0
Your Καλαθι
Συγκριτική ανάλυση των νόμων επιλογής Διευθυντών σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης
(2011-2016)
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Ο ρόλος των διευθυντικών στελεχών σχολικών μονάδων στην εκπαίδευση είναι καίριος, αν και απαξιωμένος στην εκπαιδευτική ιεραρχία, για την ορθή λειτουργία των σχολικών μονάδων, τις οποίες διευθύνουν. Οι διευθυντές χαράζουν ένα όραμα για το μέλλον των σχολικών τους μονάδων και εμπνέουν το όραμα αυτό και στα υπόλοιπα, συμβαλλόμενα στην εκπαιδευτική διαδικασία, μέρη. Συνεργάζονται με όλες τις συνιστώσες που συναπαρτίζουν τη σχολική κοινότητα σχολείο, εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς, αλλά και με φορείς εκπαίδευσης, φορείς των δήμων και του δημοσίου καθώς και ιδιώτες, προκειμένου να ρυθμιστεί η ομαλή λειτουργία των σχολικών μονάδων τις οποίες διευθύνουν και να επιδιωχτεί η προσέγγιση και πραγμάτωση του οράματος του σχολείου μέσω της διαρκούς βελτίωσης, ενώ παράλληλα οι ίδιοι εκπληρώνουν το διοικητικό έργο τους, χωρίς, σε καμία περίπτωση, να απεκδύονται του παιδαγωγικού τους ρόλου.
Συνεπώς, η θέση των διευθυντών σχολικών μονάδων είναι πολυδιάστατη καθώς καλούνται να είναι ταυτόχρονα εμψυχωτές, παρακινητές, συνεργάτες, οραματιστές, γραφειοκράτες που επιτελούν διοικητικό έργο, μετασχηματιστές, διαμεσολαβητές, πολλαπλασιαστές, να λειτουργούν ως αποσβέστες κραδασμών αλλά κυρίως παιδαγωγοί.
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές, ότι απαιτείται υψηλή κατάρτιση των διευθυντών σε παιδαγωγικό αλλά και οργανωτικό - διοικητικό επίπεδο, προκειμένου να αποκτηθούν όλες οι απαραίτητες ικανότητες και δεξιότητες που θα τους καταστήσουν ικανούς να διοικήσουν αποτελεσματικά τις σχολικές τους μονάδες και να εδραιώσουν το όραμα που έχουν γι’ αυτές. Το αίτημα αυτό καθίσταται εντονότερο, καθώς στο πέρασμα των χρόνων οι ανάγκες των εκπαιδευτικών μονάδων γίνονται ολοένα και πιο απαιτητικές, προκειμένου το σχολείο να ακολουθήσει την αλματώδη πρόοδο της τεχνολογίας και της πληροφορίας.
Παράλληλα, τόσο στο επίπεδο των βασικών σπουδών όσο και κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι εκπαιδευτικοί αγνοούν τα ζητήματα της διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων καθώς δεν λαμβάνουν σχετική κατάρτιση ή επιμόρφωση. Αλλά και η επιλογή διευθυντικών στελεχών σχολικών μονάδων δεν στηρίζεται, μέχρι σήμερα, στην αποδεδειγμένη γνώση ή έστω επιμόρφωση σε ζητήματα Οργάνωσης και Διοίκησης σχολικών μονάδων.
Από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα η επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων στηρίχτηκε σε ένα βασικό πυλώνα, την αρχαιότητα, η οποία σε όλους του Νόμους επιλογής αποτελεί πρωταρχικό και αδιαπραγμάτευτο προσόν βαρύνουσας σημασίας. Την επιλογή συνεπικουρούσαν τα επιστημονικά προσόντα, με διαφορετική κάθε φορά διακύμανση αναφορικά με την αξία τους, αλλά σε γενικές γραμμές κινούνταν τις περισσότερες φορές στις ίδιες κατευθύνσεις.
Στο Νόμο του 2010 με τον οποίον έγιναν οι επιλογές διευθυντών του 2011, πέραν των παραπάνω, σημαντικός υπήρξε ο ρόλος της συνέντευξης ενώπιον συμβουλίου επιλογής, το οποίο πλαισίωναν και αιρετοί εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών. Καινοτομία αποτελούσε η επιλογή θεμάτων μέσα από μια τράπεζα θεμάτων.
Στο Νόμο του 2015, εξακολουθούν να ισχύουν οι παραπάνω παράμετροι, αλλά απαλείφεται η συνέντευξη και αντικαθίσταται με ψηφοφορία του Συλλόγου διδασκόντων κάθε σχολικής μονάδας. Και σ’ αυτήν την περίπτωση σημαντικός, αν όχι καθοριστικός είναι ο ρόλος του νέου παράγοντα που ενσωματώθηκε στο Νόμο.
Οι δυο Νόμοι έτυχαν μεγάλων αντιδράσεων και διαμαρτυριών καθώς η επιλογή συσχετίστηκε με πολιτικά οφέλη του ενός ή του άλλου πολιτικού φορέα και συνδέθηκε με συγκεκριμένες στοχεύσεις. Η διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων έγινε με τον τρόπο αυτό προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης όσων φορέων αντιλαμβάνονται ότι η εκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να μεταβάλλει και την θεώρηση της κοινωνίας γενικότερα.
Συνεπώς, η θέση των διευθυντών σχολικών μονάδων είναι πολυδιάστατη καθώς καλούνται να είναι ταυτόχρονα εμψυχωτές, παρακινητές, συνεργάτες, οραματιστές, γραφειοκράτες που επιτελούν διοικητικό έργο, μετασχηματιστές, διαμεσολαβητές, πολλαπλασιαστές, να λειτουργούν ως αποσβέστες κραδασμών αλλά κυρίως παιδαγωγοί.
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές, ότι απαιτείται υψηλή κατάρτιση των διευθυντών σε παιδαγωγικό αλλά και οργανωτικό - διοικητικό επίπεδο, προκειμένου να αποκτηθούν όλες οι απαραίτητες ικανότητες και δεξιότητες που θα τους καταστήσουν ικανούς να διοικήσουν αποτελεσματικά τις σχολικές τους μονάδες και να εδραιώσουν το όραμα που έχουν γι’ αυτές. Το αίτημα αυτό καθίσταται εντονότερο, καθώς στο πέρασμα των χρόνων οι ανάγκες των εκπαιδευτικών μονάδων γίνονται ολοένα και πιο απαιτητικές, προκειμένου το σχολείο να ακολουθήσει την αλματώδη πρόοδο της τεχνολογίας και της πληροφορίας.
Παράλληλα, τόσο στο επίπεδο των βασικών σπουδών όσο και κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι εκπαιδευτικοί αγνοούν τα ζητήματα της διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων καθώς δεν λαμβάνουν σχετική κατάρτιση ή επιμόρφωση. Αλλά και η επιλογή διευθυντικών στελεχών σχολικών μονάδων δεν στηρίζεται, μέχρι σήμερα, στην αποδεδειγμένη γνώση ή έστω επιμόρφωση σε ζητήματα Οργάνωσης και Διοίκησης σχολικών μονάδων.
Από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα η επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων στηρίχτηκε σε ένα βασικό πυλώνα, την αρχαιότητα, η οποία σε όλους του Νόμους επιλογής αποτελεί πρωταρχικό και αδιαπραγμάτευτο προσόν βαρύνουσας σημασίας. Την επιλογή συνεπικουρούσαν τα επιστημονικά προσόντα, με διαφορετική κάθε φορά διακύμανση αναφορικά με την αξία τους, αλλά σε γενικές γραμμές κινούνταν τις περισσότερες φορές στις ίδιες κατευθύνσεις.
Στο Νόμο του 2010 με τον οποίον έγιναν οι επιλογές διευθυντών του 2011, πέραν των παραπάνω, σημαντικός υπήρξε ο ρόλος της συνέντευξης ενώπιον συμβουλίου επιλογής, το οποίο πλαισίωναν και αιρετοί εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών. Καινοτομία αποτελούσε η επιλογή θεμάτων μέσα από μια τράπεζα θεμάτων.
Στο Νόμο του 2015, εξακολουθούν να ισχύουν οι παραπάνω παράμετροι, αλλά απαλείφεται η συνέντευξη και αντικαθίσταται με ψηφοφορία του Συλλόγου διδασκόντων κάθε σχολικής μονάδας. Και σ’ αυτήν την περίπτωση σημαντικός, αν όχι καθοριστικός είναι ο ρόλος του νέου παράγοντα που ενσωματώθηκε στο Νόμο.
Οι δυο Νόμοι έτυχαν μεγάλων αντιδράσεων και διαμαρτυριών καθώς η επιλογή συσχετίστηκε με πολιτικά οφέλη του ενός ή του άλλου πολιτικού φορέα και συνδέθηκε με συγκεκριμένες στοχεύσεις. Η διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων έγινε με τον τρόπο αυτό προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης όσων φορέων αντιλαμβάνονται ότι η εκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να μεταβάλλει και την θεώρηση της κοινωνίας γενικότερα.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις