια δεδομένα (πρέπει να παραδεχθεί ότι είναι ομοφυλόφιλος), η σχέση του με την ηθική κληρονομία του είναι τα «φωτορυθμικά» που πάλλονται πέριξ αυτού και προσφέρουν στα καθέκαστα ειδικό βάρος. Τη δραματικότητα του Μισέλ ως χαρακτήρα την προσφέρει η έλλειψη απόλυτης αυτογνωσίας. Ο νεαρός ήρωας καίτοι μοιάζει να έχει κερδίσει το παιχνίδι σχετικά με τις αμφιβολίες και τους δισταγμούς του να αποκτήσει νέα ηθική, στην πραγματικότητα αγνοεί ότι είναι ένας νευρωτικός: αφού απωθεί την ιδέα να συνευρεθεί με το φύλο του και δεν προχωρεί περισσότερο από το να ποθεί αγόρια. Ο Μισέλ έθεσε τον εαυτό του υπεράνω της γυναίκας του, η οποία στο τέλος πεθαίνει από όμοια με τη δική του αρρώστια, αλλά δεν θέλει ή δεν μπορεί να καταλάβει ποια είναι τα όρια της ηθικής επανάστασής του.
Ο Ζιντ, έχοντας σε κατάκλιση στο ψυχαναλυτικό ντιβάνι τον ήρωά του, δεν μπορεί να του αποσπάσει διάφορες ομολογίες, οι οποίες θα τον λύτρωναν. Ετσι, έχουμε μπροστά μας μια περίπτωση την οποία βλάπτουν τα καταπιεσμένα αισθήματα και οι ορμές. Ο Ζιντ μοιάζει να... διορθώνει τον Νίτσε, να του προσθέτει δεδομένα που αφορούν το «διχασμένο υποκείμενο»...
Το μυθιστόρημα δομείται ως εξής: ως προοίμιο υπάρχει μια επιστολή ενός φίλου του Μισέλ προς τον αδελφό του, στην οποία προοικονομείται εν συντομία ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει. Στη συνέχεια, αρχίζει η διήγηση του Μισέλ προς τους φίλους του, οι οποίοι πηγαίνουν στη Βόρεια Αφρική να τον συναντήσουν μετά το θάνατο της γυναίκας του. Η αφήγηση, πολύ ευσύνοπτα, χωρίς περιττολογίες (κάτι που εγγράφεται στο ενεργητικό του Ζιντ) παρακολουθεί τις περιπλανήσεις του Μισέλ και της γυναίκας του σε Ευρώπη και Αφρική, αυτό το ταξίδι της αδύνατης αυτογνωσίας. Είναι άξιον θαυμασμού το γεγονός ότι ο Ζιντ, μέσα στον πειρασμό να δημαγωγήσει λόγω θέματος, δεν ξεφεύγει και υπηρετεί τρόπους πολύ προωθημένους: η έλλειψη κυριαρχεί, το απωθημένο σκιαγραφείται διακριτικά, το θέμα υποδεικνύεται και δεν υπογραμμίζεται, τα αισθήματα υποβάλλονται, η αγωνία του ήρωα δεν προϋπάρχει ως σχέδιο, καρδιογραφείται μπροστά στα μάτια μας.
Τελικά, η εκδίκηση των καταπιεσμένων αισθημάτων καθορίζει την πνευματική και ηθική μας ζωή, λέει ο Ζιντ. Ο Μισέλ γίνεται αυτοκαταστροφικός και αντιπνευματικός. Χωρίς σεξουαλική ικανοποίηση και αυτογνωσία, επαναστατεί αναίτια απέναντι στις αξίες της εποχής του και υπερασπίζεται φιλοσοφικά τη βαρβαρότητα.
Ο Ζιντ, και σ' αυτό το έργο, εμμέσως πλην σαφώς, αυτοβιογραφείται, παρουσιάζοντας μέσω του ήρωά του τους δικούς του νεανικούς προβληματισμούς, τις κλίσεις και τις αντιφάσεις του. Πολύ νωρίς είχε συλλάβει τη σημασία της ψυχανάλυσης, το βάρος της φροϊδικής θεωρίας σχετικά με τη λίμπιντο: κάτι, βέβαια, που αργότερα (ευτυχώς όχι για πολύ) ως οπαδός του σταλινικού καθεστώτος θα λησμονήσει, προς χάριν των κριτικών, κοινωνικών του απόψεων. Αυτός, ο «στιλίστας», όπως είχε αποκληθεί, θα εκφωνήσει λόγο στην κηδεία του πατέρα του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού», του Μαξίμ Γκόρκι, στις αρχές της δεκαετίας του '30. Να γιατί, ώς ένα βαθμό δικαιολογημένα, μπέρδεψε το ευρύ αναγνωστικό κοινό του και το οδήγησε σε παρεξηγήσεις...
Να επαναλάβουμε: πολλά κείμενα του Ζιντ είναι σύγχρονα, διαυγή και δεξιοτεχνικά, που θα ωθούσαν πολλούς συγκαιρινούς μας, επιφανείς πεζογράφους, να κάνουν φροντιστήριο γλώσσας, πνεύματος και εκφραστικών τρόπων.
Ο «Ανηθικολόγος», για παράδειγμα, διατηρεί ακόμα την αλκή του και μεταφέρει αυτούσιο στην εποχή μας, όχι μόνο το διχασμό του ανάμεσα σε δυσανάλογες θεωρίες περί του ζην αλλά, κυρίως, αυτό το θαυμάσια ελλειπτικό παιχνίδι με απωθημένα, λανθάνοντα αισθήματα.
Η μετάφραση της κ. Νίκης Μολφέτα υπηρέτησε με προσοχή και σιγουριά το ύφος ενός έργου, που με ευστροφία περιγράφει τη φυγόκεντρο του ήρωά του, ο οποίος δεν είναι σε θέση να καταλάβει (μαζί με το δημιουργό του) ότι η προϋπόθεση για την κατίσχυση του πραγματισμού πρέπει να αναζητηθεί στην περιοχή της φροϊδικής «αρχής της ηδονής».
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/03/2001
ΚΡΙΤΙΚΗ
Είναι πολύ χρήσιμο να διασταυρωνόμαστε πάλι με συγγραφείς όπως ο Αντρέ Ζιντ, με περιπτώσεις δηλαδή δημιουργών, οι οποίες δεν έχουν απολύτως ξεκαθαρίσει τις σχέσεις τους με την Ιστορία της λογοτεχνίας και με τις συνειδήσεις μας, βέβαια. Εννοώ εκείνους τους συγγραφείς τους οποίους η αναγνωστική μας ραστώνη και υποκρισία ανώδυνα θα κατέτασσε στη χορεία των «κλασικών» (σε ό,τι μπορεί να εμπεριέχει η έννοια), απαλλάσσοντάς μας από το βάρος να τους θεωρούμε εκκρεμότητες: αναφομοίωτους από σχήματα, άρα ακόμα ενεργούς δυναμικά.
Το φαινόμενο Ζιντ, είναι αλήθεια, έχει δημιουργήσει στη γραμματολογία εξαιρετική σύγχυση, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, βίος και δημιουργία συνδυάστηκαν και ενεπλάκησαν με τρόπο απόλυτο: ο συγγραφέας των «Γήινων τροφών» ανήκει στους διανοούμενους εκείνους που, με το καλλιτεχνικό τους έργο και τις πράξεις τους, προσπάθησαν να «διαφωτίσουν», να «διδάξουν» το κοινό τους, μέσα από μια ουτοπία: να εκφράσουν μία ισόρροπη σχέση ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο δημόσιο πρόσωπό τους.
Η συγκεκριμένη διάσταση της παρουσίας του Ζιντ προκάλεσε σωρεία παρεξηγήσεων, συγχύσεων, αλλά και μυθοποιήσεων όσον αφορά τη στάθμιση μιας (αντιφατικής) ζωής και ενός έργου, που και ευρύτατο υπήρξε και πολύ ενδιαφέρον, μέσα στις ανισότητές του.
Ο Γάλλος συγγραφέας, υποδοχέας των ιδεών του 19ου αιώνα (γενν. το 1869), αλλά και των πρώτων δεκαετιών του 20ού, τις μετέφερε στο έργο του (μεταπλασμένες, ενίοτε, με εξαιρετική μυθοπλαστική δεξιοτεχνία), με τον οίστρο πολλών ομοτέχνων του της ίδιας περιόδου. Η ζωτικότητα και η θέρμη των νέων θεωριών για την ατομικότητα και τον κόσμο κοινοποιήθηκαν μέσα από τα βιβλία του Ζιντ άλλοτε σαν παράδοξες διακηρύξεις άλλοτε σαν ουμανιστικά μανιφέστα, αλλά και ως τραυματικοί λόγοι μιας προσωπικότητας, που αντιμετωπίζει την κοινωνία σαν δώρο και σαν ατελή οργανισμό, ταυτοχρόνως.
Γόνος αριστοκρατικής, προτεσταντικής οικογένειας, οι αρχές της οποίας επηρέασαν με σημαίνοντα τρόπο την ιδιοσυγκρασία του, αφού του πρόσφεραν μια συντηρητική (θα 'λεγε κανείς μία ψύχραιμη) στάση απέναντι στις ακραίες βιοθεωρίες που θα ενστερνιστεί αργότερα, λειτουργώντας, δηλαδή, ως σωτήρια τροχοπέδη στο βάθος του χρόνου: η συνισταμένη αυτή, όπως είναι φυσικό, θα αποτελέσει την κύρια προϋπόθεση της δημιουργίας του, εξασφαλίζοντάς του το «προνόμιο» να εκδιπλώνεται στις σελίδες των κειμένων του, αλλά και από βιβλίο σε βιβλίο μια πορεία ρέουσα και ζωντανά αντινομική.
Πόσο απέχει ο Νίτσε από τον Φρόιντ; Ο Μαρξ από τον Σοπενάουερ; Ο Διαφωτισμός από τη μεταφυσική; Η δυτική σκέψη από την ανατολική; Ο Επίκουρος από τον Αγιο Αυγουστίνο; Ο Ζιντ ανέλαβε, σε όλη τη διαδρομή του, ώς ένα σημείο, να... μιλήσει για συγγένειες και αποκλίσεις, ανάμεσα σ' αυτά τα μεγέθη: με ρητορείες και χαμηλούς τόνους, με ιερό πάθος και φλέγμα, με καταδηλώσεις και υπαινιγμούς...
Ο δημιουργός των «Κηβδιλοποιών», σε ένα μεγάλο μέρος του πρώιμου έργου του, επιχείρησε να αποτυπώσει ένα πνεύμα ρήξης με τις καθιερωμένες αξίες. Το μυθιστόρημα «Ο ανηθικολόγος», γραμμένο το 1902, εκφράζει αυτή ακριβώς την τάση του συγγραφέα του.
Εχει παρατηρηθεί ότι ο Ζιντ στο συγκεκριμένο βιβλίο θυμίζει τον Φλομπέρ, καθώς χρησιμοποιεί κι αυτός τον ανηθικισμό ως πολιορκητικό κριό κατά των προσχημάτων ενός πραγματιστικού κώδικα αξιών, μιας αφηρημένης, κληροδοτημένης αυθεντίας περί της αληθείας για το σώμα και την ψυχή.
Ο «Ανηθικολόγος», όπως και το «Ταξίδι στην Ανατολή», είναι παρεξηγημένο έργο του Ζιντ, μιας και παραναγνώσθηκε: αντιμετωπίστηκε, δηλαδή, στην εποχή του σαν ένα μυθιστόρημα ιδεών, σαν ένα φιλοσόφημα, και όχι ως λογοτέχνημα. Μέσα από την απατηλή απλότητά του μπορεί να μοιάζει προγραμματικό, όμως τα πράγματα είναι πιο σύνθετα σε δεύτερο επίπεδο. Κι εδώ, ακριβώς, εδράζεται το στοιχείο της ανθεκτικότητάς του, η μοντερνικότητά του.
Το στόρι είναι φαινομενικά περιορισμένου εύρους. Ενας αριστοκράτης νεαρός, ο Μισέλ, έχει κλονισμένη υγεία και αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τα ανθρώπινα. Με τη νεαρή γυναίκα του Μαρσελίν εγκαθίσταται σε μια χώρα της Βόρειας Αφρικής όπου βαθμιαία, χάρη στην επαφή του με τη φύση και τους γήινους κατοίκους της περιοχής, αναλαμβάνει. Η ανάρρωση του διανοητικού Μισέλ μέσα από τους συγκεκριμένους υλικούς, «σωματικούς» όρους, φέρνει τη σφραγίδα μιας ψυχοδιανοητικής αναγέννησης από την οποία όμως λείπει και η διάσταση μιας νέας ερωτικής θεώρησης των πραγμάτων: ο ήρωας με ένα αναθεωρημένο Εγώ και με ένα, δυστυχώς, λανθάνον, υπέδαφος σεξουαλικών επιθυμιών, είναι έτοιμος να ανατρέψει το υποκριτικό στάτους που τον εξέτρεφε μέχρι τότε.
Η ευκρασία του Μισέλ, οι προβληματισμοί σχετικά με τη σεξουαλική προσαρμογή του στα καινούργια δεδομένα (πρέπει να παραδεχθεί ότι είναι ομοφυλόφιλος), η σχέση του με την ηθική κληρονομία του είναι τα «φωτορυθμικά» που πάλλονται πέριξ αυτού και προσφέρουν στα καθέκαστα ειδικό βάρος. Τη δραματικότητα του Μισέλ ως χαρακτήρα την προσφέρει η έλλειψη απόλυτης αυτογνωσίας. Ο νεαρός ήρωας καίτοι μοιάζει να έχει κερδίσει το παιχνίδι σχετικά με τις αμφιβολίες και τους δισταγμούς του να αποκτήσει νέα ηθική, στην πραγματικότητα αγνοεί ότι είναι ένας νευρωτικός: αφού απωθεί την ιδέα να συνευρεθεί με το φύλο του και δεν προχωρεί περισσότερο από το να ποθεί αγόρια. Ο Μισέλ έθεσε τον εαυτό του υπεράνω της γυναίκας του, η οποία στο τέλος πεθαίνει από όμοια με τη δική του αρρώστια, αλλά δεν θέλει ή δεν μπορεί να καταλάβει ποια είναι τα όρια της ηθικής επανάστασής του.
Ο Ζιντ, έχοντας σε κατάκλιση στο ψυχαναλυτικό ντιβάνι τον ήρωά του, δεν μπορεί να του αποσπάσει διάφορες ομολογίες, οι οποίες θα τον λύτρωναν. Ετσι, έχουμε μπροστά μας μια περίπτωση την οποία βλάπτουν τα καταπιεσμένα αισθήματα και οι ορμές. Ο Ζιντ μοιάζει να... διορθώνει τον Νίτσε, να του προσθέτει δεδομένα που αφορούν το «διχασμένο υποκείμενο»...
Το μυθιστόρημα δομείται ως εξής: ως προοίμιο υπάρχει μια επιστολή ενός φίλου του Μισέλ προς τον αδελφό του, στην οποία προοικονομείται εν συντομία ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει. Στη συνέχεια, αρχίζει η διήγηση του Μισέλ προς τους φίλους του, οι οποίοι πηγαίνουν στη Βόρεια Αφρική να τον συναντήσουν μετά το θάνατο της γυναίκας του. Η αφήγηση, πολύ ευσύνοπτα, χωρίς περιττολογίες (κάτι που εγγράφεται στο ενεργητικό του Ζιντ) παρακολουθεί τις περιπλανήσεις του Μισέλ και της γυναίκας του σε Ευρώπη και Αφρική, αυτό το ταξίδι της αδύνατης αυτογνωσίας. Είναι άξιον θαυμασμού το γεγονός ότι ο Ζιντ, μέσα στον πειρασμό να δημαγωγήσει λόγω θέματος, δεν ξεφεύγει και υπηρετεί τρόπους πολύ προωθημένους: η έλλειψη κυριαρχεί, το απωθημένο σκιαγραφείται διακριτικά, το θέμα υποδεικνύεται και δεν υπογραμμίζεται, τα αισθήματα υποβάλλονται, η αγωνία του ήρωα δεν προϋπάρχει ως σχέδιο, καρδιογραφείται μπροστά στα μάτια μας.
Τελικά, η εκδίκηση των καταπιεσμένων αισθημάτων καθορίζει την πνευματική και ηθική μας ζωή, λέει ο Ζιντ. Ο Μισέλ γίνεται αυτοκαταστροφικός και αντιπνευματικός. Χωρίς σεξουαλική ικανοποίηση και αυτογνωσία, επαναστατεί αναίτια απέναντι στις αξίες της εποχής του και υπερασπίζεται φιλοσοφικά τη βαρβαρότητα.
Ο Ζιντ, και σ' αυτό το έργο, εμμέσως πλην σαφώς, αυτοβιογραφείται, παρουσιάζοντας μέσω του ήρωά του τους δικούς του νεανικούς προβληματισμούς, τις κλίσεις και τις αντιφάσεις του. Πολύ νωρίς είχε συλλάβει τη σημασία της ψυχανάλυσης, το βάρος της φροϊδικής θεωρίας σχετικά με τη λίμπιντο: κάτι, βέβαια, που αργότερα (ευτυχώς όχι για πολύ) ως οπαδός του σταλινικού καθεστώτος θα λησμονήσει, προς χάριν των κριτικών, κοινωνικών του απόψεων. Αυτός, ο «στιλίστας», όπως είχε αποκληθεί, θα εκφωνήσει λόγο στην κηδεία του πατέρα του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού», του Μαξίμ Γκόρκι, στις αρχές της δεκαετίας του '30. Να γιατί, ώς ένα βαθμό δικαιολογημένα, μπέρδεψε το ευρύ αναγνωστικό κοινό του και το οδήγησε σε παρεξηγήσεις...
Να επαναλάβουμε: πολλά κείμενα του Ζιντ είναι σύγχρονα, διαυγή και δεξιοτεχνικά, που θα ωθούσαν πολλούς συγκαιρινούς μας, επιφανείς πεζογράφους, να κάνουν φροντιστήριο γλώσσας, πνεύματος και εκφραστικών τρόπων.
Ο «Ανηθικολόγος», για παράδειγμα, διατηρεί ακόμα την αλκή του και μεταφέρει αυτούσιο στην εποχή μας, όχι μόνο το διχασμό του ανάμεσα σε δυσανάλογες θεωρίες περί του ζην αλλά, κυρίως, αυτό το θαυμάσια ελλειπτικό παιχνίδι με απωθημένα, λανθάνοντα αισθήματα.
Η μετάφραση της κ. Νίκης Μολφέτα υπηρέτησε με προσοχή και σιγουριά το ύφος ενός έργου, που με ευστροφία περιγράφει τη φυγόκεντρο του ήρωά του, ο οποίος δεν είναι σε θέση να καταλάβει (μαζί με το δημιουργό του) ότι η προϋπόθεση για την κατίσχυση του πραγματισμού πρέπει να αναζητηθεί στην περιοχή της φροϊδικής «αρχής της ηδονής».
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/03/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις