0
Your Καλαθι
Κοιτάζοντας δάση
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ένας από τους ανθηρότερους λυρικούς της νεότερης ποιητικής γενιάς (η οποία, αν και όχι πια τόσο νέα, εξακολουθεί να παραμένει χωρίς ορατούς διαδόχους), ο Στρατής Πασχάλης εμφανίζεται στην καινούρια συλλογή του σταθερός στις επιλογές του και συνάμα προσεκτικά ανανεωμένος. Η ιδέα ενός μυστικιστικού απείρου με αγγελική μορφή, που αποτελεί τη σκαλωσιά στο εμβληματικό ποιητικό βιβλίο του Μιχαήλ (1996), τροφοδότησε μέσω μιας σειράς μικρών λυρικών μονάδων και την επόμενη δουλειά του, η οποία κυκλοφόρησε προ τετραετίας υπό τον τίτλο Κωμωδία. Ο ενοραματικός κόσμος του συμφωνικού Μιχαήλ κρύφτηκε στην Κωμωδία πίσω από εμφανώς μερικότερες και ατομικότερες καταστάσεις, όπως ο αγώνας για ερωτική πλήρωση ή ο ρεμβασμός της μοναξιάς και της περιπλάνησης. Το μυστικιστικό στοιχείο παρ' όλα αυτά δεν χάθηκε και η αύρα του, που έμεινε ολοζώντανη σε όλα τα ποιήματα της Κωμωδίας, περνά τώρα και στις περισσότερες από τις συνθέσεις της συλλογής Κοιτάζοντας δάση. Υπάρχουν, όμως, και πάλι πολλές αξιοπαρατήρητες διαφορές, που δείχνουν αμέσως πως ο ποιητής ούτε στα κεκτημένα του σχεδιάζει να αρκεστεί ούτε διατεταγμένη πορεία σκοπεύει να ακολουθήσει.
Εκφραστική έξαρση
Η έξαρση και, κάποτε, η λαχταρισμένη ανάσα της λυρικής έκφρασης αποτελούν χωρίς την παραμικρή αμφιβολία το απαραγνώριστο στοιχείο του νέου βιβλίου του Πασχάλη: νυχτερινές περιπλανήσεις κάτω από υπέρλαμπρα άστρα, μαγικές εμφανίσεις μέσα σε ανύποπτα αστικά τοπία, ξαφνικά και κατά κανόνα ανεξήγητα όνειρα, σκιές που καλύπτουν ολόκληρους δρυμούς, κρύσταλλα που αστράφτουν από πεντακάθαρα υλικά. Αυτή είναι ούτως ή άλλως η βαθύτερη αγωγή του Πασχάλη -ο εκ των ων ουκ άνευ εξοπλισμός του προκειμένου να γράψει στίχους. Τι συμβαίνει, ωστόσο, εδώ πέραν τούτου; Όπως σημείωνα και προεισαγωγικά, τα λυρικά επεισόδια της Κωμωδίας δεν θέτουν εν αμφιβόλω τη συμφωνική ενορχήστρωση του Μιχαήλ -μεταδίδουν απλώς το μήνυμά της διά μέσου μικρότερων και πιο κινητικών μουσικών σχημάτων. Αλλιώς έχουν τα πράγματα στην ανά χείρας συλλογή, χωρίς, το επαναλαμβάνω, να κόβονται τα νήματα που οδηγούν στο παρελθόν.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου εύκολα διαπιστώνουμε μία έντονη μεταστροφή του ποιητικού εγώ σε σχέση το περιβάλλον του. Ο ρυθμός του κόσμου δεν έχει μεταβληθεί και οι μυστικοί του κώδικες δεν έχουν πάψει να εκπέμπουν το σήμα τους -ο ένοικός του, όμως, στέκει μάλλον επιφυλακτικός απέναντί τους, αν όχι και φανερά απόμακρος από τις αρχές και τη μοίρα της λειτουργίας τους. Τα πάντα αποκτούν σ' αυτή την προοπτική προσωρινό χαρακτήρα και ο ποιητής δεν μπορεί παρά να είναι ένας ορκισμένος κυνηγός του εφήμερου: διώκτης μιας στιγμιαίας, περαστικής και φευγαλέας πράξης, την οποία δεν είναι καν σίγουρο πως θα κατορθώσει εν τέλει να απαθανατίσει.
Η εικόνα του χαλάσματος
Η έννοια της φθοράς και η εικόνα του χαλάσματος επανέρχονται συχνά στα καινούρια ποιήματα του Πασχάλη κι επιβάλλουν ένα διακριτικό ίσως, αλλά μόνιμο εσωτερικό ράγισμα στη στιχοποιία του. Το υποκείμενο δεν ανήκει πλέον στην αρμονία μιας υπερβατικής, αντικειμενικής τάξης, αλλά στην καθημερινότητα της σιωπηλής του απομόνωσης. Και ο σαρκασμός που λεπτά διαχέεται (σαν μια ελαφρά παγωμένη πνοή) από ποίημα σε ποίημα και από ενότητα σε ενότητα, μόνο άσκοπος και άσχετος με τη μεταμόρφωση του ποιητικού εγώ δεν είναι. Μαρτυρεί, αντιθέτως, την κατεύθυνση που παίρνει ο αναπροσανατολισμός του και τον τόνο που επιδιώκει να κρατήσει στη φωνή του τόνο ως εκ πεποιθήσεως χαμηλό και συγκρατημένο, αλλά, παράλληλα, και με μια στυφή (όσο και αναπότρεπτη) γεύση μαρκαρισμένο: Βρέθηκα απόψε ξαφνικά μπρος σ' έναν οβελίσκο / δεν ήταν όνειρο, ήταν βροχή / βαθιά ο κόσμος έσβηνε σε αχνές εκτάσεις, / κι εγώ μπορούσα να διαβάσω καθαρά / τη σκοτεινή γραφή. Έλεγε: Ξόδεψα μια ζωή / κοιτάζοντας δάση / απ' το παράθυρο του τρένου, / χωρίς να ξέρω αν θα φτάσω ποτέ / χωρίς να ξέρω από πού ξεκίνησα / χωρίς να ξέρω τι διασχίζω, / το βαγόνι μου το 'λεγαν Χίμαιρα / κι ήμουν ο μόνος του επιβάτης.
Από ένα ταξίδι όπου ο επιβάτης είναι μοναχικός, χωρίς να μπορεί να διαβάσει τις επιγραφές της διαδρομής του, χωρίς να ξέρει την αρχή και το τέρμα του και χωρίς, επιπροσθέτως, να έχει καμία διαβεβαίωση για την ολοκλήρωση της τροχιάς του, τι οφείλουμε άραγε να περιμένουμε; Ένα τέτοιο ταξίδι δεν είναι δυνατόν παρά να χαράσσεται εν κενώ -σ' ένα πεδίο από το οποίο η θεϊκή παρουσία (με όποιον τρόπο κι αν καταλαβαίνουμε αυτή την ονομασία) έχει αποσυρθεί από καιρό. Απομένει ο μανδύας του μυστικιστικού υπαινιγμού: ένα ρούχο για την ερημιά, ένα μονοπάτι (πιθανόν το τελευταίο) για την ομορφιά, αλλά και για την οίηση της τέχνης: μια κουκκίδα στης σελίδας το περιθώριο / πυγμαλίωνας που τον ξέχασε ο μαθητής του / κι είναι πια η μαγεία του άχρηστη.
Δεν είναι πολλά τα παραδείγματα των ποιητών που διατηρούν στο ακέραιο τη φυσιογνωμία τους, χωρίς να δεσμεύονται από όσα ορίζουν οι αδιαμφισβήτητες κατακτήσεις τους. Ο Πασχάλης εντάσσεται αναντιρρήτως σε μια τέτοια κατηγορία: καταφέρνει να πείσει χωρίς πολλά πολλά (τίποτε περιττό, ψεύτικο ή τυχαίο) τον αναγνώστη για όλες τις μεταλλαγές του κι επιπλέον τον φιλοδωρεί με ένα αίσθημα χαράς και ικανοποίησης για την αξία της ποίησης που γράφεται στις μέρες μας. Φινέτσα, μουσική, ειρωνεία: και τα τρία βρίσκουν στο λόγο του Πασχάλη ωραίες εφαρμογές, που αποσπούν γρήγορα την ανταπόκρισή μας, στήνοντας έναν συγκινησιακό μηχανισμό με διαρκή (όσο και άμεσα αποτελεσματική) ετοιμότητα.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 08/11/2002
Κριτικές
18/10/2022, 12:27