0
Your Καλαθι
Φεύγα
Μυθιστόρημα
Έκπτωση
60%
60%
Περιγραφή
Από τα χωράφια της Μακεδονίας στα σαλόνια της Αθήνας: μια φαινομενικά απλή διαδρομή με πολλούς σταθμούς, όπου η καθημερινότητα ανατρέπεται από έρωτες -κυρίως έρωτες- και θανάτους.
Η Χαρά είναι περίπου σαν κι εμάς, με μια ζωή περίπου σαν και τις δικές μας, αλλά πιο μυστηριώδη και πιο ερωτική -γιατί έτσι είναι οι ξένες ζωές. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε.
Είναι δέκα χρονών όταν αρχίζει η ιστορία, και σαράντα όταν μένει μετέωρη -ούτε η ίδια θέλει να την τελειώσει, γιατί ξεκινάει πιστεύοντας στα παραμύθια και μυθιστορήματα, ερωτεύεται, στεναχωριέται, παιδεύεται, ενθουσιάζεται, και τελικά λειτουργεί σαν ηρωίδα μυθιστορήματος
Μόνο που η ζωή δεν είναι μυθιστόρημα, και τίποτα, ούτε καν η φιλία, δεν είναι τόσο απλό ζήτημα όσο φαίνεται στην αρχή...
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πολύ οικείος, αρχετυπικός σχεδόν, είναι ο μύθος στο «Φεύγα!», το πρώτο μυθιστόρημα της Μανίνας Ζουμπουλάκη: η Χαρά γεννιέται στα τέλη της δεκαετίας του '50, περνάει τα χρόνια ως την εφηβεία της σε ένα χωριό στη Βόρεια Ελλάδα κι αρχίζει να εξερευνά τα μυστήρια του έσω και του έξω κόσμου της στο σπίτι μιας μεσόκοπης γαλλίδας καθηγήτριας με ταραχώδες παρελθόν, σε παγανιστικές γιορτές υπό χριστιανικό μανδύα, σ' εγκαταλελειμμένα μες στο δάσος αυτοκίνητα. Η ενηλικίωσή της τη βρίσκει στη Θεσσαλονίκη, να δουλεύει σε μπαρ και να κοινοβιώνει με τους παιδικούς της φίλους. Πωλήτρια, στη συνέχεια, σε κατάστημα ανδρικών υποκαμίσων, διερμηνέας-ερωμένη χονδρεμπόρου υφασμάτων σε ταξίδι στην Αφρική, νεοφερμένη στην Αθήνα... Η επόμενη 20ετία κυλάει από αγκαλιά σε αγκαλιά, από παρέα σε παρέα και από εργασία σε εργασία. Η Χαρά μεγαλώνει αρνούμενη να ωριμάσει- μέχρι το τέλος του βιβλίου υπερασπίζεται το παρθενικό της βλέμμα και παραμένει, έστω κι εν συγχύσει, αθώα. Όποτε ο κλοιός της καθημερινότητας γύρω της σφίγγει ασφυκτικά, εκείνη ξεγλιστράει και αγωνίζεται να ξαναμοιράσει την τράπουλα της ζωής, γνωρίζοντας ασφαλώς πως όσο περνούν τα χρόνια όλο και περισσότερα χαρτιά είναι σημαδεμένα. Δεν βγαίνει ωστόσο η Χαρά της Ζουμπουλάκη εκτός πραγματικότητας ούτε και έρχεται σε βίαιη ρήξη με αυτήν- δεν είναι επαναστάτις ή τρελή, ένα χάρισμα έχει μονάχα και μια φιλοδοξία που συμπίπτουν μεταξύ τους: θέλει οι πληγές της όχι απλώς να επουλώνονται αλλά και να βλασταίνουν. Κοιτάζοντάς την από απόσταση, μετά το πέρας της ανάγνωσης, εκτιμούμε πως τα καταφέρνει.
Μπαίνω στα ξένα σ' εμένα χωράφια της λογοτεχνικής κριτικής και επισημαίνω τη γλαφυρότητα της αφήγησης, τον πλούτο της γλώσσας- που δεν δεσμεύεται από καμία πρόληψη- κυρίως δε την άρτια αρχιτεκτονική του βιβλίου. Το «Φεύγα!» της Μανίνας Ζουμπουλάκη είναι μυθιστόρημα σπονδυλωτό, κάθε κεφάλαιό του άνετα θα 'στεκε ως αυτόνομο διήγημα, το σύνολο όμως αποτελεί κάτι ουσιωδώς ανώτερο του απλού αθροίσματός τους. Η κλασική μυθιστοριογραφία (απ' την οποία δεν αφίσταται δραματικά το «Φεύγα!») είναι τέχνη συνθετική, που σημαίνει ότι ο συγγραφέας «ενορχηστρώνει» φωνές και εικόνες και κινδυνεύει διαρκώς να χάσει το μέτρο και τον μπούσουλα και το βιβλίο να «μπατάρει», να πάθει υδροκεφαλισμό ή ακρομεγαλία. Στο «Φεύγα!» οι ισορροπίες διατηρούνται και ενώ η ιστορία ξετυλίγεται, εξελίσσονται ταυτόχρονα και οι κεντρικοί χαρακτήρες. Θα βρούμε ανάμεσα στους ήρωες της Ζουμπουλάκη φύσεις παθιασμένες και υπερβολικές. Μα δεν θα συναντήσουμε καρικατούρες. Το τελευταίο δε κεφάλαιο, με τα εναλλακτικά σενάρια της ζωής της Χαράς, που παρατίθενται σχεδόν ονειρικά, υπογραμμίζει για μια ακόμη φορά το μη πεπερασμένο της αφήγησης, στο οποίο έγκειται- κατά τη γνώμη μου- και η μαγεία της: μπορούμε να πούμε χιλιάδες διαφορετικές ιστορίες, μπορούμε επίσης να πούμε και την ίδια ιστορία με χιλιάδες διαφορετικούς τρόπους. Και αν ακόμα όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη, καθένας έχει τη δική του χάρη.
Γιατί μου άρεσε όμως το «Φεύγα!»; Επειδή διαθέτει ενδιαφέροντες χαρακτήρες, έξυπνη πλοκή και χυμώδη γλώσσα; Όχι, ασφαλώς όχι. Στα παραπάνω πλεονεκτήματα κάποιος θα αντιπαρέθετε- χωρίς να 'ναι απαραίτητα κακοπροαίρετος- σειρά τρωτών και με επιχειρήματα θα καταβαράθρωνε το μυθιστόρημα. Εδώ ο Τολστόι απέρριψε κοτζάμ Σαίξπηρ και ο Ναμπόκοφ χαρακτήρισε τον Ντοστογέφσκι συγγραφέα τρίτης κατηγορίας, για τη Μανίνα Ζουμπουλάκη θα μιλάμε τώρα; Όσο άψογο και αν είναι ένα βιβλίο, απέχει τόσο κι άλλο τόσο από την τελειότητα κι αν κάποιος επεδίωκε να τη φτάσει, θα ξόδευε μια ζωή ολόκληρη γράφοντας και ξαναγράφοντας την ίδια φράση, ώσπου στο τέλος θα την κατέστρεφε τελείως. (Τα 'χει πει αυτά ο Μπαλζάκ, στο «Αγνωστο Αριστούργημα»). Ποιο είναι λοιπόν το κρίσιμο σημείο; Η αλήθεια. Την προσωπική του αλήθεια καλείται να εκφράσει ο καλλιτέχνης, το αίμα της καρδιάς του να μεταμορφώσει σε μελάνι- και τότε μόνο δικαιούται να προσδοκά την ανταπόκριση του κόσμου. Όλα τα υπόλοιπα- ταλέντο, πείσμα και σκληρή δουλειά- απαιτούνται μα δεν αρκούν. Σε μια εποχή σαν τη σημερινή, όπου το μέσο πάει να εκτοπίσει το μήνυμα και που η λατρεία του στυλ τείνει να κατακυριαρχήσει, οδηγώντας πλατιές μάζες σε έναν ευνουχιστικό πιθηκισμό, ας θυμηθούμε ότι και η πλέον τέλεια αισθητική είναι τζούφια, άμα δεν εκπορεύεται από το αίσθημα.
Έχω την πεποίθηση πως η Μανίνα Ζουμπουλάκη έγραψε το «Φεύγα!» με ειλικρινές και έντονο αίσθημα. Για αυτό το λόγο και το απήλαυσα.
Χρήστος Χωμενίδης
ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-05-1998
Η Χαρά είναι περίπου σαν κι εμάς, με μια ζωή περίπου σαν και τις δικές μας, αλλά πιο μυστηριώδη και πιο ερωτική -γιατί έτσι είναι οι ξένες ζωές. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε.
Είναι δέκα χρονών όταν αρχίζει η ιστορία, και σαράντα όταν μένει μετέωρη -ούτε η ίδια θέλει να την τελειώσει, γιατί ξεκινάει πιστεύοντας στα παραμύθια και μυθιστορήματα, ερωτεύεται, στεναχωριέται, παιδεύεται, ενθουσιάζεται, και τελικά λειτουργεί σαν ηρωίδα μυθιστορήματος
Μόνο που η ζωή δεν είναι μυθιστόρημα, και τίποτα, ούτε καν η φιλία, δεν είναι τόσο απλό ζήτημα όσο φαίνεται στην αρχή...
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πολύ οικείος, αρχετυπικός σχεδόν, είναι ο μύθος στο «Φεύγα!», το πρώτο μυθιστόρημα της Μανίνας Ζουμπουλάκη: η Χαρά γεννιέται στα τέλη της δεκαετίας του '50, περνάει τα χρόνια ως την εφηβεία της σε ένα χωριό στη Βόρεια Ελλάδα κι αρχίζει να εξερευνά τα μυστήρια του έσω και του έξω κόσμου της στο σπίτι μιας μεσόκοπης γαλλίδας καθηγήτριας με ταραχώδες παρελθόν, σε παγανιστικές γιορτές υπό χριστιανικό μανδύα, σ' εγκαταλελειμμένα μες στο δάσος αυτοκίνητα. Η ενηλικίωσή της τη βρίσκει στη Θεσσαλονίκη, να δουλεύει σε μπαρ και να κοινοβιώνει με τους παιδικούς της φίλους. Πωλήτρια, στη συνέχεια, σε κατάστημα ανδρικών υποκαμίσων, διερμηνέας-ερωμένη χονδρεμπόρου υφασμάτων σε ταξίδι στην Αφρική, νεοφερμένη στην Αθήνα... Η επόμενη 20ετία κυλάει από αγκαλιά σε αγκαλιά, από παρέα σε παρέα και από εργασία σε εργασία. Η Χαρά μεγαλώνει αρνούμενη να ωριμάσει- μέχρι το τέλος του βιβλίου υπερασπίζεται το παρθενικό της βλέμμα και παραμένει, έστω κι εν συγχύσει, αθώα. Όποτε ο κλοιός της καθημερινότητας γύρω της σφίγγει ασφυκτικά, εκείνη ξεγλιστράει και αγωνίζεται να ξαναμοιράσει την τράπουλα της ζωής, γνωρίζοντας ασφαλώς πως όσο περνούν τα χρόνια όλο και περισσότερα χαρτιά είναι σημαδεμένα. Δεν βγαίνει ωστόσο η Χαρά της Ζουμπουλάκη εκτός πραγματικότητας ούτε και έρχεται σε βίαιη ρήξη με αυτήν- δεν είναι επαναστάτις ή τρελή, ένα χάρισμα έχει μονάχα και μια φιλοδοξία που συμπίπτουν μεταξύ τους: θέλει οι πληγές της όχι απλώς να επουλώνονται αλλά και να βλασταίνουν. Κοιτάζοντάς την από απόσταση, μετά το πέρας της ανάγνωσης, εκτιμούμε πως τα καταφέρνει.
Μπαίνω στα ξένα σ' εμένα χωράφια της λογοτεχνικής κριτικής και επισημαίνω τη γλαφυρότητα της αφήγησης, τον πλούτο της γλώσσας- που δεν δεσμεύεται από καμία πρόληψη- κυρίως δε την άρτια αρχιτεκτονική του βιβλίου. Το «Φεύγα!» της Μανίνας Ζουμπουλάκη είναι μυθιστόρημα σπονδυλωτό, κάθε κεφάλαιό του άνετα θα 'στεκε ως αυτόνομο διήγημα, το σύνολο όμως αποτελεί κάτι ουσιωδώς ανώτερο του απλού αθροίσματός τους. Η κλασική μυθιστοριογραφία (απ' την οποία δεν αφίσταται δραματικά το «Φεύγα!») είναι τέχνη συνθετική, που σημαίνει ότι ο συγγραφέας «ενορχηστρώνει» φωνές και εικόνες και κινδυνεύει διαρκώς να χάσει το μέτρο και τον μπούσουλα και το βιβλίο να «μπατάρει», να πάθει υδροκεφαλισμό ή ακρομεγαλία. Στο «Φεύγα!» οι ισορροπίες διατηρούνται και ενώ η ιστορία ξετυλίγεται, εξελίσσονται ταυτόχρονα και οι κεντρικοί χαρακτήρες. Θα βρούμε ανάμεσα στους ήρωες της Ζουμπουλάκη φύσεις παθιασμένες και υπερβολικές. Μα δεν θα συναντήσουμε καρικατούρες. Το τελευταίο δε κεφάλαιο, με τα εναλλακτικά σενάρια της ζωής της Χαράς, που παρατίθενται σχεδόν ονειρικά, υπογραμμίζει για μια ακόμη φορά το μη πεπερασμένο της αφήγησης, στο οποίο έγκειται- κατά τη γνώμη μου- και η μαγεία της: μπορούμε να πούμε χιλιάδες διαφορετικές ιστορίες, μπορούμε επίσης να πούμε και την ίδια ιστορία με χιλιάδες διαφορετικούς τρόπους. Και αν ακόμα όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη, καθένας έχει τη δική του χάρη.
Γιατί μου άρεσε όμως το «Φεύγα!»; Επειδή διαθέτει ενδιαφέροντες χαρακτήρες, έξυπνη πλοκή και χυμώδη γλώσσα; Όχι, ασφαλώς όχι. Στα παραπάνω πλεονεκτήματα κάποιος θα αντιπαρέθετε- χωρίς να 'ναι απαραίτητα κακοπροαίρετος- σειρά τρωτών και με επιχειρήματα θα καταβαράθρωνε το μυθιστόρημα. Εδώ ο Τολστόι απέρριψε κοτζάμ Σαίξπηρ και ο Ναμπόκοφ χαρακτήρισε τον Ντοστογέφσκι συγγραφέα τρίτης κατηγορίας, για τη Μανίνα Ζουμπουλάκη θα μιλάμε τώρα; Όσο άψογο και αν είναι ένα βιβλίο, απέχει τόσο κι άλλο τόσο από την τελειότητα κι αν κάποιος επεδίωκε να τη φτάσει, θα ξόδευε μια ζωή ολόκληρη γράφοντας και ξαναγράφοντας την ίδια φράση, ώσπου στο τέλος θα την κατέστρεφε τελείως. (Τα 'χει πει αυτά ο Μπαλζάκ, στο «Αγνωστο Αριστούργημα»). Ποιο είναι λοιπόν το κρίσιμο σημείο; Η αλήθεια. Την προσωπική του αλήθεια καλείται να εκφράσει ο καλλιτέχνης, το αίμα της καρδιάς του να μεταμορφώσει σε μελάνι- και τότε μόνο δικαιούται να προσδοκά την ανταπόκριση του κόσμου. Όλα τα υπόλοιπα- ταλέντο, πείσμα και σκληρή δουλειά- απαιτούνται μα δεν αρκούν. Σε μια εποχή σαν τη σημερινή, όπου το μέσο πάει να εκτοπίσει το μήνυμα και που η λατρεία του στυλ τείνει να κατακυριαρχήσει, οδηγώντας πλατιές μάζες σε έναν ευνουχιστικό πιθηκισμό, ας θυμηθούμε ότι και η πλέον τέλεια αισθητική είναι τζούφια, άμα δεν εκπορεύεται από το αίσθημα.
Έχω την πεποίθηση πως η Μανίνα Ζουμπουλάκη έγραψε το «Φεύγα!» με ειλικρινές και έντονο αίσθημα. Για αυτό το λόγο και το απήλαυσα.
Χρήστος Χωμενίδης
ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-05-1998
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις