Τα εκατό καλύτερα ελληνικά ποιήματα

Ανθολογία ποιημάτων. Αριστουργήματα της παραδοσιακής και της σύγχρονης ποίησης από τους προσολωμικούς ποιητές ως τους εκπροσώπου
Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 10.00
7.00
Τιμή Πρωτοπορίας
+
352931
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Άμεσα διαθέσιμο
Θεσσαλονίκη:
Άμεσα διαθέσιμο
Πάτρα:
Άμεσα διαθέσιμο

Περιγραφή

Περιλαμβάνεται παράρτημα με τα βιογραφικά όλων των ποιητών.

Ποια θα μπορούσαν αλήθεια να είναι τα εκατό καλύτερα ελληνικά ποιήματα; Ποια κριτήρια χρειάζονται για να πάρουν τη θέση τους σε μια τέτοια ανθολογία ποιήματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, όπως «Το φιλί» του Ζαλοκώστα, «Οι μοιραίοι» του Βάρναλη ή το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» του Λειβαδίτη;
Υπάρχει μέσα μας μια χρυσή ποιητική γραμμή από ποιήματα που μας άγγιξαν σε διαφορετικές στιγμές της ζωής μας. Η ανθολογία αυτή θα μας βοηθήσει να τις αναπολήσουμε ξαναδιαβάζοντάς τα.
Το όριο των εκατό ποιημάτων, που είναι η πρωταρχική ιδέα αυτής της ανθολογίας, στάθηκε μια μεγάλη πρόκληση για τον ανθολόγο. Βυθισμένος μέσα στον απέραντο κήπο της νεοελληνικής ποίησης, ποιον γλυκό πειρασμό ν' αποφύγει και σε ποιον να ενδώσει; Οι φανερές δυσκολίες μιας τέτοιας πρωτοεμφανιζόμενης προσπάθειας, αναλύονται διεξοδικά σ' ένα πρωτότυπο μελέτημα που προτάσσεται σαν εισαγωγή στην παρούσα ποιητική ανθολογία.

Στέφανος Ξανθόπουλος (μέσα του 18ου αιώνα)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ


Τέλλος Άγρας

Ξανθό παιδί

Μανόλης Αναγνωστάκης

Η αγάπη είναι ο φόβος

Μιλώ

Δημήτρης Αντωνίου

VIII

Μιχαήλ Αργυρόπουλος

Ένα δράμα

Ελένη Βακαλό

Το σπίτι I

Το σπίτι II

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης

Ο Δήμος και το καριοφύλι του

Τάκης Βαρβιτσιώτης

Άκουσε τα παιδιά

Κώστας Βάρναλης

Η μάνα του Χριστού

Ο Πόλεμος

Οι μοιραίοι

Γιώργος Βαφόπουλος

Το δάπεδο

Γιάννης Βηλαράς

Σε νέας λύρας κόρδες

Άγγελος Βλάχος

Τι αγαπώ

Νικηφόρος Βρεττάκος

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές

Νίκος Γκάτσος
Από την «Αμοργό»

Ιωάννης Γρυπάρης

Ο Νυμφίος

Άρης Δικταίος

Καλαμποκιά

Αναστάσιος Δρίβας

Από τη σειρά «Μια δέσμη αχτίδες στο νερό», XV

Γεώργιος Δροσίνης

Σπιτιάτικα νυχτέρια

Νίκος Εγγονόπουλος

Ποίηση 1948

Νέα περί τον θανάτου του Ισπανού ποιητού Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στις 19 Αυγούστου του 1936 μέσα στο χαντάκι του Καμίνο ντε λα Φονέντε

Από το ποίημα Μπολιβάρ

Οδυσσέας Ελύτης

Η Μαρίνα των βράχων

Η τρελή ροδιά

Λακωνικόν

Ανδρέας Εμπειρίκος

Τριαντάφυλλα στο παράθυρο

Κλωστήριον νυκτερινής ανάπαυλας

Αργύρης Εφταλιώτης

Τραγούδι της ταβέρνας

Γεώργιος Χ. Ζαλοκώστας

Το φίλημα

Κ. Π. Καβάφης

Κεριά

Η πόλις

Τρώες

Νέοι της Σιδώνος

Νίκος Καββαδίας

Μαραμπού

Fata Morgana

Έκτωρ Κακναβάτος

Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου

Ανδρέας Κάλβος

Ωδή πρώτη

Νίκος Καμπάς

Θα βραχούμε

Δημήτριος Καμπούρογλου

Ο σταυρός του λαιμού της

Ζωή Καρέλλη

Η μετάφραση των εβδομήκοντα

Νίκος Καρούζος

Του Ιωάννη Σεβαστιανού Μπαχ ανωφέρεια

Κώστας Καρυωτάκης

Αισιοδοξία

Πρέβεζα

Μιχάλης Κατσαρός

Η διαθήκη μου

Κώστας Κρυστάλλης

Στο σταυραετό

Κλείτος Κύρου

Από τη συλλογή Κραυγές της νύχτας

Ναπολέων Λαπαθιώτης

Εκ βαθέων

Ανδρέας Λασκαράτος

Γιατί τα τάλαρα τα λένε τάλαρα

Τάσος Λειβαδίτης

Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου

Οι σάλπιγγες της αποκαλύψεως

Λορέντζος Μαβίλης

Λήθη

Μιλτιάδης Μαλακάσης

Ο Τάκη-Πλούμας

Αλέξανδρος Μπάρας

Επίθυρα χεράκια

Μυρτιώτισσα

Ω, ναι, το ξέρω

Στέφανος Ξανθόπουλος

Παραδειγματικό

Κώστας Ουράνης

Θα πεθάνω ένα πένθιμο τον φθινόπωρον δείλι

Κωστής Παλαμάς

Ανατολή

Γύφτε λαέ, άκουσέ με

Και θα ’ρθει μια μέρα

Το ταξίδι

Παναγιώτης Πανάς

Ποιητική σννταγή

Δημήτρης Παπαδίτσας

Χαμηλοφώνως
Από το ιστορικό μου

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Η γυναίκα στο πάρκο

Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος

Ο φανός του Κοιμητηρίου Αθηνών

Τάκης Παπατσώνης

Ρεμβασμός δεκαπενταύγουστου

Ο κηπουρός του τάφου

Νίκος Παππάς

Μια κόρη ίδια με όνειρο

Αχιλλεύς Παράσχος

...Αλλού να μ’ αγαπάς

Τίτος Πατρίκιος

Μπαλάντα ενός μικρού γραφειοκράτη

Ιωάννης Πολέμης

Νερωμένο κρασί

Λάμπρος Πορφύρας

Lacrimae rerum

Το στερνό παραμύθι

Νικήτας Ράντος

Αθήνα 1933

Γιάννης Ρίτσος

Επιτάφιος

Ο τρίτος

Σκηνή

Ελλάδα

Γιώργος Σαραντάρης

Ήταν γυναίκα, ήταν όνειρο

Μιλώ

Πάλι ο ουρανός ανοίγει εδώ την πύλη

Μίλτος Σαχτούρης

Του θηρίου

Κύριε

Γιώργος Σεφέρης

Άρνηση

Με τον τρόπο του Γ. Σ.

Ο βασιλιάς της Ασίνης

Ελένη

Άγγελος Σικελιανός

Η αυτοκτονία του Ατζεσιβάνο μαθητή του Βούδα

«Ιερά οδός»

Στ’ όσιου Λουκά το μοναστήρι

Τάκης Σινόπουλος

Ο καιόμενος

Περίπου βιογραφία

Διονύσιος Σολωμός

Η δέηση της Μαρίας και το όραμα του Λάμπρου

(Το εσπέρας της Λαμπρής)

Ελεύθεροι πολιορκημένοι (Σχεδίασμα Γ')

Ο Πειρασμός

Γεώργιος Σουρής

Ο Ρωμιός στον Παράδεισο

Ρώμος Φιλύρας

Ο πιερότος

Κωνσταντίνος Χατζόπουλος

Άσ’ τη βάρκα

Αθανάσιος Χριστόπουλος

Ερατώ

Κριτικές

Πολύ χρήσιμο βιβλίο, περιλαμβάνει πραγματικά όλη την ελληνική ποίηση με τα καλύτερα ποιήματα από τον κάθε ποιητή, έχει και σύντομο βιογραφικό του καθενός που είναι πολύ χρήσιμο.

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός, ότι σε οποιαδήποτε απόπειρα ανθολόγησης ποιημάτων (αλλά και σε κάθε μορφή ανθολόγησης) υφέρπει ο κίνδυνος της υποκειμενικότητας και, κατ’ επέκτασιν, της αυθαιρεσίας.
Μάλιστα, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο πραγματοποιείται η ανθολόγηση• η παντοειδής ανθολόγηση –από έναν η από περισσότερους ανθολόγους– ο κίνδυνος της υποκειμενικότητας υφίσταται πάντοτε και, κατά συνέπεια, πάντοτε επωάζεται το σύμπτωμα της αυθαιρεσίας.
Ευτυχώς όμως, που αυτή η διαπίστωση, η συνειδητοποίηση μάλλον του κινδύνου που εγκυμονεί η αναπόφευκτη –όπως θα δούμε στη συνέχεια– υποκειμενικότητα, δεν λειτούργησε ανασταλτικά στις αναρίθμητες προθέσεις προς ανθολόγηση, που εκδηλώθηκαν –και υλοποιήθηκαν– από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Απόδειξη η πληθώρα των ανθολογιών (ποίησης, πεζογραφίας, στοχασμού κτλ.) που έγιναν και που εξακολουθούν ακαταπαύστως να γίνονται.
Η απόφαση κάποιου η κάποιων ανθρώπων να προβούν στη συγκρότηση μιας ανθολογίας –και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μιας ανθολογίας ποιημάτων– επιλέγοντας ορισμένα μόνο ποιήματα μέσα στον απέραντο (χρονικά, ποιοτικά και ποσοτικά) χώρο της νεοελληνικής ποίησης, σημαίνει και την αποδοχή του μέγιστου κινδύνου που ήδη επισημάνθηκε. Και επειδή η αποδοχή αυτού τοι κινδύνου προϋποθέτει και τη γνώση του, καθώς και τη γνώση των πολυποίκιλων στοιχείων και παραγόντων που τον συνθέτουν, γίνεται φανερό ότι αναφερόμαστε στις σοβαρές μόνο περιπτώσεις ανθολόγων. Περιπτώσεις, όπου η πράξη της ανθολόγησης ήταν –και είναι– μια επώδυνη άσκηση της ευαισθησίας, της κρίσης και της γνώσης του ανθολόγου η των ανθολόγων. Μια άσκηση –δοκιμασία, αν θέλετε–, που σήμαινε, εκτός των άλλων, και μία γοητευτική, παρά την επικινδυνότητά της, αναμέτρηση του σήμερα με το χθες αλλά και με τον εαυτό του, σε πνευματικό, πολιτισμικό επίπεδο. Γιατί, ας μην το λησμονούμε, δεν είναι λίγοι –ίσως να είναι και οι περισσότεροι– οι ανθολόγοι που, επιλέγοντας ποιήματα, έστω και αν δεν το έχουν/είχαν συνειδητοποιήσει, δεν κάνουν/έκαναν τίποτ’ άλλο, από το να ικανοποιούν προσωπικές –ή της παρέας– τους φιλοδοξίες ή, ακόμα χειρότερα, να διεκπεραιώνουν κοινωνικές-κοσμικές τους υποχρεώσεις-σχέσεις. Αλλά αυτοί δεν μας αφορούν, όπως κανέναν απολύτως δεν αφορούν.
Από τη στιγμή, λοιπόν, που αποδεχτούμε –εκόντες-άκοντες– το αναπόφευκτο της υποκειμενικότητας –συνεπώς και της συνακόλουθης αυθαιρεσίας–, σε συνδυασμό με το επίσης αναπόφευκτο «κακό» της κατά καιρούς έκδοσης ποιητικών ανθολογιών, οφείλουμε ν’ αλλάξουμε στάση και συμπεριφορά απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα. Οφείλουμε, πρώτα πρώτα, να γίνουμε διαλλακτικότεροι και να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε ποια είναι, κυρίως, εκείνα τα στοιχεία που στοιχειοθετούν την υποκειμενικότητα και να αποφανθούμε, εντέλει, αν αυτή, η τελευταία, είναι πράγματι κατακριτέα και αποβλητέα όπου και όταν συναντάται.
Εντελώς συνοπτικά, αφού δεν είναι αυτός ο στόχος του παρόντος σημειώματος, θα λέγαμε ότι η υποκειμενικότητα, ως επιμέρους έρεισμα αλλά και έκφραση της προσωπικότητας ενός ανθρώπου, σύγκειτα, πρωτίστως, από τις συγκινησιακές, μνημονικές κ.ά. καταβολές του, την παιδεία, την ευαισθησία και την ενγένει ιδιοσυγκρασία του. Είναι, συνεπώς, ένα κράμα-δημιούργημα βασικότατων ζωτικών παραγόντων και, ως τέτοιο, αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για οποιαδήποτε πνευματική λειτουργία-δημιουργία. Άρα, η υποκειμενικότητα, ως αναμφιβόλως υπάρχον στοιχείο, πρέπει να κριθεί-αντιμετωπιστεί ως προς την ποιότητα των παραγόντων που τη συνέχουν αν, δηλ. οι παράγοντες αυτοί παρέχουν εγγυήσεις για την, κατά το δυνατόν, «σωστή» έκφρασή της και, στην προκειμένη περίπτωση, αν οι παράγοντες αυτοί είναι τέτοιοι που να της επιτρέπουν τις αναμενόμενες προσβάσεις-διεισδύσεις στο ποιητικό σώμα (πόσες φορές δεν γίνεται λόγος για την ποιητική ιδιοσυγκρασία ενός ανθρώπου, έστω και αν ο άνθρωπος αυτός ούτε έγραψε, ούτε διανοήθηκε ποτέ στη ζωή του να γράψει ποίημα η ποιήματα).
Αλλά, από την άλλη μεριά, ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα, άρα και ένα ποίημα, τι είναι, σε τελευταία ανάλυση, αν όχι το προϊόν μιας άκρως υποκειμενικώς λειτουργούσας συνείδησης; Και, αφού είναι έτσι, ποιος είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος προσέγγισης ενός υποκειμενικού, απολύτως προσωπικού δημιουργήματος, αν όχι αυτός που προσδιορίζεται από τα μυχιαίτατα συναισθήματα και άλλα στοιχεία που συγκροτούν την υποκειμενικότητα του εκάστοτε υποθετικού η πραγματικού αναγνώστη; Και τι είναι, περισσότερο απ’ όλα, η επικοινωνία με ένα ποίημα, αν όχι το μυστικό πλησίασμα που επιχειρεί ένας μοναχικός άνθρωπος προς το δημιούργημα ενός άλλου, επίσης μοναχικού –τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της ποιητικής του λειτουργίας– ανθρώπου;
Και τώρα στα περί αυθαιρεσίας: Έχοντας ήδη διευκρινίσει ελάχιστα πράγματα σχετικά με την έννοια της υποκειμενικότητας, κι έχοντας αποδεχτεί όχι μόνο το αναπόφευκτο αλλά και την αναγκαιότητά της, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι και η αυθαιρεσία, ως επακόλουθο της υποκειμενικότητας, είναι επίσης αναπόφευκτη. Αλλά πόσο αναγκαία είναι;
Οποιαδήποτε αίρεση, οποτεδήποτε εκδηλώθηκε στο χώρο του πνεύματος και της τέχνης ειδικότερα, αποτέλεσε την απαρχή μιας νέας προώθησης της σκέψης, νέων προβληματισμών και καινοφανών κατακτήσεων, ακόμη και αν η εκάστοτε εκδηλωνόμενη αίρεση, τον χρόνο της εκδήλωσής της, κρίθηκε από την καθεστηκυία τάξη κατακριτέα, αξιόμεμπτη και αποβλητέα.
Οποιαδήποτε αίρεση, τη στιγμή που εκδηλώνεται συνιστά το αδίκημα της αυθαιρεσίας• εμπίπτει στους απαγορευτικούς κανόνες, τους προστατευτικούς των ως εκείνη τη στιγμή «καλώς κειμένων». Χρειάζεται να περάσει αρκετός καιρός, να επανεξεταστούν –υπό το πρίσμα που δημιούργησε η εκδηλωθείσα αίρεση– αρκετά πράγματα, για να γίνει –αν, βεβαίως, γίνει– αποδεκτή και να εκτιμηθεί δεόντως.
Ωστόσο, πίσω από οποιαδήποτε αίρεση ενυπάρχει, σε μικρό η μεγάλο βαθμό, η αυθαιρεσία, καθώς και η τολμηρή αποδοχή των συνεπειών της εκ μέρους του αυθαιρετούντος. Και ο καλλιτέχνης, άρα και ο ποιητής, είναι ένας ακραιφνώς αιρετικός• ο ποιητής, στην προκειμένη περίπτωση, αυθαιρετεί –κάποτε ασύστολα– επάνω στο σώμα της γλώσσας• το ποίημά του αποτελεί-συνιστά ένα είδος βίαιης απόρριψης ή, το λιγότερο, μιαν απομάκρυνση από το κοινό γλωσσικό ιδίωμα του καιρού του. Γι’ αυτό και είναι, εξάλλου, τις περισσότερες φορές, τόσο μόνος. Αλλά και ο αναγνώστης ενός ποιήματος, τη στιγμή της ανάγνωσης-επικοινωνίας μ’ αυτό, είτε το συνειδητοποιεί είτε όχι, στην ουσία συναινεί στην αυθαιρεσία του ποιητή– γίνεται, κατά κάποιον τρόπο, συνεργός σ’ ένα αδίκημα που διαπράχθηκε ερήμην του. Το αποδέχεται• και όχι μόνον αυτό: το υποστασιοποιεί, αφού χωρίς τη δική του συμμετοχή-συνεργασία-συνεργία το αδίκημα –το ποίημα– έχει βεβαίως, συντελεστεί, αλλά δεν υπάρχει.
Έχοντας, λοιπόν, αποδεχτεί την αναγκαιότητα της υποκειμενικότητας και της αυθαιρεσίας• κι έχοντας ανάξει αυτά τα δύο «κακά» σε γενεσιουργές αιτίες, διαφοροποιημένες, κατά περίπτωση, ποιοτικά και, κατ’ επέκτασιν, αποτελεσματικές, τολμήσαμε αυτή εδώ την ανθολόγηση εκατό (100) ποιημάτων.
Η υποκειμενικότητα κατά την επιλογή των προς ανθολόγηση ποιημάτων (η αυθαιρεσία ας κριθεί από τον αναγνώστη) λειτούργησε, στην προκειμένη περίπτωση, διττώς: Αφ’ ενός κατά τη διάρκεια της επιλογής των ποιημάτων, και αφ’ ετέρου στο προγενέστερο στά¬διο, αυτό της επιλογής των σχετικών βοηθημάτων-ανθολογιών, όσο και αν η προσφυγή στις τελευταίες κρίθηκε, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια, απαραίτητη, με την πρόθεση να μειωθούν, κατά το δυνατόν, οι κίνδυνοι των αρνητικών επιπτώσεων της υποκειμενικότητας.
Και για να γίνουμε σαφέστεροι: Μιλήσαμε επανειλημμένως για επιλογή ποιημάτων και όχι ποιητών, θέλοντας να τονίσουμε με έμφαση ότι το ανά χείρας βιβλίο είναι ανθολογία ποιημάτων και όχι ποιητών –όσο κι αν από πρώτη άποψη ένας τέτοιος ισχυρισμός ηχεί ως παραδοξολογία και ως μη ανταποκρινόμενος στην πραγματικότητα.
Αυτό ακριβώς το γεγονός, ότι έχουμε να κάνουμε με ανθολογία ποιημάτων και όχι με μια συνηθισμένη ποιητική ανθολογία, η πρόθεση μάλλον για τη συγκρότηση μιας τέτοιας ανθολογίας, με απολύτως προδιαγεγραμμένο αριθμό ποιημάτων, προσέκρουσε σε απρόβλεπτες δυσκολίες και δυσεπίλυτα προβλήματα. Η σημαντικότερη δυσκολία ήταν αυτή που προέκυψε από το ερώτημα: ο αυστηρά προδιαγεγραμμένος αριθμός των ποιημάτων –100–, θα έπρεπε ν’ αντιστοιχεί –απαραιτήτως– σε ισάριθμους ποιητές; Θα έπρεπε, δηλ., τα 100 ποιήματα να ανήκουν σε ισάριθμους διαφορετικούς ποιητές;
Η αναπόφευκτη επαφή με την πραγματικότητα, η προσφυγή στα απαραίτητα βιβλία (ατομικές ποιητικές συλλογές και συναφείς ανθολογίες) , επενέργησε σαφώς ανασταλτικά στην πραγματοποίηση μιας τέτοιας εκδοχής, που συνέπιπτε και με τις αρχικές μας προθέσεις. Σχετική με την παραπάνω δυσκολία είναι και μια άλλη, η οποία παρουσιάστηκε ως επακόλουθο της διαπίστωσης ότι οι ποιητές διακρίνονται σε ποιητές ποιημάτων και σε ποιητές ευρύτερων, εκτενέστερων ποιητικών συνθέσεων. Συνέπεια αυτής της διαπίστωσης ήταν η αδυναμία επιλογής ποιημάτων των ποιητών της δεύτερης κατηγορίας, καθώς και της αποσπασματοποίησης του έργου τους, χωρίς αυτό να υποστεί αποδυνάμωση της ποιητικής-ουσιαστικής του εμβέλειας.
Έτσι, κατ’ ανάγκην, περιορίστηκε ο αριθμός των ποιητών, πράγμα που συνετέλεσε στην επιλογή και ανθολόγηση περισσότερων του ενός ποιημάτων του ίδιου ποιητή.
Και είναι σ’ αυτό ακριβώς το σημείο που υπεισέρχεται ο υποκειμενισμός και η –καλοπροαίρετη, οφείλουμε να ομολογήσουμε– αυθαιρεσία. Γιατί, όπως είναι φυσικό, η επιλογή των προς ανθολόγηση ποιημάτων, δεν έγινε –και πως θα μπορούσε, εξάλλου, να γίνει– με αποκλειστικό γνώμονα τα υπάρχοντα αντικειμενικά κριτήρια. Κατά τη διάρκεια της παρεισέφρυσαν, αφέθηκαν, θα ήταν το σωστότερο να πούμε, να παρεισφρύσουν και άλλοι παράγοντες, συναισθηματικοί στην πλειονότητά τους, με αποτέλεσμα να επιλεγούν και ποιήματα που κάποτε άγγιξαν ή εξακολουθούν, κατά τον ένα η τον άλλο τρόπο, να αγγίζουν κάποιους από τους –δίκην ανθολόγου– συμμετασχόντες στη συγκρότηση αυτής της ανθολογίας. Αλλά και άλλοι παράγοντες επενέργησαν κατά τη διάρκεια της επιλογής των ποιημάτων, εξωτερικοί, εννοώντας μ’ αυτόν τον χαρακτηρισμό τους παράγοντες εκείνους που διαμορφώθηκαν από το γεγονός της κοινής ή, εν πάση περιπτώσει, της ευρείας αποδοχής ορισμένων απ’ αυτά από ένα κοινό που ελάχιστη σχέση έχει με την ποίηση. Η αναφορά γίνεται, όπως εύκολα κατανοεί κανείς, σε ποιήματα που αναφέρθηκαν κι εξακολουθούν να αναφέρονται συχνά, έχοντας εξασφαλίσει την επιβίωσή τους μέσα στο χρόνο, μολονότι δεν είναι καλύτερα από κάποια άλλα αγνοημένα. Άλλο το ζήτημα, οφείλει να παραδεχτεί κανείς, ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο• ότι τα ποιήματα αυτά κατάφεραν ν’ αγγίξουν κάποιες χορδές, πράγμα που σημαίνει ότι πληρούσαν μερικές, στοιχειώδεις έστω, προϋποθέσεις η προδιαγραφές για την επιβίωση και την αποδοχή τους.
Η υποκειμενικότητα που ομολογήθηκε σχετικά με την επιλογή των βοηθημάτων-προγενέστερων ανθολογιών είναι, νομίζουμε, θεμιτή και δικαιολογημένη. Η προσφυγή σ’ αυτές επιβαλλόταν κι έγινε, όπως ειπώθηκε, για τη μείωση του ποσοστού της αναπότρεπτης υποκειμενικότητας και αυθαιρεσίας. Αντιμετωπίστηκαν –οι ανθολογίες– και χρησιμοποιήθηκαν με τη δέουσα οικονομία και ως ένα είδος ακούσιου – από την πλευρά των παλαιότερων ανθολόγων – δημοψηφίσματος που διενεργήθηκε σε ανύποπτο χρόνο. Που σημαίνει ότι η επιλογή του ίδιου ποιήματος η των ίδιων ποιημάτων από τους περισσότερους ανθολόγους θεωρήθηκε –όχι άδικα– ως έκφραση παγιωμένης προτίμησης αυτών των ποιημάτων. Βεβαίως, η βαρύτητα δεν δόθηκε στην κρίση-επιλογή όλων ανεξαιρέτως των προηγούμενων ανθολόγων. Μέτρησε η κρίση-επιλογή ορισμένων μόνον απ’ αυτούς, με κριτήριο την εντιμότητα, την ευθυκρισία, την ευαισθησία, την καλώς εννοούμενη «μεροληψία» του καθενός και, εν γένει, την προσφορά και τη θέση του στα γράμματα. Αυτή η προτίμηση, ενδεχομένως να συνιστά μια μορφή υποκειμενικότητας, κρίθηκε ωστόσο επιβεβλημένη, τόσο για ουσιαστικούς λόγους όσο και για ν’ αποδοθεί ελάχιστη δικαιοσύνη σε κάποιους ανθολόγους για το επίπονο έργο τους: την συγκρότηση ποιητικών ανθολογιών άξιων να μνημονεύονται όχι μόνο γραμματολογικά αλλά και για την προσφορά τους.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, κρίνουμε ότι η ανά χείρας ανθολογία αποτελεί μια σημαντική προσφορά, τόσο στους φίλους της ποίησης, αφού θα έχουν τη δυνατότητα να ανατρέχουν στα αγαπημένα τους ποιήματα ξεφυλλίζοντας ένα εύχρηστο τομίδιο, όσο και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, το οποίο θα μπορέσει να επικοινωνήσει, άκοπα, με ποιήματα καταξιωμένα μέσα στο χρόνο και τον ποιητικό χώρο. Και, ποιος ξέρει, ίσως αυτή η επικοινωνία ν’ αποτελέσει το ερέθισμα για τη δημιουργία μιας ουσιαστικότερης σχέσης με την ποίηση. Την ελληνική ποίηση.
Κλείνοντας, να πούμε ότι τα χρονικά πλαίσια μέσα στα οποία αναζητήθηκαν τα προς ανθολόγηση ποιήματα του παρόντος βιβλίου, αρχίζουν από τους δύο σημαντικότερους προσολωμικούς ποιητές, τον Αθανάσιο Χριστόπουλο και τον Ιωάννη Βηλαρά, και κλείνουν με ποιήματα των εκπροσώπων της αποκαλούμενης πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.

Πολύ καλή και αντιπροσωπευτική επιλογή

Πολύ καλή επιλογή, θα προτιμούσα να είναι περισσότερα τα ποιήματα, δεν "χωράει" η ελληνική ποίηση σε 100 μόλις ποιήματα. Προσωπικά δεν θα τολμούσα να παρουσιάσω συλλογή καλύτερων ποιημάτων, προυποθέτει απόλυτη γνώση όλης της ελληνικής ποίησης, ενώ η επιλογή ποιητών θα ήταν σαφέστατα ευκολότερη.
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!