0
Your Καλαθι
Ο ανθισμένος άντρας
Μυθιστόρημα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ένας κόσμος που διαμελίζεται από κοινωνικές μεταλλάξεις και αποκαλύπτει λίγο λίγο την βαθύτερη έννοια της παγκοσμιοποίησης είναι αυτός που βιώνει καθημερινά ο Δαμιανός. Ζώντας κάτω από τις αισθήσεις ενός δέντρου, που το αισθάνεται να μεγαλώνει μέσα του και τον υποχρεώνει να σκοτώνει ως εκδικητής των δασών, τα οποία πεθαίνουν από την καταστροφική μανία των ανθρώπων, περιφέρεται στους πεζόδρομους της παλιάς Αθήνας, αναζητώντας απάντηση στο υπαρξιακό του πρόβλημα. Ο μικρός κόσμος των περιθωριακών που κατοικούν στα μισογκρεμισμένα σπίτια της Πλάκας -επιστήμονες που δεν βρήκαν εργασία και ζουν πενιχρά, φιλοσοφώντας- είναι οι μόνοι που τον δέχονται και τον κρύβουν από την αστυνομία. Μαζί τους συζητά και δοκιμάζει τις σκέψεις του, αναζητώντας τον πραγματικό εαυτό του.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Βασίλης Ζιώγας ξεκίνησε ποιητής και ανεχώρησε μυθιστοριογράφος. Στο ενδιάμεσο και επί σαράντα πέντε συναπτά έτη υπήρξε ένας εμπνευσμένος θεατρικός συγγραφέας, γόνιμος σε ιδέες και συλλήψεις. Το 1989 ο Πλ. Μαυρομούστακος κατέγραφε δεκαεπτά έργα και μονόπρακτά του, με το πρώτο το 1956, αν και το βιογραφικό του τοποθετεί την αρχή πέντε χρόνια νωρίτερα, στα δεκατέσσερα, όταν έγραψε και ανέβασε ένα έργο με τίτλο «Η ψευδομένη στάφυλος». Όπως κι αν έχει, σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν τουλάχιστον άλλα εννέα πλέον πρόσφατα (κατά τη μελέτη της Χ. Μπακονικόλα), χωρίς να λογαριάζονται όσα θα έμειναν στο συρτάρι. Ο θάνατός του, εν μια νυκτί, δεν άφησε χρόνο για πληρέστερους απολογισμούς, που θα ακολουθήσουν. Ιδιότυπος και ταυτόχρονα μοναχικός δραματουργός καλλιέργησε έναν ποιητικό και, συχνά, υπερβατικό θεατρικό λόγο.
Το τρίτο μυθιστόρημά του, που έμελλε να είναι και το τελευταίο, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μυστικιστική μελλοντολογία, σαν μια σύγχρονη παραλλαγή της προδοσίας του Ιούδα και του σταυρικού θανάτου του Ιησού. Αν και ο ευαγγελικός μύθος καταλήγει αγνώριστος σε αυτή την ευφάνταστη όσο και ανατρεπτική εκδοχή του. Άλλωστε ο συγγραφέας εκμεταλλεύεται το υπερβατικό επίπεδο, όπως και στα θεατρικά έργα του, ως βάση για την εξαπόλυση αδυσώπητης κριτικής όσων εκτρόπων συμβαίνουν σε διεθνή κλίμακα, πέρα από τα παραπαίοντα νεοελληνικά ήθη, τα οποία έτσι κι αλλιώς βρίσκονται στο στόχαστρο του θεατρικού του παιγνίου. Ο αναγνώστης που έχει οικειότητα με το θέατρο του Β. Ζιώγα θα αναγνωρίσει τους προσφιλείς σε αυτόν τον ευαίσθητο θεατρογράφο θεματικούς πυρήνες, καθώς και επανερχόμενες μεταφυσικές ανησυχίες. Πλησιέστερα προς το μυθιστόρημα φαίνεται ένα παλαιότερο θεατρικό δίπτυχο, «Οι γάμοι» και «Το βουνό». Δύο έργα που ανέβηκαν σχεδόν ταυτόχρονα τον χειμώνα του 1986 και εμπνέονταν από αποκρυφιστικές δοξασίες. Παρ' όλο που ο ήρωας του μυθιστορήματος διαφέρει από τον παράξενο ψυχασθενή του «Βουνού», όπως επίσης από την παραδομένη σε φαντασιώσεις και όνειρα πρωταγωνίστρια των «Γάμων», επιθυμεί και αυτός να μεταμορφωθεί σε δέντρο, κατεχόμενος από ένα λυτρωτικό όραμα που απορρέει από τους συμπαντικούς μύθους.
Η περιπέτεια της μυθοπλασίας ξετυλίγεται στο κέντρο της Αθήνας, στις πλαγιές της Ακρόπολης και του Φιλοπάππου, που αποκτούν αινιγματικές αρχαίες κρύπτες. Απροσδιόριστος ο χρόνος, μάλλον παραπέμπει σε ένα εγγύτατο μέλλον, αφού όσα τρομερά συμβαίνουν δεν είναι παρά διογκωμένες εκφάνσεις ήδη συντελεσθεισών καταστροφών, με πλησιέστερη και πλέον επώδυνη το καμένο δάσος της Πεντέλης. Βρισκόμαστε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της νέας τάξης πραγμάτων, όταν το καπιταλιστικό σύστημα έχει πραγματοποιήσει τη «Μεγάλη Ληστεία των Τραπεζών» σε βάρος των πολιτών και η Ελλάδα έχει γεμίσει απάτριδες. Τότε δημιουργήθηκε από άνεργους επιστήμονες και λοιπούς απροσάρμοστους πνευματικούς ανθρώπους μια «σέκτα» περιθωριακών, που αποκαλούνται «περιπατητές». Μακριά από «τους ηλιθίους της καταναλωτικής κοινωνίας», αυτοί οι ιδιότυποι αναρχικοί επιβιώνουν σε «γιάφκες» απλωμένες στους γύρω λόφους και στα μακρινότερα βουνά, περισυλλέγοντας από τα σκουπίδια, μεταξύ άλλων, τενεκεδένια κουτιά αναψυκτικών, μια και αυτή είναι η μόνη καθαρή δουλειά που απόμεινε.
Εν μέσω αυτών και ο ανθισμένος άντρας, εκδικητής των δασών που αφανίστηκαν, σκοτώνει με ένα σπαθάκι χαράσσοντας στην κοιλιά το σχήμα του σταυρού, οπότε και ξεχύνονται τα σπλάχνα, όπως λέγεται ότι συνέβη στον Ιούδα. Θύματά του όσοι αγνοί δεν ανέχονται πλέον την υποβάθμιση του ανθρώπου σε ανθρωποειδές, οι οποίοι και προστρέχουν σε αυτόν ζητώντας την ευθανασία, ως εθελουσία έξοδο από τα σαρκικά δεσμά. Με πρώτη την κόρη του δημάρχου Αθηνών, ονόματι Αγνή Αβραμοπούλου. Ως τελετουργία ο φόνος συνιστά την κορύφωση της ερωτικής συνεύρεσης.
Επιστρατεύοντας τον δενδρολατρικό δρυϊδισμό ο συγγραφέας φαντασιώνει έναν ήρωα διχασμένο μεταξύ ανθρώπινης και φυτικής υπόστασης. Εντός του συνεχώς μεγαλώνει το δέντρο του Ιούδα κατά την ελληνική παράδοση, η συκή , αυτό από το οποίο και κρεμάστηκε ο Ισκαριώτης. Δεν αποκλείεται η πρώτη έμπνευση να έρχεται από την Αμαδρυάδα, τη νύμφη των δασών που «συναποθνήσκει με την δρυν, εν η ευρίσκεται ενσαρκωμένη...», κατά το διήγημα «Υπό την βασιλικήν δρυν» του Παπαδιαμάντη, τον οποίο άλλωστε και μνημονεύει ο ήρωας, τοποθετώντας τον, μαζί με τον Ντοστογέφσκι, στους ελάχιστους που «είχαν καθαρή επαφή με τον Θεό». Στο μυθιστόρημα, ο ανθισμένος άντρας βρίσκεται σε διαλογική αντιπαράθεση με τους ενορατικούς «περιπατητές», που πιστεύουν στην αθανασία της ψυχής και στην εξέλιξη της ανθρώπινης οντότητας, η οποία αποκτώντας ολοένα και περισσότερες εμπειρίες τείνει να ενωθεί με τη θεϊκή ουσία. Αναμφιβόλως ο Β. Ζιώγας θα πρέπει να διασκέδαζε ανακατώνοντας ποικίλες ιδέες, από τις πρόσφατες επιστημονικές διανοίξεις σχετικά με την αποκρυπτογράφηση του γενετικού υλικού, τους ανθρώπινους κλώνους, τα μεταλλαγμένα προϊόντα και τους συμπαντικούς μύθους ως τις θεοσοφικές θεωρίες περί μετενσάρκωσης, σε ένα ευφάνταστο σύνολο που άλλοτε μοιάζει με καυστική σάτιρα και άλλοτε με ευφρόσυνο παραμύθι. Σε αντίθεση με την αυστηρή οικονομία ενός θεατρικού έργου, το μυθιστόρημα αποδεικνύεται περισσότερο ευρύχωρο για την ανάπτυξη φιλοσοφικών απόψεων γύρω από την ανθρώπινη φύση, το θείο, τον χρόνο ως και τον θάνατο, με τον οποίο ο συγγραφέας δείχνει ότι ήταν συναδελφωμένος: «... Πόσο απέχει ο άνθρωπος από τον θάνατο; Πιθανόν, μία και μοναδική στιγμή. Γιατί όλη η ζωή του, όσο μακρόχρονη και να είναι, καταλήγει να είναι η τελευταία στιγμή, όπου όλα ξεχνιούνται. Ακόμη κι αυτή η στιγμή. Και τότε η ζωή είναι ζωή και μόνο ή θάνατος και μόνο...».
Το μυθιστόρημα του Β. Ζιώγα, όπως στηρίζεται στον διάλογο, με έντονη θεατρικότητα, δεν λιμνάζει, παρά τη μάλλον υποτυπώδη δράση του. Αντίθετα μάλιστα, η ανάπτυξη, με όλο και ταχύτερους ρυθμούς, της υπερβατικής συλλογιστικής των ηρώων, οι οποίοι προβάλλουν μάλλον ως σύμβολα, δίνει στο μυθιστόρημα υπερρεαλιστική πνοή. Εν τέλει οι μεταφυσικές εμμονές του Β. Ζιώγα βρήκαν διέξοδο σε μια ουτοπία του πλανήτη της Γης, χωρίς τους επιδρομείς ανθρώπους, με μόνους κάτοικους τα δέντρα και τα ζώα, στα όρια της επιστημονικής φαντασίας.
ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 09-12-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις